Του Εμμανουήλ Προκάκη,
Αποτελεί κοινή γνώση ότι η Ρωσία αποτελεί τη μεγαλύτερη σε έκταση χώρα στη γη. Διαθέτει υπό την κυριαρχία της ένα μεγάλο μέρος της Ευρασίας και αυτό γίνεται αντιληπτό από τις ένδεκα διαφορετικές ζώνης ώρας που διαθέτει. Είναι σίγουρα ενδιαφέρον, το πως κατόρθωσε η ρωσική αυτοκρατορία να επεκταθεί επί μίας τόσο μεγάλης γεωγραφικής περιοχής μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα.
Στα τέλη του 13ου αιώνα, το τότε Δουκάτο της Μόσχας (γνωστό και ως Μοσχοβία) δεν αποτελούσε παρά ένα μικρό υποτελές κράτος του Χανάτου των Κιπτσάκ, προϊόν της μογγολικής αυτοκρατορίας. Κατά τη διάρκεια του 14ου και 15ου αιώνα, με την κρίση που βίωσε το Χανάτο και την εξασθενούσα μογγολική επιρροή επί του ευρωπαϊκού εδάφους, η Μόσχα απέκτησε μεγαλύτερες ελευθερίες. Με το ισοζύγιο ισχύος μεταξύ της Μοσχοβίας και του όμορου μογγολικού κράτους να γέρνει πλέον προς τη μεριά της Μόσχας, το μέλλον φαινόταν θετικό για τον πρόδρομο της σύγχρονης Ρωσίας. Τον 14ο αιώνα, η Μόσχα προσάρτησε το Νίζνι Νόβγκοροντ, τη Μίρομ, το Γκορόντετς και το Ούστιουγκ. Η κυριαρχία του Δουκάτου της Μόσχας επί των βορειοανατολικών ρωσικών πριγκιπάτων είχε αρχίσει να εδραιώνεται. Κατά τα μέσα του 15ου αιώνα, η Μόσχα ήρθε σε σύγκρουση με το Νόβγκοροντ, το οποίο και προσάρτησε ολοκληρωτικά μετά την ήττα του. Το μικρό δουκάτο πλέον είχε αποκτήσει τα εδάφη που αντιστοιχούν στο βορειοδυτικό τμήμα της σημερινής ευρωπαϊκής Ρωσίας.
Το 1472, ο Ιβάν Γ΄ της Ρωσίας θα δεχθεί ως σύζυγό του τη Ζωή Σοφία Παλαιολογίνα, ανιψιά του Κωσταντίνου ΙΑ΄, και έτσι η Μόσχα, με την Κωνσταντινούπολη να έχει πέσει στα χέρια των Οθωμανών, θα διεκδικήσει τον τίτλο της «Τρίτης Ρώμης». Αποτελούσε άλλωστε και την τελευταία ορθόδοξη στο θρήσκευμα δύναμη στη διεθνή σκηνή.
Το Δουκάτο της Μόσχας, από το 1462 μέχρι το 1533, γνώρισε μεγάλη γεωγραφική εξάπλωση. Επεκτάθηκε νοτιοδυτικά προσαρτώντας το Γιάροσλαβλ (1471), την Περμ (1472), το Ροστόφ (1473), το Τβερ (1485), τη Βιάτκα (1489), το Πσκοφ (1510), το Σμολένσκ (1514), και την Ριαζάν (1521). Το κράτος της Μόσχας παρουσίασε σημαντικές επιτυχίες, διότι εκσυγχρονίστηκε ως προς τις στρατιωτικές του δομές και δε δίστασε να εισάγει ιδέες οργάνωσης και διοίκησης από γειτονικά κράτη. Παρέμενε όμως, σχετικά ευάλωτο με το ενδεχόμενο σύμπηξης μίας συμμαχίας της Λιθουανίας με τα μογγολικά κράτη της Ανατολής (Χανάτο της Κριμαίας, Χανάτο του Καζάν και Χανάτο του Άστραχαν), όπως προέκυψαν από τη διάλυση του κράτους των Κιπτσάκ.
Στα μέσα του 16ου αιώνα, επί του Ιβάν του Τρομερού (Ιβάν Δ΄ της Ρωσίας), το Δουκάτο της Μόσχας επεκτάθηκε προς τα νότια και ανατολικά κατακτώντας το Χανάτο του Καζάν και το Χανάτο του Άστραχαν. Έτσι, η ρωσική παρουσία ενισχύθηκε στην Κασπία θάλασσα και το βόρειο Καύκασο. Ο Ιβάν ο Τρομερός αποτέλεσε τον πρώτο Τσάρο της Ρωσίας, καθώς, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του, το Δουκάτο της Μόσχας και οι υποτελείς του επαρχίες εκσυγχρονίστηκαν και μετασχηματίστηκαν στο βασίλειο της Ρωσίας, με τη Μόσχα να έχει τον πρωτεύοντα ρόλο. Από το θάνατο του Ιβάν του Τρομερού κατά τα τέλη του 16ου αιώνα μέχρι το 1613, έλαβε χώρα η Περίοδος των Αναστατώσεων που περιελάμβανε εσωτερικές αναταραχές και εμφύλιες συγκρούσεις. Η κρίση έλαβε τέλος το έτος 1613, όταν χρίστηκε Τσάρος της Ρωσίας ο Μιχαήλ Α΄ Ρομάνοφ.
