Του Νίκου Μελιτσιώτη,
Μετά την ήττα των επαναστατών στη μάχη στο Δραγατσάνι και τη διάλυση του επαναστατικού στρατού, πολλοί επέλεξαν τη συνέχιση του αγώνα μέχρις εσχάτων στην περιοχή της Μολδοβλαχίας, σέρνοντας τον ηρωικό χορό του θανάτου μαζί με τα παλικάρια τους. Αθανάσιος Καρπενησιώτης, Γεωργάκης Ολύμπιος, Ιωάννης Φαρμάκης, είναι οι πιο γνωστοί αγωνιστές, οι οποίοι κράτησαν, για λίγο ακόμη, τη σπίθα της Επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες αναμμένη, μέχρι ο αέρας των οθωμανικών φουσάτων να περάσει από το Σκουλένι και τη Μονή Σέκου και να τη σβήσει.
Ένας ακόμη αγωνιστής, ο οποίος βίωσε την απογοήτευση της αποτυχίας, μετατρέποντάς τη σε πείσμα, επέλεξε να ανασυνταχθεί και να συνεχίσει τον αγώνα, εκεί όπου θα ήταν περισσότερο χρήσιμος. Ο λόγος για τον Ιωάννη ή Γιαννάκη Κολοκοτρώνη. Προερχόμενος από τη γνωστή οικογένεια των Κολοκοτρωναίων, ακολούθησε τη μακραίωνη παράδοση της οικογένειας και έλαβε μέρος στον αγώνα κατά των Τούρκων. Ο πατέρας του, Αποστόλης Κολοκοτρώνης, σκοτώθηκε στις συγκρούσεις μετά τα Ορλωφικά. Αξίζει να σημειωθεί, πως μέχρι την έναρξη του Αγώνα, πάνω από 70 μέλη της οικογένειας αυτής είχαν χάσει τη ζωή τους από το Τούρκικο μαχαίρι.
Δυστυχώς, η βιβλιογραφία είναι ελάχιστη για τον ήρωα αυτό. Τα ίχνη του εντοπίζονται για πρώτη φορά το 1797, σε ηλικία περίπου 25 ετών, τάσσεται κάτω από τις διαταγές του εξαδέλφου του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στην Πελοπόννησο. Στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα, οι Τούρκοι είχαν εξαπολύσει ανελέητο κυνηγητό των κλεφτών, οι οποίοι συνέχιζαν τον αγώνα μετά την ολέθρια έκβαση των Ορλωφικών. Όσοι γλίτωσαν αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τον τόπο τους, καταφεύγοντας στα Επτάνησα. Αυτή τη διαδρομή ακολούθησαν και οι δύο, απογοητευμένοι από την έκβαση των γεγονότων.
Στα Επτάνησα ο Γιαννάκης Κολοκοτρώνης υπηρέτησε στα Ελληνικά Τάγματα της Επτανήσου, ενώ η πορεία του συνεχίζεται στο Ρωσικό Στρατό. Οι παραμονές τις Επανάστασης τον βρίσκουν στην Ηγεμονία της Βλαχίας, στην υπηρεσία του ηγεμόνα Μιχαήλ Σούτσος. Ο τελευταίος, μυημένος στη Φιλική Εταιρεία και ένθερμος υποστηρικτής του επικείμενου Αγώνα, διέθεσε τη φρουρά του στον Υψηλάντη, μαζί με γενναία χρηματικά ποσά και προμήθειες. Σίγουρα, ανάμεσα στους άντρες που διέθεσε ο ηγεμόνας ήταν και ο Κολοκοτρώνης, ο οποίος έφερε το προσωνύμιο Ντάσκούλας, Ντασκούλιας ή Ντασκούλης. Η λέξη αυτή σημαίνει εμπρηστής πύργων και πιθανότατα χαρακτηρίστηκε έτσι κατά τη δράση του στο Μοριά.
