12.8 C
Athens
Κυριακή, 17 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΤιμολέων ο Κορίνθιος: Η εκδημοκράτηση της Σικελίας

Τιμολέων ο Κορίνθιος: Η εκδημοκράτηση της Σικελίας


Του Τιμολέοντος Παλαιολόγου,

Στην αρχαία ελληνική ιστορία υπάρχουν πολλά παραδείγματα εξεχόντων προσωπικοτήτων οι οποίες, υπερβαίνοντας εαυτόν, κατόρθωσαν να φέρουν εις πέρας την «αποστολή» τους. Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτελεί ο Τιμολέων. Μολονότι το όνομα του Τιμολέοντος δεν είναι ευρέος διαδεδομένο και δεν τοποθετείται στη συλλογική συνείδηση των Ελλήνων, αυτό δεν αναιρεί τη σημαντική συνεισφορά του τελευταίου στην εξέλιξη της ελληνικής παρουσίας στο χώρο της Μεσογείου τον 4ο αιώνα π.Χ.

Βίος στην Κόρινθο

Ο Τιμολέων γεννήθηκε στην Κόρινθο το 411 π.Χ. από αριστοκρατική οικογένεια. Γονείς του ήταν ο Τιμόδημος και η Δημαρίστη και είχε ένα μεγαλύτερο αδελφό ο οποίος ονομαζόταν Τιμοφάνης. Ο Τιμολέων μεγαλώνοντας άρχισε να κερδίζει το σεβασμό των πολιτών της Κορίνθου όντας ήπιος χαρακτήρας και δίκαιος άνθρωπος, διαπνεόμενος από δημοκρατικά ιδεώδη. Tο 365 π.Χ. o αδελφός του, έχοντας καταλάβει διά της βίας την εξουσία, εγκαθίδρυσε τυραννία στην Κόρινθο. Ο Τιμολέων μανιωδώς επιχείρησε να μεταπείσει τον Τιμοφάνη να καθαιρέσει την τυραννία και να επαναφέρει τη δημοκρατία στην πόλη, πράγμα που δεν κατάφερε. Ως εκ τούτου, μη δυνάμενος να δεχτεί τυραννική εξουσία στην Κόρινθο, συμμετείχε σε συνωμοσία που είχε ως αποτέλεσμα τη δολοφονία του Τιμοφάνη. Αν και πολλοί συμπολίτες του Τιμολέοντος θεώρησαν ότι η πίστη του στη δημοκρατία τον ώθησε σε αυτή την πράξη, εντούτοις κατηγορήθηκε από πολλούς ως αδελφοκτόνος, μεταξύ των οποίων και η ίδια του η μητέρα η οποία τον καταράστηκε. Ο ίδιος συντετριμμένος εγκατέλειψε την Κόρινθο και πέρασε τα χρόνια του στην ύπαιθρο.

Κατάσταση στη Σικελία

Ο Διονύσιος Β΄ το 346 π.Χ., μετά την εξορία του, επέστρεψε και κατέλαβε εκ νέου την εξουσία στις Συρακούσες, υποδουλώνοντας τους εναπομείναντες κατοίκους της, κάποιοι από τους οποίους κατέφυγαν στον τύραννο των Λεοντίνων, Ικέτη, ανακηρύσσοντας τον σε στρατηγό των Συρακουσών. Ο Ικέτης, με πρόσχημα την αποτίναξη των Τυραννιών, αποδέχθηκε το ρόλο και έθεσε εαυτόν ως απελευθερωτή. Παράλληλα, εκείνη την περίοδο, εμφανίστηκε στη Σικελία μεγάλος Καρχηδονιακός στόλος ο οποίος τρόμαξε τους Έλληνες της περιοχής οι οποίοι απέστειλαν πρέσβεις στην Κόρινθο για να ζητήσουν βοήθεια. Οι Κορίνθιοι, που μεριμνούσαν πάντοτε για την ασφάλεια των αποικιών τους, συμφώνησαν και έθεσαν σε ψηφοφορία ποιος έπρεπε να ηγηθεί της αποστολής. Στο συμβούλιο των Κορινθίων για την ηγεσία της εκστρατείας στη Σικελία, κάποιος ανέφερε το όνομα του Τιμολέοντος και έτσι, αποφασίστηκε να ηγηθεί εκείνος της αποστολής. Έτσι ο Τιμολέων, έχοντας στη διάθεση του επτά Κορινθιακά, δύο Κερκυραϊκά και ένα Λευκαδίτικο πλοίο, απέπλευσε προς την Ιταλία.

