Της Ελένης Μακράκη,
Η διεκδίκηση των γυναικείων δικαιωμάτων διαπερνά κάθε ιστορική περίοδο και συνεχίζεται, στοχεύοντας στην οριστική εξάλειψη της πατριαρχίας. Ιστορικά, στις 5 Φεβρουαρίου 1930, με Προεδρικό Διάταγμα, οι εγγράμματες Ελληνίδες άνω των τριάντα ετών αποκτούν το δικαίωμα της ψήφου στις τοπικές εκλογές. Δεν ήταν το πρώτο Διάταγμα με σχετικό περιεχόμενο, αλλά το πρώτο που εφαρμόστηκε και αυτό οφείλεται στους αγώνες των φεμινιστριών του Μεσοπολέμου.
Είναι η εποχή που ιδρύονται γυναικείες οργανώσεις, όπως το «Εθνικό Συμβούλιο Ελληνίδων» και ο προοδευτικότερος «Σύνδεσμος για τα Δικαιώματα της Γυναίκας», που απαρτίζεται από σπουδαίες προσωπικότητες, όπως η Ελένη Ουράνη, γνωστή ως Άλκης Θρύλος και η Αύρα Θεοδωροπούλου. Αυτές παίρνουν τη σκυτάλη από το «Λύκειο των Ελληνίδων» της Καλλιρρόης Παρρέν, που επιβιώνει, χάνοντας όμως το φεμινιστικό του χαρακτήρα
Παρά τις αντιθέσεις τους, οι οργανώσεις έχουν ως κοινό στόχο την ισότητα των φύλων. Οι αγώνες εντείνονται ιδιαίτερα μετά τη δικτατορία του Πάγκαλου. «Αντικρύζομε με χαρά και ανακούφιση το λυτρωμό των αντρών από τη σκλαβιά της δικτατορίας. Περιμένομε όμως, απ’ αυτούς τους ίδιους να αναγνωρίσουν τα πολιτικά δικαιώματα της γυναίκας… Τότε, μονάχα τότε, θα καταλυθεί και για τη γυναίκα το καθεστώς της δικτατορίας», έγραφε το 1926 ο «Αγώνας της Γυναίκας». Οι πρώτες δημόσιες συγκεντρώσεις για την απόδειξη της γυναικείας συνείδησης πραγματοποιούνται το 1928 στο θέατρο «Απόλλων» και το 1929 στο θέατρο «Κεντρικόν».
Το κίνημα δεν ενδιαφέρεται για απόψεις, όπως του πολιτικού Μιχαήλ Γαλανού, ο οποίος έλεγε για τη γυναικεία ψήφο: «Πρόκειται, προφανέστατα, περί είδους μανίας και ψυχώσεως. Αλλ’ εις τας προπαγανδιστρίας τοιούτων μολύνσεων δύνανται να ανοιχθούν φιλανθρώπως άλλα ιδρύματα, όχι όμως, οι οίκοι των φρονίμων ανθρώπων, ουδέ αι Βουλαί φρονίμων κρατών». Οι ενστάσεις δε της εκκλησίας και κάποιων επιστημόνων που υποτιμούν τις δυνατότητες τις γυναίκας λόγω των ψυχολογικών ταραχών κατά τη διάρκεια της έμμηνου ρήσης, άφηναν τις τελευταίες παγερά αδιάφορες. Τα ουσιαστικά ζητήματα ήταν ο ατομικισμός των Ελληνίδων και η θεωρία που τις ήθελε να εγκαταλείπουν το νοικοκυριό, εάν αποκτούσαν δικαιώματα. Στις εκλογές του Φεβρουαρίου του 1934, τα ποσοστά των γυναικών που ψήφισαν ήταν πραγματικά χαμηλά. Στα χρόνια που ακολουθούν οι προσπάθειες ενδυνάμωσης του κινήματος προσκρούουν στην αναπόφευκτη προσκόλληση των οργανώσεων στα κόμματα και τις αγεφύρωτες μεταξύ τους διαφορές. Η Δικτατορία του Μεταξά δίνει τέλος στον Σύνδεσμο, ενώ το Εθνικό Συμβούλιο Γυναικών παραμένει ζωντανό με τεχνητή υποστήριξη, αφού τα ζωτικά όργανα της διεκδίκησης δε λειτουργούν.
