Της Κατερίνας Ματζαβέλα,
Ο χώρος της ανατολικής Μεσογείου χαρακτηριζόταν ανέκαθεν από αναταράξεις και διενέξεις, στην πλειοψηφία των οποίων πρωταγωνιστικό ρόλο είχε και έχει η Τουρκία. Λόγω του συγκρουσιακού της χαρακτήρα, η Τουρκία έχει αποκτήσει λιγοστούς και μερικές φορές παροδικούς συμμάχους στην περιοχή. Η Αλβανία είναι μία από τις χώρες του περιφερειακού υποσυστήματος των Βαλκανίων, όπου η Τουρκία έχει καταφέρει να διατηρήσει και να ενισχύσει μια μακρόχρονη συμμαχία. Οι διμερείς σχέσεις Τουρκίας-Αλβανίας έχουν διατηρήσει το παραδοσιακό φιλικό κλίμα που τις διακατέχει όλα αυτά τα χρόνια παρά τις κατά καιρούς κρίσεις τους. Τι κρατάει, όμως, ενωμένες αυτές τις δύο χώρες;
Η Τουρκία, ήδη από την δεκαετία του 1990 και την διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, έψαχνε έναν σύμμαχο στην χερσόνησο του Αίμου και τον βρήκε στην Αλβανία. Για την Τουρκία, η Αλβανία είναι ο μόνος σύμμαχός που μοιάζει οικείος, τουλάχιστον ως προς το θρήσκευμα, καθώς και οι δύο χώρες στην πλειοψηφία τους έχουν μουσουλμανικό πληθυσμό, ενώ είναι μέλη του Οργανισμού Ισλαμικής Διάσκεψης (Organisation of Islamic Cooperation – OIC). Επιπλέον, η Τουρκία αποτελεί μία από τις χώρες με έντονη αλβανική διασπορά. Για την Αλβανία, η Τουρκία αντιπροσωπεύει τον μεγαλύτερο οικονομικό της εταίρο. Ήδη από το 1992, η τουρκική πλευρά έχει επενδύσει σε πολλούς τομείς της αλβανικής οικονομίας, όπως την ενέργεια, τις υποδομές και τα αεροδρόμια. Ακόμη, η Τουρκία έχει συμβάλλει καθοριστικά στην ενίσχυση, εξέλιξη, και εδραίωση του Ισλαμικού πνεύματος στη γείτονα Αλβανία. Σημαντικό εγχείρημα αποτελεί η χρηματοδότηση από την Διεύθυνση Θρησκευτικών Θεμάτων της Τουρκίας, γνωστή ως Diyanet, και το ίδρυμα Diyanet για την κατασκευή του τζαμιού Namazgâh στα Τίρανα, το οποίο θα είναι ένα από τα μεγαλύτερα τζαμιά στα Βαλκάνια. Παράλληλα, το τουρκικό κίνημα Γκιουλέν συμμετείχε ενεργά στην κατασκευή ισλαμικών σχολείων, ενώ σε ένα ευρύτερο φάσμα, η Τουρκία παρέχει ανθρωπιστική βοήθεια στην Αλβανία μέσω φιλανθρωπικών οργανώσεων.
Σημαντική είναι η συνεισφορά της Τουρκίας και στην αλβανική διπλωματία, με αποκορύφωμα την ένταξη της Αλβανίας στο NATO το 2009, αλλά και στον στρατιωτικό τομέα, αφού η Τουρκία παρέχει στρατιωτικό εξοπλισμό στην Αλβανία, ενώ, μάλιστα, διεξάγονται κοινές ασκήσεις. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί πως από την άνοδο του Erdogan και μετά, η Τουρκία όχι μόνο υποστηρίζει έμπρακτα την Αλβανία στο ζήτημα του Κοσσυφοπεδίου, αλλά και έχει αποκτήσει με δική της πρωτοβουλία ενεργό ρόλο στη διαμάχη εναντίον της Σερβίας. Πριν από μήνες, μάλιστα, προκλήθηκε ένταση στην περιοχή, λόγω της απόφασης της Τουρκίας να παρέχει ενίσχυση τόσο στις ένοπλες δυνάμεις του Κοσσόβου όσο και στις αλβανικές ένοπλες δυνάμεις.
