Της Δήμητρας Ροδοβίτου,
Βράδυ Παρασκευής στην πανέμορφη συμπρωτεύουσα, αγναντεύω από το -γεμάτο πάχνη- παραθύρι την εξαντλημένη κίνηση βιαστικών περαστικών, σκεπτόμενη πως αύριο η άμαξα θα μεταμορφωθεί σε κολοκύθα λίγα δευτερόλεπτα αφότου το 17:59 μηδενίσει. Μένουμε Σπίτι, λοιπόν, κι όχι, δεν πρόκειται για ανάλυση πολιτικής σκέψης, αλλά περί προσέγγισης του ελεύθερου, πλην αδειανού, πλέον, χρόνου. Θα μου πεις, πώς εφάπτεται ο τίτλος με έναν τόσο πληκτικό και συνάμα ευφραδή πρόλογο; Τα δύο αυτά τέμνονται στην άκρατή μου επιθυμία, να περνούσα ένα απόγευμα εγκλεισμού σιμά στον Sigmund Freud. Και γιατί να επιθυμεί κάποιος να μοιραστεί το απόγευμά του με τον Freud; Φαντάσου να μοιράζεσαι με τον Πατέρα της Ψυχολογίας το ταμπού που υπάρχει στον 21ο αιώνα για εκείνη… την κόρη του.
Σάββατο πρωί. Το ημερολόγιο γράφει 6 Φλεβάρη 2021, κι ακόμα υπάρχουν άνθρωποι που αμφισβητούν το σημαντικό ρόλο της ψυχοθεραπείας στη ζωή μας, όπως, επίσης, καθιστούν δακτυλοδεικτούμενους όσους επιλέγουν να το κάνουν. Εκείνοι οι άνθρωποι που για κάθε πόνο του σώματός τους επισκέπτονται διαφορετικό ειδικό, για τον πόνο της ψυχής, όμως, επαναπαύονται πως ένα κουλουράκι με βούτημα στο σπίτι της γειτόνισσας είναι αρκετό. Εκείνοι που εξομοιώνουν το μυστήριο της εξομολόγησης με μια θεραπευτική συνεδρία, εκείνοι που θα την κατονομάσουν ως «έξοδο πολυτελείας» κατηγορώντας σε για καταναλωτική αυθαιρεσία, εκείνοι, εκείνοι, εκείνοι.
Τα επιχειρήματα «εκείνων», λοιπόν, αποτελούν τον κορμό του εν λόγω άρθρου.
5 ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΟΦΕΛΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΣΕ ΕΝΑΝ ΨΥΧΙΚΑ ΘΕΡΑΠΕΥΟΜΕΝΟ
1) Γιατί τώρα;
Η μοναδική απάντηση που αρμόζει στο επίπεδο της προαναφερθείσας ερώτησης είναι το «γιατί έτσι». Κι αν υπερισχύει το χιούμορ. Είτε πρόκειται για καθυστερημένη καταγγελία στην Εισαγγελία, είτε για αργοπορημένη επίσκεψη σε διαιτολόγο, είτε για απρόοπτη επίσκεψη σε ψυχολόγο, δεν υφίσταται το γιατί τώρα. Διότι τώρα ένιωσα την ασφάλεια και την ανάγκη να το κάνω, διότι τώρα νοστάλγησα τη σιλουέτα του παρελθόντος μου, διότι τώρα πια, ο κόμπος έφτασε στο χτένι και χρειάζομαι στήριξη ως προς την αντιμετώπισή του. Εσείς, όμως, να απαντάτε «γιατί έτσι», ώστε να χρειάζονται κι εκείνοι ψυχολόγο μετά.
2)Τζάμπα λεφτά, δεν τα λυπάσαι;
30 ευρώ δικά μου μού παρέχουν μία ώρα συνεδρίας. 30 ευρώ δικά σου, απαιτούν αναμονή τουλάχιστον μιας ώρας στην ουρά του Bershka. Στη διάρκεια της ώρας τούτης, εγώ επενδύω στον εαυτό μου, ενώ εσύ επενδύεις στην γκαρνταρόμπα σου. Απολύτως θεμιτά και τα δύο. Μόνο που η δική μου επένδυση είναι επένδυση ζωής, ενώ η δική σου αποτελεί επένδυση μιας σαιζόν, μέχρι να φθαρεί, να τη βαρεθείς ή να απομακρυνθεί από το προνόμιο της μοδός. Μακροχρόνια, λοιπόν, ποιος πιστεύεις θα λυπηθεί πρώτος τις πενταροδεκάρες που «σπατάλησε»;
3)Σιγά μωρέ, τι έχεις και χρειάστηκες να πας σε Ψυχολόγο;
Αδιάκριτους φίλους, η αυθόρμητη απάντησή μου, η οποία εξελίσσεται σε αδιάκριτο περίγυρο, διότι ποτέ δε θα επέλεγα για φίλο μου κάποιον που θα εκμηδένιζε τον ψυχικό μου κόσμο με τόση προκλητικότητα. Εν αναμονή της ερώτησης αυτής, λοιπόν, έχουμε δύο πιθανά σενάρια: του λύνεις την απορία θέτοντάς του όλα αυτά που οδήγησαν σε αυτή σου την απόφαση, κι εκείνος σε συμμερίζεται απόλυτα, ζητά συγγνώμη για την ερώτησή του, και ανακτά ορισμένες πιθανότητες να παραμείνει στο στενό σου κύκλο ή κάνεις ακριβώς το ίδιο, μόνο που εκείνος συνεχίζει να μη βρίσκει τίποτα το τρομερό, ενώ αρχίζει να σου προβάλει 10 περιστατικά χειρότερα από τα δικά σου, ώστε να «νιώσεις καλύτερα». Κι ενώ το πρώτο σενάριο φαντάζει ιδανικό, το δεύτερο -άσε με να σε προετοιμάσω- είναι το πιο σύνηθες. Αν, λοιπόν, δεν επιθυμείς να δεις για τελευταία φορά τον ψυχολόγο σου ως μάρτυρα υπεράσπισής σου στο Κακουργιοδικείο, ξέχνα τα δύο πιθανά σενάρια, κι απάντα κατά συρροή «Γιατί έτσι». Και γιατί έτσι; Διότι αν κάτι μου έμαθε η ψυχανάλυση είναι ότι δε χρωστάς σε όλους μια εξήγηση.
