Της Θεοδώρας Κρέπη,
Στην περίοδο της Αναγέννησης, βασική επιδίωξη των ουμανιστών ήταν η “restitutio antiquitatis”, δηλαδή η αναζήτηση και η αναβίωση της αρχαιότητας. Γι’ αυτόν το λόγο άλλωστε, πολλοί ήταν οι λόγιοι που συνέλεγαν (συχνά μανιωδώς) αρχαία χειρόγραφα και έργα τέχνης.
Ωστόσο, για έναν έμπορο από την Ανκόνα, η απλή ενατένιση της αρχαιότητας από μακριά δεν ήταν αρκετή. Στόχος του έγινε η αυτοψία των σημαντικότερων μνημείων και των τόπων που είχαν γεννήσει όλες αυτές τις κυρίαρχες στην εποχή του φιλοσοφικές αντιλήψεις, ή τα λογοτεχνικά έργα που με ενθουσιασμό διαβάζονταν από τους ουμανιστές. Κάπως έτσι, ξεκίνησε τα ταξίδια του ο Κυριακός ο Αγκωνίτης.
Οι χρονολογίες που αφορούν στη γέννηση και στο θάνατό του είναι αμφισβητούμενες, όπως και οι χρονολογίες των ταξιδιών του. Αυτό οφείλεται εν πολλοίς στο ότι δεν υπάρχουν παρά ελάχιστες πληροφορίες, καθώς τα χειρόγραφα του Κυριακού (με τον τίτλο Commentaria, δηλαδή Υπομνήματα) χάθηκαν στη φωτιά που ξέσπασε το 1514 στη βιβλιοθήκη της οικογένειας Sforza στο Pesaro, όπου και φυλάσσονταν. Τα λίγα σπαράγματα του έργου του που φτάνουν ως τις μέρες μας, αλλά και η βιογραφία του από το φίλο του Francesco Scalamonti, είναι οι μοναδικές μας πηγές για τη ζωή και τα ταξίδια του.
Ο Κυριακός, το πραγματικό όνομα του οποίου είναι Ciriaco de’ Pizzicolli γεννήθηκε στα τέλη του 14ου αιώνα, με επικρατέστερη τη χρονολογία 1391. Καταγόταν από μια οικογένεια εμπόρων της Ανκόνας (εξού και η προσωνυμία «Αγκωνίτης») και εκπαιδεύτηκε, ώστε να γίνει κι εκείνος έμπορος. Η ιδιότητα αυτή του έδωσε τη δυνατότητα να ταξιδέψει στην Ιταλία και σε άλλα μέρη της ανατολικής Μεσογείου. Γνώριζε, πέρα από την ιταλική, και την τουρκική, η οποία του ήταν απαραίτητη για τις εμπορικές επαφές του με τους Οθωμανούς. Επιπλέον, ήταν αυτοδίδακτος στα αρχαία ελληνικά και στα λατινικά, τα οποία είχε μάθει με οδηγούς τον Όμηρο και το Βιργίλιο αντίστοιχα.
Χάρη στην παιδεία του, αλλά και στη μελέτη των ρωμαϊκών μνημείων της Ανκόνας, είχε αποκτήσει αρχαιοδιφικά ενδιαφέροντα τα οποία διευρύνονταν με τον καιρό, εν μέρει και λόγω των ταξιδιών του. Από το 1412, χρονολογία στην οποία τοποθετείται το πρώτο του ταξίδι στην Αίγυπτο, μέχρι και το θάνατό του, μάλλον το 1452 ή 1453, ταξίδεψε στην Ιταλία, τη Δαλματία, την Κύπρο, τη Μικρά Ασία, την Κωνσταντινούπολη, τα νησιά του Αιγαίου, την Κρήτη και την ηπειρωτική Ελλάδα, αρχικά ως έμπορος, και έπειτα με στόχο την εξερεύνηση και την επαφή με αρχαία μνημεία. Στη διάρκεια των ταξιδιών του αυτών, πέρα από τη συλλογή χειρογράφων για τους ουμανιστές της Ιταλίας (βασικά για να χρηματοδοτήσει τα ταξίδια του καθώς στην πορεία εγκατέλειψε το επάγγελμα του εμπόρου και αφιερώθηκε αποκλειστικά στα ταξίδια με αρχαιολογικό χαρακτήρα), ασχολήθηκε με το σχεδιασμό αρχαίων μνημείων.
