Της Σοφίας–Δυσσελίας Λίτσα,
Ο Κωνσταντίνος Καβάφης ανήκει σε εκείνη την κατηγορία των ανθρώπων που δεν μπορείς να τους περιγράψεις με μία μόνο λέξη. Τελειομανής. Αιρετικός. Ιδιοφυής. Αμφιλεγόμενος. Όλα αυτά μαζί. Μα πάνω απ’ όλα, περήφανος.
Για τον κάθε άνθρωπο, η αξιοπρέπεια αποτελεί κάτι το διαφορετικό. Για κάποιους συνιστά φάρο ζωής που τους δείχνει ποιο δρόμο να ακολουθήσουν, για άλλους αποτελεί απλώς ένα σεβαστό και νομικά κατοχυρωμένο δικαίωμα, ενώ για πολλούς -δυστυχώς- πρόκειται για μια λέξη άγνωστη. Για τον Κωνσταντίνο Καβάφη η αξιοπρέπεια αποτελούσε τον πυρήνα της ηθικής του, πυρήνα που μέσω της πένας του επιδίωξε -και κατ’ εμέ το κατάφερε- να τον αναδείξει ως στοιχείο απαραίτητο για τον χαρακτήρα του ανθρώπου. Παρακάτω θα γίνει προσπάθεια να καταδειχθεί η τεράστια αξία που προσδίδει ο Καβάφης στην έννοια της αξιοπρέπειας, μέσα από πολύ γνωστά έργα του.
ΑΠΟΛΕΙΠΕΙΝ Ο ΘΕΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΝ
Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, τον Αύγουστο του 30 π.Χ., το τελευταίο βράδυ πριν από την είσοδο του Οκτάβιου στην Αλεξάνδρεια, ο παλιός του φίλος και νυν εχθρός, ο Αντώνιος, ακούει κάτω από το παράθυρό του τον θόρυβο ενός «αοράτου θιάσου». Η ερμηνεία που δόθηκε ήταν ότι επρόκειτο για τον Θεό Διόνυσο, ο οποίος εγκατέλειπε τον -έως τότε προστατευόμενό του- Αντώνιο («ἐδόκει δὲ τοῖς ἀναλογιζομένοις τὸ σημεῖον ἀπολείπειν ὁ θεὸς Ἀντώνιον»). Από τη φράση αυτή, το 1911, ο Κωνσταντίνος Καβάφης εμπνέεται και τιτλοφορεί το ομώνυμο ποίημά του. Στο ποίημα αυτό, ο Καβάφης παραδίδει μαθήματα αξιοπρέπειας, όχι μόνο στον Αντώνιο, αλλά και στον κάθε αναγνώστη. Ο Καβάφης προτρέπει τον Αντώνιο να μην θρηνήσει ανώφελα την τύχη του που τον εγκαταλείπει («τὴν τύχη σου ποῦ ἐνδίδει πιά, τὰ ἔργα σου ποῦ ἀπέτυχαν… μὴ ἀνοφέλετα θρηνήσεις»), αλλά, αντιθέτως, «σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος» να αποχαιρετήσει την Αλεξάνδρεια που φεύγει, να αποδεχθεί την ήττα του, όντας περήφανος για όσα έζησε και κατάφερε στην όμορφη αυτή πόλη. Ο Καβάφης γνωρίζει πολύ καλά, ενδεχομένως και εξ’ ιδίας πείρας, ότι στις στιγμές απώλειας και ήττας αποκαλύπτεται ο πραγματικός μας εαυτός. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο καλεί τον Αντώνιο και κατ’ επέκταση τον καθένα μας να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, χωρίς να λιποψυχήσει, να φανεί αντάξιος του ονόματός του, ακόμα και όταν έρχεται αντιμέτωπος με τη μεγαλύτερη συμφορά.
ΟΣΟ ΜΠΟΡΕΙΣ
Δύο χρόνια μετά, το 1913 (κατ’ άλλους το 1905), ο Καβάφης γράφει ακόμα ένα μεγάλο ποίημά του, που θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε ως «σύντομο εγχειρίδιο βίου». Στο ποίημα «Όσο Μπορείς», ο Καβάφης συμβουλεύει τον κάθε αναγνώστη αλλά και τον ίδιο του τον εαυτό αρχικά να ζει τη ζωή του όπως τη θέλει. Αν για κάποιον λόγο αυτό δεν καταστεί εφικτό, παραινεί τον αναγνώστη να προσπαθήσει τουλάχιστον να μην την εξευτελίζει. Ο Καβάφης ουσιαστικά συμβουλεύει τους ανθρώπους να αποφεύγουν τα ανούσια και περιττά της καθημερινότητας, όσα δηλαδή προκαλούν πνευματική καθίζηση, καθώς όλα αυτά είναι ικανά να επιφέρουν αποξένωση του ατόμου ακόμα και από τον ίδιο του τον εαυτό («Ως που να γίνει σα μια ξένη, φορτική»). Δεν είναι λίγοι εκείνοι που τον κατηγόρησαν ότι διακατέχεται από πνεύμα ελιτισμού και ότι καταφέρεται εναντίον των ανθρώπων. Κάτι τέτοιο φυσικά δεν ισχύει. Ο Καβάφης μέσω των ποιημάτων του και των παραινέσεών τους ουσιαστικά φροντίζει για τον εσωτερικό κόσμο των ανθρώπων, πράγμα που δείχνει πως νοιαζόταν ειλικρινά για εκείνους.
Καθίσταται, λοιπόν, σαφές το ότι η αξιοπρέπεια συνιστά το κέντρο της καβαφικής ηθικής. Ο ποιητής πολλές φορές, έχοντας την αξία αυτή ως αφετηρία, γίνεται σκληρός και κυνικός προς τον αναγνώστη, απαρνιέται τη συμπάθεια πολλών. Αναμφίβολα, πάντως, αυτό δεν αποτέλεσε ποτέ πρόβλημα για τον Καβάφη. Γιατί, όπως έχει δηλώσει και ο ίδιος, «ο αρνηθείς ποτέ δεν μετανιώνει. Αν ρωτιούνταν πάλι, όχι θα ξανάλεγε».