Με την έκρηξη της Επανάστασης, ο Ιωάννης Κολοκοτρώνης βρίσκεται στο επιτελείο του Αλέξανδρου Υψηλάντη. Λίγες μέρες μετά την έκρηξη της Επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, στις 22 Φεβρουαρίου 1821, ο Αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας όρισε τους αξιωματικούς του στρατεύματός του, με τον Ιωάννη Κολοκοτρώνη να λαμβάνει το βαθμό του Χιλίαρχου, υπαγόμενος στη μοίρα του Σωματάρχη Γεωργίου Υψηλάντη, αδελφού του Αλέξανδρου. Με το σώμα του, το οποίο κατά την έναρξη του Αγώνα αριθμούσε 275 άνδρες, κυρίως Πελοποννησίους και Επτανήσιους, τα δύο μέρη στα οποία έδρασε ο αγωνιστής, διακρίθηκε στη μάχη της Μονής Νοτσέτου.
Έχοντας στρατοπεδεύσει πλησίον της Μονής, αντιλήφθηκε την επίθεση των Τούρκων προς τη φρουρά που κρατούσε το Μοναστήρι και έτρεξε να βοηθήσει με τους άντρες του. Αφού απώθησε τους επιτιθέμενους και τοποθέτησε τους άντρες του σε αμυντικές θέσεις, προβλέποντας την επάνοδο των οθωμανικών δυνάμεων, στέλνει μήνυμα στο κεντρικό στρατόπεδο του Τιργοβιστίου προς παροχή ενισχύσεων. Πράγματι, δυνάμεις υπό το Δούκα Κωνσταντίνου Δούκα, τον Ορφανό και τον Αρχιμανδρίτη Σέρβο σπεύδουν στην περιοχή. Οι δύο τελευταίοι μαζί με τον Κολοκοτρώνη παίρνουν θέσεις δίπλα από τη Μονή, με σκοπό να πλαγιοκοπήσουν τους αντιπάλους τους, ενώ ο Δούκας τοποθετείται από την αριστερή πλευρά, με σκοπό να επέμβει την κρίσιμη στιγμή, είτε της υποχώρησης είτε της ανάγκης παροχής βοήθειας. Αν και όχι μόνο αμύνθηκαν επιτυχώς, αλλά κατεδίωξαν και τους αντιπάλους τους, ο Δούκας δεν συνέτρεξε ως έπρεπε. Έχοντας ήδη αποκρούσει μια άλλη τουρκική δύναμη και βλέποντας το εχθρικό πυροβολικό να βαδίζει εναντίον του, εγκατέλειψε τη θέση του και, είτε από άγνοια είτε από δόλο, φτάνοντας στο Τιργοβίστι έσπειρε τον πανικό, διαδίδοντας ψεύδη πως οι αμυνόμενοι στη Μονή εξολοθρεύτηκαν. Ένα τμήμα των δυνάμεών του, με αρχηγό τον Αργυροκαστρίτη και 200 άνδρες, έμεινε στη θέση του, εγκαταλείποντας μόνο μετά από σφοδρό βομβαρδισμό.
Όσο για τον Κολοκοτρώνη και τους λοιπούς αμυνόμενους, μετά τη φυγή του Δούκα έμειναν μόνοι και με λιγοστά πυρομαχικά. Έτσι αποφάσισαν να εγκαταλείψουν τη Μονή και να καταφύγουν προς το Τιργοβίστι. Εκεί όμως, δε βρήκαν τους συντρόφους τους, καθώς μετά τα ψευδή νέα της ήττας εγκατέλειψαν τη θέση και κατευθύνθηκαν στο Κιμπουλούγγι και το Πιτέστι. Εκεί λοιπόν, το στράτευμα επανενώθηκε, με την έκπληξη του Υψηλάντη να είναι φανερή.
Πιθανότατα ο Κολοκοτρώνης δεν πρόλαβε να λάβει μέρος στη Μάχη του Δραγατσανίου, όπου οι ελπίδες των επαναστατών να εξανεμίζονται. Με τον Υψηλάντη να κατευθύνεται προς την Αυστρία και το στράτευμα να διαλύεται στα σώματα εκ των οποίων συνετέθη, ο Ντασκούλας με τους άντρες του καταφεύγουν στο Βουκουρέστι. Από εκεί αποφασίζουν να κατευθυνθούν στην Πελοπόννησο, πραγματοποιώντας ένα εξαιρετικά δύσκολο και επικίνδυνο ταξίδι, με προορισμό την πατρίδα, η οποία τους χρειαζόταν περισσότερο από ποτέ άλλοτε.
