Της Εύας Πάντελη,
«Όσο περισσότερο καταλαβαίνεις τον εαυτό σου τόσο περισσότερο καταλαβαίνεις τον κόσμο.», Πάολο Κοέλιο. «Αν διαφεύγεις την επίκριση των άλλων, μην ελπίσεις να διαφεύγεις την δική σου.», Βολτέρος. «Η μόνη γόνιμη περιφρόνηση είναι εκείνη που αφορά τον εαυτό μας, γιατί έτσι μπορούμε να τον υπερβούμε και να τον ξαναπλάσουμε.», Φρίντριχ Νίτσε. «Η σωφροσύνη – η αδιαφορία για τα ασήμαντα και ο συνετός ζήλος για τα σπουδαία πηγάζει μόνο απ’ την αληθινή γνώση, η οποία στηρίζεται στην αυτογνωσία.», Πλάτωνας.
Τι κοινό έχουν τα παραπάνω αποφθέγματα; Αν αναλογισθούμε το περιεχόμενο τους, θα διαπιστώσουμε πως οι «δημιουργοί» τους, αυτοί οι τόσο διαφορετικοί άνθρωποι -οι οποίοι έχουν επηρεαστεί εξίσου από διαφορετικές εξωτερικές συνθήκες ανάλογα με την εποχή την οποία έζησαν ή ζουν, καθώς και από άλλους παράγοντες- ενσωμάτωσαν μέσα σε κάποια από αυτά δύο συγκεκριμένες έννοιες: της αυτοκριτικής και της αυτογνωσίας. Αυτές οι δύο έννοιες, όπως και το πώς μέσα από αυτές μπορούμε να φτάσουμε στην «αυτοβελτίωση», αποτελούν τον θεματικό άξονα του συγκεκριμένου άρθρου.
Ας ξεκινήσουμε από αυτό: η αυτοκριτική είναι πολύτιμη, το ίδιο και η αυτογνωσία. Είναι πολύ σημαντικό, ιδιαίτερα στη σύγχρονη εποχή, όπου όλα κρίνονται λίγο πιο εύκολα, για παράδειγμα μέσω των social media, εμείς να έχουμε μία δική μας άποψη και κρίση για τον εαυτό μας. Φυσικά, οι λόγοι που είναι τόσο καίριο να προσπαθούμε καθημερινά να κάνουμε μία προσωπική ενδοσκόπηση, δεν είναι μόνο να «προφυλαχθούμε» από τους άλλους γύρω μας. Προς το παρόν, ας δούμε πώς ακριβώς η προσπάθεια για αυτοκριτική, αλλά και αυτογνωσία, ωφελεί εμάς τους ίδιους. Με την αυτοκριτική, μπορεί κανείς να «εξισορροπεί» και κατά κάποιο τρόπο να έχει καλύτερο έλεγχο των πράξεων του, καθώς και τον αντίκτυπο που, ίσως έχουν, πάνω του. Δηλαδή, δίνεται η δυνατότητα κατά την διαδικασία άσκησης κριτικής στον «εαυτό» μου, να «ζυγίσω» κατά μία έννοια τον «απόηχο» των πράξεων μου και έτσι, στον βαθμό που και αν μου επιτρέπεται, να αποφύγω τις «κακές για μένα» συνέπειες, επιδιώκοντας τις βέλτιστες. Επίσης, θα μπορούσε κάποιος να πει ότι η αυτοκριτική συνδέεται -κατά μία έννοια- αλληλένδετα με την αυτογνωσία. Αυτό συμβαίνει, καθώς μέσω της κριτικής προς τον εαυτό μας, μαθαίνουμε και τις «πλευρές» αυτού. Έτσι, «γνωρίζω» τα χαρακτηριστικά γνωρίσματά μου, από μία άλλη οπτική, και αυτό πιθανόν να μου προσφέρει και μία μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και σιγουριά σε όλες τις πτυχές της ζωής μου.
Αυτές, οι «βέλτιστες συνέπειες» δια μέσου της αυτοκριτικής και της αυτογνωσίας, «οδηγούν» και στην αυτοβελτίωση, η οποία μπορεί να καθοδηγήσει με την σειρά της, στο να γίνω ο «βέλτιστος άνθρωπος/έκδοση» του εαυτού μου. Η αυτοβελτίωση, εν συνεχεία, έχει και εκείνη ένα πολύ βασικό ρόλο στην πρόοδό σε πολλούς τομείς, όπως στην ψυχολογική διάθεση, αλλά μέχρι και στην επαγγελματική καριέρα και τις σχέσεις κάποιου με τα υπόλοιπα μέλη της κοινωνίας. Ξανά εδώ, από μία άλλη σκοπιά, η αυτοκριτική-αυτογνωσία-αυτοβελτίωση, έχει οφέλη και πέρα από την προσωπική οντότητα. Όντας πολίτες, πρέπει να καταλαβαίνουμε πως η δική μας η ύπαρξη, επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό και ολόκληρη την κοινωνία. Αυτό και μόνο καταδεικνύει την σημασία των τριών παραπάνω όρων, οι οποίοι και πρέπει να γίνει προσπάθεια να ενταχθούν στην καθημερινότητα όλων μας, γιατί ο κάθε «βέλτιστος του εαυτού του» άνθρωπος είναι αυτός που θα κάνει και την κοινωνία «καλύτερη».
Ακόμη, πρέπει να γίνει κατανοητό από όλους ότι η διαδικασία της αυτοκριτικής, χρειάζεται ιδιαίτερο χειρισμό από εμάς για εμάς, διότι η υιοθέτηση των άκρων, είτε δηλαδή η «βαριά» κριτική είτε η «ελαφριά/αδιάφορη», μπορεί να μας ωθήσει σε ακριβώς αντίθετα από τα επιθυμητά αποτελέσματα. Έτσι, έχοντας στον νου ότι αυτή η διαδικασία/προσπάθεια δεν είναι εύκολη, όμως αξίζει να επιτελεστεί, ας την αρχίσουμε από αύριο.