Του Δημήτρη Τόλια,
Η αντιφατικότητα των σημείων του «τρίτου» κύματος είναι τόσο έντονη όσο και η αντίφαση του να κάνουμε λόγο για τρίτο lockdown όταν δεν ξέρουμε πότε υποτίθεται πως τελείωσε το δεύτερο. Το νέο κύμα, αυτό που είναι στην πραγματικότητα το μόνο νέο στην υπόθεση, φέρνει στην επιφάνεια μια σκληρή αλήθεια. Όσο θολά είναι τα όρια που χωρίζουν το τρίτο από το δεύτερο lockdown τόσο θολό και μη οριστικό θα είναι και το τέλος της παρένθεσης του κορωνοϊού. Μια σειρά από αντιφάσεις παρουσιάζονται στο πολιτικό πεδίο, οι οποίες απορρέουν από τη ρευστότητα της κατάστασης και θα δοκιμάσουν τις αντοχές της κοινωνίας.
Μια πρώτη θεμελιώδης αντίφαση που αναδεικνύεται σε αυτή την φάση της πανδημίας είναι το μείγμα ελπίδας – απελπισίας. Από τη μία, τα εμβόλια πλημμύρισαν με την αίσθηση της ελπίδας τον ερχομό του 2021. Μια κοινωνία γονατισμένη υλικά και πνευματικά είδε στο εμβόλιο την ελευθερία. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, ένα νέο τρίτο (μεταλλαγμένο μάλιστα) κύμα την καθηλώνει. Τα μέτρα γίνονται σκληρότερα από ποτέ και απελευθερώνεται η απελπισία. Ιδιαίτερα όταν παρουσιάζονται προβλήματα στην παραλαβή των δόσεων, η απαισιοδοξία αυξάνεται.
Η παραπάνω αντίφαση προκαλεί επί μέρους αντιφάσεις, οι οποίες αναγνωρίζονται ως τέτοιες μέσω της εγγραφής τους ως στιγμές μέσα σε μια μεγάλη αλυσίδα αντίφασης. Οι σημαντικότερες εξ αυτών, τα νέα μέτρα. Η αλληλουχία των μέτρων είναι τόσο παράδοξη που είναι σαν να μαγειρεύεις με κόπο ένα φαγητό και όταν επιτέλους το σερβίρεις στο πιάτο, να το πετάς στα σκουπίδια χωρίς να φας ούτε μπουκιά. Και αυτό να γίνεται σε καθημερινή βάση. Ανοίγει το λιανικό κανονικά, κλείνει. Ανοίγει το λιανικό μέσω διαδικτυακής παραγγελίας, ετοιμάζεται ο έμπορος, επενδύει στην επιβίωσή του, ξανακλείνει. Μετά από λίγο ξανανοίγει, αλλά με άλλους κανόνες και άρα άδικα επένδυσε χρόνο και χρήμα στην προσαρμογή του. Ίσως το παράδειγμα με το φαγητό να ακούγεται λιγότερο παράδοξο.
Η εστίαση και οι ιδιοκτήτες ακινήτων βαλτώνουν. Κάθε στιγμή που ακούγονται κυβερνητικές κουβέντες για άνοιγμα με σόμπες έξω και άλλες εφευρέσεις αναθαρρεύουν, επενδύουν ενδεχομένως στην προσαρμογή τους και ξαφνικά την επομένη τα μέτρα σκληραίνουν ή ακούγεται πως θα ανοίξουν τα χιονοδρομικά ή ο Υπουργός Ανάπτυξης τους καλεί να του παραδώσουν τα κλειδιά αν τύχει και πιέζονται. Άρα, το κράτος είναι παρόν κβαντικά. Είναι και δεν είναι εδώ.
Οι ιδιοκτήτες ακινήτων βλέπουν επιδόματα στήριξης σε κάθε κλάδο και κάθε «λίστα» την ίδια στιγμή που σε έναν μήνα κλείνουν έναν χρόνο με μειωμένα ή μηδενικά εισοδήματα από τις περιουσίες τους. Άλλοι, πάλι, βλέπουν τα ακίνητά τους να ξενοικιάζονται από τους φοιτητές που φοιτούν πλέον στο Πανεπιστήμιο του Zoom. Το αν ευθύνονται οι ιδιοκτήτες ακινήτων γι’ αυτό, το αν οι φοιτητές έχουν σύνδεση στο δίκτυο, επαρκή μέσα (υπολογιστές ή βιβλία), αν τα μέσα αυτά αντέχουν την παράλληλη τηλεργασία των γονέων και την εκπαίδευση των άλλων αδερφών δεν είναι κάτι που αφορά την κυβέρνηση, αλλά είναι ατομική ευθύνη. Οι επιχειρηματίες δεν ευθύνονται οι ίδιοι για την πτώση του τζίρου τους, αλλά η πανδημία. Οι ιδιοκτήτες ή οι φοιτητές, όμως, ευθύνονται οι ίδιοι για την κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει;
Φτάνει το σημείο που σχολάς στις πέντε και μισή από τη δουλειά και δεν προλαβαίνεις να βγάλεις μια βόλτα το παιδί, λόγω της απαγόρευσης όποτε κάθεσαι μέσα. Τουλάχιστον, όμως, γνωρίζεις πως είσαι μέρος μιας ευρύτερης συλλογικής προσπάθειας για την διασφάλιση της δημόσιας υγείας. Γνωρίζεις πως και οι φίλοι και οι γείτονες ακολουθούν και συμμετέχουν ενεργά στην προσπάθεια και έτσι κάνεις υπομονή και συνεχίζεις, διότι ξέρεις πως όλη η κοινωνία δίνει το καλό παράδειγμα, προστατεύει ο ένας τον άλλο και δεν στήνει γλέντια σε μπαλκόνια με συνωστισμό στην Ιθάκη.