Διονύσιος Β΄. Πηγή εικόνας: wikimedia.org

Η Εκστρατεία

Καθοδόν προς την Ιταλία, οι Κορίνθιοι πρόσδεσαν στο Ρήγιο της Καλαβρίας και συνάντησαν απεσταλμένους του Ικέτη, οι οποίοι είχαν σταλεί με σκοπό να εξαγοράσουν τον Τιμολέοντα προκειμένου να επιστρέψει στην Κόρινθο. Παράλληλα, είκοσι Καρχηδονιακές τριήρεις παραμόνευαν, έτσι ώστε να παρακολουθήσουν την εξέλιξη των συζητήσεων. Ο Τιμολέων συμφώνησε και ζήτησε να γίνει η συζήτηση στην εκκλησία του δήμου, προκειμένου να είναι εξασφαλισμένοι και αυτός και εκείνοι έχοντας ως μάρτυρες τον λαό του Ρηγίου. Έτσι, σε πλήρη συνεννόηση με τους Ρηγίνους στρατηγούς, εξαπάτησε τους πρέσβεις κατά τη διάρκεια του απόπλου των Κορινθιακών τριήρεων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι Κορίνθιοι έφτασαν στο Ταυρομένιο της Σικελίας, όπου ο άρχων της πόλης, Ανδρόμαχος, τους υποδέχθηκε και τους προέτρεψε να διατηρήσουν το ορμητήριο του στόλου εκεί.

Εντελώς τυχαία, όταν ο Τιμολέων, μαζί με 1.200 περίπου στρατιώτες, έφτασε έξω από το Άδρανο, συνάντησε τις δυνάμεις του Ικέτη οι οποίοι εκείνοι τη στιγμή προετοίμαζαν το γεύμα τους και ξεκουράζονταν. Χωρίς δεύτερη σκέψη ο Τιμολέων επιτέθηκε στους 5.000 στρατιώτες του Ικέτη, σκοτώνοντας 300 και αιχμαλωτίζοντας τους διπλάσιους. Η νίκη αυτή του Τιμολέοντος ερμηνεύθηκε ως θεϊκή παρέμβαση και τον ευνόησε ανεπανάληπτα. Οι άρχοντες σταδιακά συμμαχούσαν μαζί του και ο ίδιος ο Διονύσιος παρέδωσε την ακρόπολη των Συρακουσών και το στρατό του στην Κόρινθο παραχωρώντας την στον Τιμολέοντα.

Την ίδια στιγμή ο Ικέτης, αφού απέτυχε η απόπειρα δολοφονίας του Τιμολέοντος που είχε σχεδιάσει, κάλεσε τον Καρχηδόνιο στρατηγό Μάγωνα ο οποίος κατέφθασε στο Λιμάνι των Συρακουσών με 150 πλοία και 60.000 πεζούς στρατιώτες. Αυτοί κινήθηκαν εναντίον της Κατάνης, όπου και είχαν στρατοπεδεύσει οι Κορίνθιοι. Και ενόσω ο Ικέτης όδευε προς την Κατάνη, οι πολιορκούμενοι Έλληνες στην ακρόπολη έκαναν αιφνιδιαστική επίθεση στους εναπομείναντες, αναγκάζοντας έτσι τον Ικέτη να επιστρέψει πίσω. Ο αναβρασμός που υπήρχε μεταξύ των Ελλήνων μισθοφόρων των Καρχηδόνιων, που κατηγορούνταν για προδοσία, ανάγκασε το Μάγωνα να επιστρέψει με το στρατό στην Καρχηδόνα.

Ο Ικέτης παρέμεινε για να αντιμετωπίσει τους Κορίνθιους οι οποίοι την επόμενη μέρα τον κατατρόπωσαν. Ο Τιμολέων καταλαμβάνει θριαμβευτικά την πόλη και ανακοινώνει την καταστροφή των τυραννικών συμβόλων στην ακρόπολη. Συνάμα, αποστέλλει στην Κόρινθο επιστολή στην οποία αναφέρει ότι οι Καρχηδόνιοι θα εκστρατεύσουν την επόμενη άνοιξη και ζητάει να σταλούν εποικιστές για να κατοικήσουν τις, σχεδόν, έρημες (από τους μακροχρόνιους εμφύλιου και πολέμου) Συρακούσες. Συνολικά, συγκεντρώθηκαν περί τους 60.000 κατοίκους (50.000 από την Ιταλία και 10.000 εστάλησαν από την Κόρινθο). Με αυτό τον τρόπο, ο Τιμολέων κατόρθωσε να ζωντανέψει την πόλη και να φέρει σημαντικά έσοδα στο άδειο δημόσιο ταμείο.