Όλα τα παραπάνω γεγονότα επιβεβαιώνουν τους σημαντικούς δεσμούς που ενώνουν αυτές τις δύο χώρες. Υπάρχει, όμως, ένα ακόμη κοινό σημείο, το οποίο ενώνει τα δύο αυτά κράτη ή που, τουλάχιστον, τις προωθεί στο να συμμαχήσουν – η εξωτερική πολιτική των δύο χωρών, η οποία χαρακτηρίζεται κατά καιρούς από αλυτρωτικές διαθέσεις ως προς την Ελλάδα. Δεν είναι μάλιστα λίγες οι φορές που η Αλβανία έχει προβεί, κατά καιρούς, σε δηλώσεις με τις οποίες αμφισβητεί ελληνικά εδάφη στην περιοχή της Ηπείρου, ενώ φιλοδοξεί την προσάρτηση τους σε αυτή. Παρόμοια προκλητική πολιτική ακολουθεί και η Τουρκία, η οποία δεν σταματά την πάγια αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας στα χωρικά της ύδατα, προβαίνοντας, παράλληλα, σε προκλητικές και παράνομες ενέργειες παραβιάζοντας τα δικαιώματα της χώρας – αψηφώντας θεμελιώδεις αρχές του Διεθνούς Δικαίου.
Παρόλα αυτά, η Αλβανία εμφανίζεται λιγότερο επιθετική και περισσότερο συνεργάσιμη, αφού πρόσφατα ο Αλβανός πρωθυπουργός, Edi Rama, αναγνώρισε το δικαίωμα της Ελλάδας για επέκταση των χωρικών της υδάτων στο Ιόνιο στα 12 ναυτικά μίλια. Δεν είναι, μάλιστα, λίγες οι φορές που η Αλβανία λειτουργεί και ως κατευναστικός παράγοντας μεταξύ της Τουρκίας και της Ελλάδας. Πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί η επίσκεψη του Edi Rama στην Ελλάδα στις αρχές του Ιανουαρίου, αφού είχε προηγηθεί η επίσκεψη του στην Τουρκία και η συνάντηση με τον στενό του φίλο Recep Tayyip Erdogan. Ο Αλβανός πρωθυπουργός λειτούργησε ως φερέφωνο του Τούρκου προέδρου προκειμένου να εξομαλύνει το κλίμα για την διαδικασία των διερευνητικών επαφών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Πάντως, η επίσκεψη Rama στην Άγκυρα, επαλήθευσε την καλή σχέση την οποία διατηρούν οι δύο χώρες. Ο Rama και ο Erdogan, μάλιστα, ενδυνάμωσαν περαιτέρω τη συμμαχία τους με την υπογραφή της συμφωνίας για στρατηγική συνεργασία, ενώ οι δύο ηγέτες ανακοίνωσαν ότι υπέγραψαν ένα ακόμη έγγραφο για την σύσταση του Συμβουλίου Στρατηγικής Συνεργασίας Υψηλού Επιπέδου.
Με βάση τα παραπάνω, γίνονται σαφείς μερικοί από τους λόγους για τους οποίους οι διμερείς σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και Αλβανίας κρατούν αρκετά χρόνια και ενισχύονται όλο και περισσότερο. Οι φιλοδοξίες των δύο χωρών, σε συνδυασμό με τις ομοιότητες τους, δημιουργούν μια ανθεκτική φιλία που ωφελεί και τις δύο στην υλοποίηση των στόχων τους. Πρόκειται, όμως, και για μια συμμαχία ανάμεσα σε δύο κράτη αρκετά προκλητικά και φιλοπόλεμα. Δεν μπορεί παρά να αναρωτηθεί κανείς πόσο επικίνδυνος δύναται να καταστεί ο συνδυασμός τους.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Αλβανία-Τουρκία: Μία ισχυρή και επικίνδυνη σχέση στην βόρεια «αυλή» της Ελλάδας, Ηellasjournal, διαθέσιμο εδώ
- Τουρκία-Αλβανία: Συμφωνία για στρατηγική συνεργασία υπέγραψαν Ερντογάν και Ράμα, CNN Greece, διαθέσιμο εδώ
- Στο τραπέζι των διερευνητικών Ελλάδα-Τουρκία χωρίς κοινή ατζέντα – Σε ρόλο διαμεσολαβητή ο Ράμα, Το Βήμα ONLINE, διαθέσιμο εδώ