Στην Αντίσταση, ο αντιφασιστικός αγώνας αποτελεί απόλυτη προτεραιότητα. Οι γυναίκες, ωστόσο, έχουν ενεργό ρόλο στην απελευθέρωση της χώρας. Έτσι, την Άνοιξη του 1944, με απόφαση της Κυβέρνησης του Βουνού (Πράξη 6/13-3-1944), οι γυναίκες αποκτούν το δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι, σε επίπεδο εθνικών εκλογών με σκοπό την ανάδειξη του Εθνικού Συμβουλίου, στο οποίο τελικά συμμετείχαν πέντε γυναίκες. Μετά τα ταραχώδη γεγονότα που ακολούθησαν, τα πολιτικά δικαιώματα των γυναικών κατοχυρώθηκαν νομικά το 1952, ύστερα από εξωτερικές, κυρίως, πιέσεις. Εντούτοις, η θεωρία ότι η γυναίκα είναι υποδεέστερη του ανδρός έχει παγιωθεί στην κοινωνία και οι αγώνες του Μεσοπολέμου βρίσκονται στη λήθη, έχοντας, όμως, αφήσει το στίγμα τους.
Η νομική κατοχύρωση δεν αρκεί, αφού η κοινωνία έχει ακόμα δρόμο για την κατάρριψη της πατριαρχίας. Η γυναικεία συμμετοχή στα κοινά δεν έχει καταστεί ουσιαστικά ισότιμη με εκείνη των ανδρών. Έγγραφο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (Μάρτιος 2019) αναφέρει ότι «ο δρόμος για την επίτευξη της ισότητας των γυναικών στην τοπική και περιφερειακή διακυβέρνηση είναι ακόμα μακρύς». Τα στερεότυπα που θέλουν τη γυναίκα Μαίρη Παναγιωταρά, μάνα, εργαζόμενη, νοικοκυρά, ερωμένη και σωστή κυρία, που δεν μιλά, καλά κρατούν. Ακόμη, τα μισθολογικά κενά, η έμφυλη βία, η σεξουαλική κακοποίηση, είναι εδώ, όπως και οι φράσεις τύπου «Τι φορούσες;», «Τον προκάλεσες», «Μην είσαι υπερβολική» που υπονοούν πως η γυναίκα προκαλεί τον βιασμό της.
Προκαλεί τον βιασμό της.
Οι πρόσφατες αποκαλύψεις συμβάλλουν στην πάταξη του-προερχόμενου από το φαλλοκρατικό σύστημα-φόβου. Πλησιάζει η στιγμή που θα φοβούνται οι θύτες και οι εν δυνάμει θύτες, η στιγμή που οι γονείς δεν θα αγωνιούν για το αν το κορίτσι τους κινδυνεύει, αλλά θα μαθαίνουν στα παιδιά τους, αγόρια-κορίτσια, να σέβονται την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Γιατί τώρα;
Γιατί τώρα «η φωνή της γυναίκας, παράπονο, θρήνος, διαμαρτυρία, γεμίζει την ατμοσφαίρα, κι ολοένα γίνεται πιο δυνατή και πιο επίμονη. […] Το κίνημα της γυναίκας δεν είναι τώρα το δειλό και ντροπιασμένο άπλωμα του χεριού που ζητιανεύει. […] Όμοια μ’ ένα ποτάμι, που αθώρητα πληθαίνουν τα νερά του κάτω από τη γη, ξεχύθηκε τώρα κι απλώθηκε στον κόσμον όλο. Ο βουβός πόνος έγινε δύναμη, έγινε θέληση νικήτρα, που την έθρεψαν αιώνες ολόκληροι· το κρυφό παράπονο κι ο θρήνος θα γίνουν γρήγορα θριαμβευτικός αλαλαγμός.» (Αύρα Θεοδωροπούλου, 1920).
Ο φεμινισμός δεν είναι θυματοποίηση, αλλά αγώνας. Η καταγγελία της βίας κατά των γυναικών δεν είναι μόδα, αλλά το κύμα που έρχεται για να ταράξει τα νερά της καθωσπρέπει κοινωνίας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Αβδελά Ε. και Ψαρρά Α. (1985). Ο Φεμινισμός στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου, Αθήνα, Εκδόσεις Γνώση, σσ. 13-73, 93-97
- Παντελίδου-Μαλούτα, Μ. (1989). Οι Ελληνίδες και η ψήφος: το φύλο της ψήφου και η ψήφος του γυναικείου φύλου. Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, σσ. 9
- European Parliament, Women in local and regional government_Still a long way from achieving party, Μάρτιος 2019, EPRS_BRI (2020)