Ανάμεσα σε αυτά, τα πιο γνωστά του σχέδια ήταν αυτά της Ακρόπολης (μάλιστα ο Κυριακός ήταν ο πρώτος περιηγητής που αποκάλεσε την Ακρόπολη με αυτό το όνομα), του Ολυμπιείου, της Πύλης του Αδριανού αλλά και της Αγίας Σοφίας. Τα σχέδια αυτά μπορεί να μην είναι απόλυτα ακριβή, αλλά σώζουν τη μορφή των μνημείων που απεικονίζουν κατά το 15ο αιώνα. Τα σχέδια συνόδευαν σημειώσεις του Κυριακού που αφορούσαν στις λεπτομέρειες του ταξιδιού του και στις δραστηριότητές του. Άλλο ένα έργο στο οποίο ο Κυριακός αφιερώθηκε με ζήλο, ήταν η αντιγραφή επιγραφών που συνόδευαν τα μνημεία που επισκεπτόταν. Ειδικά σε αυτόν τον τομέα, η συμβολή του είναι άκρως σημαντική, καθώς ένας μεγάλος αριθμός αυτών των επιγραφών έχουν σήμερα χαθεί, όπως για παράδειγμα συμβαίνει με την επιγραφή του μνημείου του Φιλοπάππου.
Χάρη στην αρχαιοδιφική του ικανότητα, ο Κυριακός ήταν περιζήτητος συνομιλητής και διατηρούσε φιλικές σχέσεις με πολλούς από τους γνωστότερους ουμανιστές της εποχής του, όπως με το Francesco Filelfo, Niccolo de Niccoli, Μανουήλ Χρυσολωρά και Gabriele Condulmer (μετέπειτα πάπας Ευγένιος Δ΄, ο οποίος μάλιστα ήταν και προστάτης του Κυριακού), αλλά και με ηγεμόνες, όπως με τον Κοσμά των Μεδίκων. Η πιο σημαντική ίσως όμως, γνωριμία του ήταν αυτή με το Γεώργιο Πλήθωνα Γεμιστό, τον οποίο συνάντησε το 1448 στην επίσκεψή του στο Μυστρά (τον οποίο λανθασμένα ταύτιζε με την αρχαία Σπάρτη).
Μια ανεπιβεβαίωτη μαρτυρία θέλει τον Κυριακό, την παραμονή της άλωσης της Κωνσταντινούπολης, στο πλευρό του Μωάμεθ του Πορθητή. Αυτή η πληροφορία δεν γνωρίζουμε κατά πόσο ευσταθεί. Αν θεωρήσουμε ως χρονολογία θανάτου του Κυριακού το έτος 1452, τότε αυτό είναι αδύνατο. Ακόμα κι αν όμως, υποθέσουμε ότι ζούσε όταν κατελήφθη η Κωνσταντινούπολη από τους Οθωμανούς, είναι μάλλον απίθανο να επέδειξε τέτοια στάση, δεδομένης της πρότερης συμπεριφοράς του.
Το ερώτημα που γεννιέται είναι το εξής: ποιο ήταν το κίνητρο του Κυριακού; Γιατί να αφήσει το επάγγελμά του και να ξεκινήσει μια περιπλάνηση στην ανατολική Μεσόγειο; Η απάντηση του ίδιου του Κυριακού ήταν εύγλωττη: στόχος του ήταν να «αναστήσει τους νεκρούς», να φέρει στο φως όλα εκείνα που στις μέρες του θεωρούνταν νεκρά και χαμένα. Η επιδίωξή του αυτή είναι πλήρως σύμφυτη με το βασικό αίτημα των ουμανιστών της Αναγέννησης, για “restitutio antiquitatis”.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Burckhardt, J., The civilization of the renaissance in Italy, translated by S. G. C. Middlemore, London: George Allen & Unwin Ltd., 1878, σ. 181-182.
- Λαμπράκη-Πλάκα, Μ., Ιταλική Αναγέννηση: Τέχνη και κοινωνία -Τέχνη και αρχαιότητα, Αθήνα: Καστανιώτη, 2004, σ. 62-63.
- Stoneman, R., Αναζητώντας την Κλασική Ελλάδα, μτφ. Αγγελομάτη-Τσουγκαράκη, Ε., επιμ. Φιλιπποπούλου, Α., β΄ έκδοση, Αθήνα: ΜΙΕΤ, 2008, σ. 45-66.
- Symmonds, J. A., Renaissance in Italy, vol. 1 & 2, New York: Henry Holt & Company, 1888, σ. 113-114.