Του Θάνου Παπαδογιάννη,
Λογοκρισία στη μουσική θέλει να περάσει η κυβέρνηση με τον «Τρομονόμο», όπως αυτός έχει ονομαστεί από τους πολίτες. Ο λόγος γίνεται για το νομοσχέδιο που είχε ξεκινήσει ο πρώην κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος, Στέλιος Πέτσας, και συνεχίζει ο Θεόδωρος Λιβάνιος, υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ.
Ο εν λόγω νόμος ανέφερε χαρακτηριστικά στην αρχική του διατύπωση πως απαγορεύεται η έκφραση μίσους προς οποιαδήποτε ομάδα ανθρώπων, και γενικά η εκδήλωση οποιαδήποτε μορφή ρατσισμού, επίσης έγραφε πως απαγορεύεται «να εμπεριέχουν δημόσια πρόκληση σε τέλεση τρομοκρατικού εγκλήματος».
Μετά την διάσταση που έλαβε η κατάσταση, όμως, ο κ. Λιβάνιος έκανε μια νέα διατύπωση του άρθρου 8 του εν λόγω νομοσχεδίου καταργώντας ουσιαστικά το δεύτερο σκέλος του συγκεκριμένου άρθρου. Η επαναδιατύπωση αυτή, όμως, δεν ευχαρίστησε κανέναν και η ένταση παραμένει η ίδια.
Από τη μια, μπορώ να καταλάβω πως κάποια είδη μουσικής στα τραγούδια τους αναφέρουν υβριστικά σχόλια και η κυβέρνηση ήθελε λίγο να θέσει κάποια όρια σε αυτό.
Από την άλλη μεριά, όμως, η δημοκρατία μας απαιτεί να αναρωτηθούμε αναφορικά με το πότε υπήρχε λογοκρισία στην τέχνη και τη μουσική. Αυτό ήταν κατά τη διάρκεια της δικτατορίας. Τότε έβγαιναν κασέτες με περιεχόμενο που όταν δεν άρμοζε στα πιστεύω των κυβερνώντων αμέσως απαγορευόταν. Πιστεύω και ελπίζω πως μια εκλεγμένη με πλειοψηφία του λαού κυβέρνηση δεν θέλει να φτάσει σε τέτοιες ακραίες δικτατορικές συμπεριφορές…
Η μουσική ανέκαθεν ήταν ένα μέσω έκφρασης των απόψεων με έναν ήρεμο και ειρηνικό τρόπο. Αυτή είναι που έδινε δύναμη στους ανθρώπους κατά τη διάρκεια της χούντας με τους ήχους του Μίκη Θεοδωράκη, του Αντώνη Καλογιάννη και πολλών ακόμα ερμηνευτών που έδιναν τον παλμό στους πολίτες.
Στη χώρα μας τα είδη μουσικής, όπως η ραπ και η τραπ, εξαπλώθηκαν κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης και μετέπειτα, για άλλη μια φορά, λοιπόν, οι πολίτες έψαξαν και βρήκαν τον τρόπο που θα μπορούν να εκφράζουν την αγανάκτηση και τα έντονα συναισθήματα που δημιουργούνται σε μία δύσκολη περίοδο.
Επιπλέον, οι άνθρωποι, όλων των ηλικιών, οι οποίοι ακούν φανατικά τραγούδια της ραπ και της τραπ δεν είναι μειονότητα, πλέον εκφράζουν έναν τεράστιο αριθμό ακροατών στη χώρα μας αλλά και διεθνώς. Κανείς δεν μπορεί να απαγορεύσει σε καμία μερίδα ανθρώπων να απολαμβάνει τη μουσική που της αρέσει και την εκφράζει. Είναι αντιδημοκρατικό και στηρίζεται στα θεμέλια της λογοκρισίας.
Όμως αυτό που πρέπει κανείς να σκέφτεται, αν δεν τον πειράζει να επιβάλλει λογοκρισία, είναι και τα κεφάλαια που διακυβεύονται στη συγκεκριμένη μουσική βιομηχανία, δισκογραφικές, τραγουδιστές, χορευτές και πολλοί ακόμα κλάδοι έχουν επενδύσει και έχουν σκοπό να επενδύσουν πάρα πολύ σημαντικά κεφάλαια στην ραπ και την τραπ μουσική, αφού αυτή όλο και μεγαλώνει. Εκατοντάδες άνθρωποι τρέφονται από αυτή τη μουσική, από τραγουδιστές, μέχρι σεκιούριτι σε συναυλίες. Δεν μπορεί μια δημοκρατική κυβέρνηση να σταματήσει το δικαίωμα αυτό των ανθρώπων που δουλεύουν στη βιομηχανία της μουσικής!
Δεν είναι δυνατόν, εν έτει 2021, κυβερνήσεις, εκτός πραξικοπημάτων και δικτατορικών καθεστώτων, να ψηφίζουν τέτοιου βεληνεκούς νομοσχέδια.
Η κυβέρνηση σε μια εποχή κατά την οποία ο τομέας των τεχνών και της μουσικής έχει υποστεί τεράστιο πλήγμα, σε μια εποχή που οι καλλιτέχνες δεν έχουν έσοδα και δεν μπορούν να πραγματοποιήσουν live εμφανίσεις έρχεται να επικρίνει και να κόψει την κινητικότητα ενός είδους μουσικής με εκατομμύρια ακροατές καθημερινά!
Η μουσική είναι ένα μέσο το οποίο ενώνει τους ανθρώπους και τους λαούς, είναι ένα μέσο έκφρασης συναισθημάτων, ένα μέσο έκφρασης αγανάκτησης, έκφρασης εναντίωσης ή υποστήριξης καταστάσεων σε μια κοινωνία, κανείς δεν επιτρέπεται να την φιμώνει…
Οι τέχνες ήταν, είναι και θα παραμείνουν ένα από τα δημοκρατικότερα μέσα έκφρασης…