Το καλό παράδειγμα δίνεται και στην τήρηση της σειράς των εμβολιασμών. Γνωρίζεις πως είναι σημαντικό να εμβολιαστούν πρώτοι οι εργαζόμενοι στην Υγεία που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της μάχης με την πανδημία. Βλέπεις, όμως, πως η σειρά αυτή υφίσταται κάποιες παρεκκλίσεις, ώστε να δοθεί προτεραιότητα σε μικροκομματικά στελέχη (Politico 29/12). Φαντάζομαι πως δεν είναι τόσο μεγάλη αντίφαση, βέβαια, καθώς και εκείνοι θα είναι στην πρώτη γραμμή κάποιας άλλης μάχης. Από την άλλη, οι εκπτώσεις στην ισονομία στα γεγονότα με τις εκκλησίες τα Θεοφάνια αντανακλούν άλλη μια αντίφαση.
Οι έντονες αυτές αντιφάσεις της πραγματικότητας δεν έχουν ηθικούς αυτουργούς και ενορχηστρωτές. Οι αντιφάσεις στην ουσία είναι ένα ίζημα που κατακάθεται από τα πυκνά γεγονότα που σημειώνονται το τελευταίο διάστημα. Τα γεγονότα σαν γεγονότα, πέραν των φυσικών, έχουν αυτουργούς, είναι μέρη στην σχέση προβλήματος και λύσης. Τα φαινόμενα, όμως, δεν έχουν πάντα αυτουργούς. Μια έντονη αντίφαση ή για να τεθεί ακριβέστερα, μια γενικευμένη αίσθηση της αντίφασης δεν μπορεί να αποτελεί παρά ένα σύμπλεγμα γεγονότων που αν ενοποιηθούν νοηματικά παράγουν το εν λόγω φαινόμενο. Επιπρόσθετα, μια γενικευμένη αίσθηση της αντίφασης είναι δύσκολα μετρήσιμη. Κωδικοποιείται δύσκολα, ώστε να ποσοτικοποιηθεί. Είναι περισσότερο μια ποιοτική μεταβλητή που εκμαιεύεται σε μια πρόσωπο με πρόσωπο μέτρηση. Αλιεύεται, γίνεται αντιληπτή, αλλά και κατασκευάζεται νοηματικά μέσα από την συζήτηση και την διάδραση.
Γιατί τα λέω αυτά; Διότι δεν μπορούμε ούτε επιστημονικά –μεθοδολογικά, αλλά ούτε και ηθικά– αυθαίρετα να κατηγορήσουμε κανένα για την αντίφαση αυτή. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με βεβαιότητα ακόμη και αν είναι υπαρκτή μια αίσθηση της αντίφασης. Δεν έχουμε την δυνατότητα να δηλώσουμε πως για τις συνεχείς αντιφάσεις φταίει λ.χ. συλλήβδην η κυβέρνηση, οι πολίτες, η κοινωνία, ο καπιταλισμός, η παγκοσμιοποίηση κ.ο.κ. Για να συμβεί αυτό, οφείλουμε να εξετάζουμε τα μεμονωμένα γεγονότα που αποτελούν το φαινόμενο. Να αναζητήσουμε τα λάθη και τις ευθύνες σε αυτά ξεχωριστά και ύστερα να συμπεράνουμε τα του φαινομένου.
Αν χρησιμοποιήσουμε τις παραπάνω στιγμές στην αλυσίδα της αντίφασης που περιέγραψα θα βρούμε για κάθε γεγονός αρκετούς υπεύθυνους. Ένας πρωθυπουργός ή ένας υπουργός δεν είναι η όλη η κυβέρνηση. Ένα κομματικό στέλεχος δεν είναι όλο το κόμμα. Επιπλέον, μπορεί τα γεγονότα της αλυσίδας να είναι υπάρχοντα εμφωλευμένα γεγονότα-φάσεις άλλων φαινομένων. Η παράδοση των εμβολίων αργεί, λόγω του φαινομένου της παγκοσμιοποίησης ή της αγοράς, ενώ η πρακτική της παράκαμψης της προτεραιότητας στον εμβολιασμό είναι μια φάση του φαινομένου των πελατειακών σχέσεων στην Ελλάδα κ.ο.κ. Άρα, συμπεραίνουμε πως η γενικευμένη αντίφαση, εφόσον είναι υπαρκτή, είναι ένα μίγμα γεγονότων εξαρτημένων από πολλαπλούς παράγοντες που αντιφάσκουν με την ροή της επίσημης πληροφόρησης και νομιμοποίησης των δημόσιων επιλογών.