4)Και γιατί να μην πας για εξομολόγηση; Ίδια δουλειά, και δωρεάν.
Διότι αγαπώ το κρέας και απεχθάνομαι τις εξαγνιστικές νηστείες, θα ήταν η αμέσως καταλληλότερη απάντηση του «γιατί έτσι», σε περίπτωση που δεν ήθελες να γίνεις προβλέψιμος. Διότι άλλο η θρησκεία μας και άλλο η επιστήμη, αν είσαι σκεπτόμενος πιστός, και διότι ένας πνευματικός δε μπορεί να μου προσφέρει κάτι χωρίς την πίστη μου, ως άθεος ή αγνωστικιστής, όπως στην περίπτωσή μου. Αναντίρρητα η εξομολόγηση προσφέρει ανακούφιση μέσω της άφεσης, στοχεύει, όμως, στη πρόσκαιρη μετάνοια και όχι τη ρίζα του προβλήματος. Όταν σπάμε κάποιο μέλος του σώματός μας λόγω αφέλειας, δεν πηγαίνουμε στον πνευματικό, ώστε να δείξουμε μετάνοια για την ιδιάζουσα αυτή απροσεξία μας, αλλά στον ορθοπεδικό, ο οποίος θα αναλάβει την επούλωση του κατάγματος. Συνεπώς, όταν πρόκειται για κάποιο τραύμα στην ψυχή μας είναι συνετό να προτιμούμε τη βοήθεια ενός ειδικού.
5)Και καλά, δε μπορούσες να μιλήσεις απλώς σε μένα; Έπρεπε να πληρώσεις άλλον;
Τόσο η οικογένεια όσο και οι φίλοι που επιλέγουμε ως δεύτερη οικογένεια, διαδραματίζουν έναν εξέχοντα ρόλο στη ζωή μας. Είναι οι άνθρωποι που γνωρίζουν τα πάντα -σχεδόν- για εμάς και οι συμβουλές τους μας συνοδεύουν από την αρχή της συνύπαρξής μας. Δε χρήζει, ωστόσο, ο εσωτερικός μας κόσμος πάντοτε φιλικής συμβουλής, αλλά διψά για μια αντικειμενική γνώμη ειδικού, ενός ανθρώπου που θα εστιάσει κατευθείαν στην εστία του επίμαχου ζητήματος, και θα εφαρμόσει τις επιστημονικές του γνώσεις. Πολλά είναι εκείνα που καταπραΰνει μια φιλική συζήτηση σε συνδυασμό με λίγη αλκοόλη και ακαταμάχητη θέα από ψηλά, άλλα τόσο όμως κι εκείνα που πνίγονται χρόνια ολόκληρα κάτω από το χαλί.
Η ψυχική υγεία δε θα έπρεπε να θεωρείτο ούτε προνόμιο πολυτελείας, ούτε καταναλωτική αυθαιρεσία, ούτε τίποτα άλλο υποτυπώδες. Αποτελεί βασική προϋπόθεση της ανθρώπινης εξέλιξης και ολοκλήρωσης κι ως τέτοια θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται. Σταθερά η Ελλάδα στις τελευταίες θέσεις παροχής δωρεάν υπηρεσιών, εν αντιθέσει με τον Δυτικό Ευρωπαϊκό Κόσμο, θα συνεχίσει να έπεται και ως προς τις απαρχαιωμένες αντιλήψεις της. Για κάθε Γιατί τώρα, Γιατί όχι εξομολόγηση, Γιατί δε μίλησες σε μένα, και Γιατί να πας εκεί, λοιπόν, ας συνεχίσουμε να απαντάμε «γιατί έτσι».
Γιατί;
Γιατί έτσι.