Δύο ανταγωνιστές της Ρωσίας, η Σουηδική Αυτοκρατορία και η Πολωνία-Λιθουανία εκμεταλλεύτηκαν την εσωτερική αναστάτωση του ρωσικού κράτους και κατόρθωσαν να αποσπάσουν ορισμένα εδάφη. Η Πολωνία-Λιθουανία απέκτησε τις πόλεις Σμολένσκ και Τσέρνιγκοφ στην ανατολική Ευρώπη και η Σουηδία απέκλεισε τη Ρωσία από τη Βαλτική θάλασσα. Η Ρωσία, κατά τη διάρκεια του Ρωσοπολωνικού πολέμου του 1654-1667, κατόρθωσε να κερδίσει πίσω τις πόλεις Σμολένσκ και Τσέρνιγκοφ από την Κοινοπολιτεία Πολωνίας-Λιθουανίας, καθώς αναγνωρίστηκε η ρωσική κυριαρχία στην Πολτάβα, το Σούμι και το Κίεβο.
Ήδη από την περίοδο των Αναστατώσεων, η Ρωσία, αφού κατέκτησε το Χανάτο του Τουράν, προέβη στην πρώτη επέκτασή της επί της Σιβηρίας, φθάνοντας μάλιστα μέχρι το Γενισέι Ποταμό, πριν ακόμα έλθει στην εξουσία η δυναστεία Ρομάνοφ. Μέχρι τα τέλη του 17ου αιώνα, το Ρωσικό βασίλειο περιελάμβανε πλέον και τις ασιατικές ακτές του Ειρηνικού Ωκεανού, έχοντας θέσει υπό την κυριαρχία του το μεγαλύτερο μέρος της Σιβηρίας. Εξαιρούνταν η χερσόνησος του Καμτσάτκα, το νησί Σαχαλίνη, η περιοχή Τσουκότκα και η περιοχή παρά του ποταμού Αμούρ.
Με τη νίκη της Ρωσίας επί της Σουηδίας κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Βόρειου Πολέμου (1700-1721), το ρωσικό βασίλειο απέκτησε έξοδο στη Βαλτική προσαρτώντας την Καρέλια, την Ιγγρία, το Βίμποργκ και την περιοχή της Λιβονίας. Επίσης, με το τέλος του Μεγάλου Βόρειου Πολέμου, ο τσάρος Μεγάλος Πέτρος ανακήρυξε τη δημιουργία της Ρωσικής Αυτοκρατορίας.
Ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος του 1768-1774 σήμανε την παραχώρηση της Κριμαίας από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στη Ρωσία. Επιπλέον, η Ρωσία επεκτάθηκε ανατολικότερα της Κίνας, μετατρέποντας σε αποικία της την Αλάσκα, την οποία στη συνέχεια πώλησε στις ΗΠΑ το 1867. Τις τρεις τελευταίες δεκαετίες του 18ου αιώνα, έλαβε χώρα και ο σταδιακός διαμελισμός της Πολωνίας-Λιθουανίας από την Αυστρία, την Πρωσία και τη Ρωσική Αυτοκρατορία με τον οποίο η τελευταία απέκτησε σημαντικά εδάφη στην ανατολική Ευρώπη. Κατά τη διάρκεια των Ναπολεόντειων πολέμων, τα ευρωπαϊκά σύνορα της ρωσικής αυτοκρατορίας επεκτάθηκαν περαιτέρω με την προσάρτηση της Φινλανδίας από τη Σουηδία και σταθεροποιήθηκαν εκεί μέχρι το 1917.
Στην Ανατολή, η Ρωσία, κατά το Δεύτερο Πόλεμο του Όπιου (1856-1860), εκμεταλλευόμενη την κατιούσα που είχε πάρει η Αυτοκρατορία των Τσινγκ, επεκτάθηκε επί της περιοχής του ποταμού Αμούρ και ανατολικά του ποταμού Ουσούρη. Εκεί ίδρυσε το Βλαδιβοστόκ, που στα ρωσικά σημαίνει «αυτός που διοικεί την ανατολή». Μετά τους Ρωσοπερσικούς πολέμους, η Ρωσική αυτοκρατορία κατόρθωσε να θέσει υπό την κυριαρχία της την περιοχή του Καυκάσου κατά το πρώτο μισό του 19ου αιώνα. Παράλληλα, σημείωσε σημαντικές νίκες στην Κεντρική Ασία κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Το Χανάτο της Μπουχάρα, το Χανάτο της Χίβας και το Χανάτο της Κοκάνδης σύντομα υπέκυψαν στις ρωσικές δυνάμεις. Την ίδια περίοδο, το Καζακστάν ενσωματώθηκε πλήρως στη ρωσική επικράτεια.
Με αυτόν τον τρόπο, η Ρωσία πέτυχε να θέσει ένα μεγάλο μέρος της Ευρασίας υπό την κυριαρχία της. Γίνεται αντιληπτό ότι η σημερινή Ρωσία δε διαθέτει την έκταση της Ρωσικής Αυτοκρατορίας στις αρχές του 20ου αιώνα ούτε την επικράτεια της ΕΣΣΔ. Παραμένει όμως, ένα κράτος που έχει θαλάσσια σύνορα με τις ΗΠΑ, χερσαία σύνορα με την Κίνα και ταυτόχρονα συνορεύει με τη Φινλανδία. Μία τέτοια περίπτωση είναι οπωσδήποτε άξια μελέτης.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Perrie M. (2006), The Cambridge History of Russia Volume I, Cambridge, Cambridge University Press, p158-187, 213-239, 409-410
- Lieven D. (2006), The Cambridge History of Russia Volume II, Cambridge, Cambridge University Press, p486-529, 554-574
- Από την ιστοσελίδα Express to Russia, στο «Time Zones in Russia», Διαθέσιμο εδώ
- Από την ιστοσελίδα History, στο «Russians settle Alaska», Διαθέσιμο εδώ