Πηγή εικόνας: wikimedia.org

Μάχη στον Κριμησό Ποταμό

Οι Καρχηδόνιοι αποβιβάστηκαν τότε στο Λιλύβαιο με ένα σώμα 70.000 στρατιωτών, με αρχηγούς τον Αμίκλα και τον Ασδρούβα, προκειμένου να εκδιώξουν τους Έλληνες από τη Σικελία. Οι Συρακούσιοι έντρομοι πληροφορήθηκαν τον αριθμό των Καρχηδονίων και μονάχα 3.000 παρουσιάστηκαν υπό τη διοίκηση του Τιμολέοντος για να αντιμετωπίσουν τους βαρβάρους. Περίπου χίλιοι από τους μισθοφόρους μάλιστα, εγκατέλειψαν το στράτευμα θεωρώντας ότι ο γέρος σε ηλικία, Τιμολέων είχε τρελαθεί. Έτσι ο Τιμολέων, διαθέτοντας συνολικά 5.000 οπλίτες και 1.000 ιππείς, άρχισε πορεία προς τον Κριμησό ποταμό, εκεί όπου πληροφορήθηκε ότι βρίσκονταν οι Καρχηδόνιοι. Ανεβαίνοντας το λόφο πριν από τον ποταμό, οι στρατιώτες εξέλαβαν ως κακό οιωνό τα μουλάρια που κουβαλούσαν σέλινα, διότι είναι σύνηθες στεφάνια από σέλινο να εναποθέτουν στους νεκρούς. Ο Τιμολέων άμεσα ερμήνευσε ως θετικό το σημάδι, καθότι στα Ίσθμια οι νικητές στολίζονταν με στεφάνι από σέλινο και κατασκευάζοντας επί τόπου στεφάνι από σέλινο, το φόρεσε, πρώτα ο ίδιος και έπειτα οι στρατιώτες του.

Τη στιγμή που οι Καρχηδόνιοι επιχειρούσαν να διαβούν τον ποταμό εντελώς άτακτα και ανοργάνωτα, με πρώτα στην παράταξη τα τέθριππα και έπειτα τους 10.000 λευκάσπιδες Καρχηδόνιους, ο Τιμολέων διέταξε τους ιππείς του να επιτεθούν προκειμένου να αποδιοργανώσει τους εχθρούς και παράλληλα, να ωθήσει όλη την παράταξη σε επίθεση. Και ενώ η μάχη εξελισσόταν, ξεσπάει εν μέσω καλοκαιριού μία τρομερή χαλαζόπτωση η οποία πέτυχε τους Έλληνες στα νώτα και τους Καρχηδόνιους κατά μέτωπον εμποδίζοντάς τους και βαραίνοντας τις πανοπλίες τους κάνοντάς τους δυσκίνητους. Έτσι, πάνω στη σύγχυση, άλλοι έπεφταν στον ποταμό και τους παρέσερνε και άλλοι κολλούσαν στις λάσπες και δεν μπορούσαν να φύγουν. Οι Καρχηδόνιοι έχασαν 10.000 στρατιώτες -μεταξύ των οποίων και 3.000 Καρχηδόνιοι πολίτες- ενώ οι Έλληνες αιχμαλώτισαν περίπου 15.000 στρατιώτες. Τα πλούτη που συσσωρεύθηκαν ήταν τόσα πολλά, ώστε ο Τιμολέων απέστειλε λάφυρα σε όλες τις ελληνικές πόλεις της Σικελίας και τα ωραιότερα στην Κόρινθο.

Ο Τιμολέων, αφού εξασφάλισε την ελευθερία και την ευημερία της Σικελίας, υποδειγματικά, αποσύρθηκε με την οικογένειά του σε ένα αγρόκτημα που του παραχώρησε ο δήμος των Συρακουσών όπου και πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του, χωρίς να εμπλακεί στα δημόσια αξιώματα.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Πλούταρχος, «Βίοι Παράλληλοι», τόμος 10ος Τιμολέων-Αιμίλιος Παύλος, Εκδόσεις Κάκτος 1993
  • Claud Mosse, Annie Schnapp-Gourbeillon, «Επίτομη Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας 2.000-31 π.Χ.», Μετάφραση Λυντία Στεφάνου, Εκδόσεις Δ.Ν. Παπαδήμα, 2015
  • Ulrich Wilcken, «Αρχαία Ελληνική Ιστορία», μετάφραση Ιωάννης Τουλουμάκος, Εκδόσεις Δέσποινα Κυριακίδη 2015

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Τιμολέων Παλαιολόγος
Τιμολέων Παλαιολόγος
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 2001 όπου και μεγάλωσε. Είναι προπτυχιακός φοιτητής του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και λάτρης της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Ενδιαφέρεται για τις εξελίξεις στον ευρωπαϊκό χώρο και δη για την ελληνική εξωτερική πολιτική. Του αρέσει να ταξιδεύει στο εξωτερικό και να γνωρίζει νέους λαούς.