Περνώντας το Δούναβη κατευθύνθηκαν προς τη Βουλγαρία, εισήλθαν στη Μακεδονία, διέσχισαν τη Θεσσαλία και από τη Ρούμελη έφτασαν στο Μοριά. Το ταξίδι του ήρωα με τα παλικάρια του διήρκησε από τα μέσα Ιουνίου έως τις 10 Σεπτεμβρίου. Κατά τη διάρκεια αυτού του ταξιδιού, διέσχισαν δύσβατες περιοχές, άλλοτε πολεμώντας και άλλοτε ξεφεύγοντας από τις τουρκικές φρουρές που συναντούσαν, με τις μάχες αυτές να κατεβάζουν τη δυναμική του σώματος σε μόλις 100 άνδρες. Αξίζει να σημειωθεί πως, σε κάποιο σημείο του ταξιδιού του, το σώμα του Κολοκοτρώνη πολιόρκησε μια Μονή, την οποία κρατούσε δύναμη Τούρκων και Εβραίων. Αφού την κατέλαβαν, βρήκαν στις αποσκευές ενός εκ των αμυνομένων ένα αδαμαντοποίκιλτο βυζαντινό σπαθί με επιγραφές, το οποίο έφεραν μαζί τους στο στρατόπεδο του εξαδέλφου του. Ανάμεσα στους άνδρες του σώματός του που επιβίωσαν ήταν ο Χριστόφορος Ζαχαριάδης, ο Ιωάννης Βαπτιστής Πέτας και ο Δημήτριος Κοντόσταυλος. Φτάνοντας στα περίχωρα της Τρίπολης λίγο πριν τη μάχη της Γράνας, ο Γιαννάκης έλαβε μέρος στην πολιορκία και άλωση της Τριπολιτσάς, ενώ συνέχισε να πολεμά με το Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και στη συνέχεια του Αγώνα.
Ο Ιωάννης Κολοκοτρώνης απέκτησε 4 γιούς, τον Αποστόλη, το Δημήτρη, το Χρήστο και το Βασίλη. Οι δύο πρώτοι πολέμησαν στο πλευρό του πατέρα του στη Μολδοβλαχία, με τον Αποστόλη να φτάνει στο Μοριά μέσω Τεργέστης και το Δημήτρη να ακολουθεί τον πατέρα του στο δύσκολο ταξίδι, κληρονομώντας το προσωνύμιό του, πιθανότατα μαθαίνοντας την “τέχνη” από τον ίδιο.
Ο ήρωας αυτός, διατηρώντας το μαχητικό του πνεύμα και εμπνέοντας σεβασμό στο νταϊφά του, κατάφερε να πραγματοποιήσει αυτό που σχεδίαζε ο ανώτερος του: Την κατάβαση στην Πελοπόννησο και την ένωση με την κυρίως επαναστατική εστία. Πραγματοποιώντας μια κάθοδο εφάμιλλη με αυτή των Μυρίων, ο Ντασκούλας ενδυνάμωσε, με τα ψημένα στη φωτιά παλικάρια του, τον Αγώνα, παίρνοντας εκδίκηση για το χαμό των συντρόφων του «Υπέρ Πίστεως και Πατρίδος».
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Δ. Κόκκινος (1974) Η Ελληνική Επανάστασις Τόμος Α΄ Αθήνα: Εκδ. Μέλισσα
- Δ. Φωτιάδης (1977) Η Επανάσταση του 21 Τόμος 1ος (2η Έκδ.) Αθήνα: Εκδ. Βότση
- Συλλογικό Έργο (2000) Ιστορία του Ελληνικού Έθνους Τόμος ΙΒ΄ Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών
- Ι. Κ. Γιανναροπούλου (2011) ‘Κολοκοτρώνης Θεόδωρος – Το γενεαλογικό του δέντρο) Σε Συλλογικό Έργο Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού. [Πρόσβαση 15 Φεβρουαρίου] Διαθέσιμο εδώ
- Η. Τουτούνης (2011) ‘Οικογενειακό Δέντρο των Κολοκοτρωναίων’ Σε Συλλογικό Έργο (2021) Αντρώνι. [Πρόσβαση 15 Φεβρουαρίου] Διαθέσιμο εδώ
- Σ. Ι. Καργάκος (2014) Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 Τόμος Α΄. Αθήνα: Ειδική έκδοση για την Real Media Α. Ε.
-
Υ.Π.Π.Θ. (2015) Rene Puaux – Ελληνική Έκδοση. Αθήνα: Τ. Α. Π.