Της Αγγελικής Ευαγγελακοπούλου,
Η Σιέρα Λεόνε (Sierra Leone) αποτελεί ένα μικρό κράτος της αφρικανικής ηπείρου που βρίσκεται στη δυτική πλευρά της. Πρωτεύουσά της είναι η Φρίταουν, ενώ γεωγραφικά συνορεύει με την Λιβερία στα νότιο-ανατολικά και τη Γουινέα στα βόρειο-ανατολικά. Αποτελεί παραθαλάσσια χώρα, αφού βρέχεται από έναν εκ των μεγαλύτερων ωκεανών, τον Ατλαντικό. Ο πληθυσμός της, σύμφωνα με τελευταία μέτρηση, φτάνει περίπου τα 8 εκατομμύρια. Το νόμισμα της χώρας είναι το λεόνε. Συμμετέχει σε πληθώρα διεθνών οικονομικών -και μη- οργανισμών, όπως η Τράπεζα της Αφρικής, η Αφρικανική Ένωση, η Οικονομική Κοινότητα των κρατών της Δυτικής Αφρικής, η Παγκόσμια Τράπεζα για Αναδόμηση και Ανάπτυξη, οι G77, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ο ΟΗΕ κ.ά.
Η βασική γλώσσα της Σιέρα Λεόνε είναι τα αγγλικά, αλλά σε αρκετά αφρικανικά χωριά χρησιμοποιείται η γλώσσα Κρίο, η οποία είναι βασική διάλεκτος επικοινωνίας ανάμεσα στους κατοίκους. Αξιοσημείωτο είναι πως υπάρχουν 18 γλώσσες που χρησιμοποιούνται, αλλά οι βασικές είναι η mende και η temne, πέραν των άλλων δύο που αναφέρθηκαν. Η χώρα από το 1889 έως και το 1961 αποτέλεσε βρετανικό προτεκτοράτο. Παρά την αντίσταση τοπικών αρχόντων το 1888 για την επιβολή της βρετανικής κυριαρχίας, η απόπειρα αποτροπής δεν έδωσε καρπούς και, έτσι, το 1889 η Βρετανία ανέδειξε τη Σιέρα Λεόνε ως αποικία της. Αποτέλεσε σημαντικό παράγοντα της βρετανικής εμπορικής δραστηριότητας λόγω της ευνοϊκής τοποθεσίας στον Ατλαντικό Ωκεανό. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, υπήρξαν εκ νέου εσωτερικές διαταραχές για απομάκρυνση της βρετανικής κυβέρνησης, οπότε και το 1951, μετά από ψήφισμα που έλαβε χώρα, σημειώθηκε άτυπα οργάνωση εσωτερικής διακυβέρνησης. Το 1961, η χώρα ανακηρύχθηκε και επίσημα ανεξάρτητη από τη βρετανική κυβέρνηση, δίνοντας τέλος στην περίοδο της αποικιοκρατίας.
Ακόμα ένα σημαντικό στοιχείο της ιστορίας της χώρας είναι η εμφύλια διαμάχη που έλαβε χώρα από τις 23 Μαρτίου το 1991 έως τον Γενάρη του 2002. Η ρίζα του εμφυλίου πολέμου ήταν η απόφαση του Επαναστατικού Ενωμένου Μετώπου της Σιέρα Λεόνε (Revolutionary United Front) να εναντιωθεί στον τότε πρόεδρο του κράτους, τον Joseph Saidu Momoh. Ο τελευταίος ήταν διάδοχος της στρατιωτικής κυβέρνησης που είχε επιβληθεί στη χώρα μετά την ανεξαρτησία της. Κατηγορούνταν για τη συνέχιση της άνθισης του ιδιωτικού τομέα εις βάρος του δημοσίου, για την πρόκληση διαφθοράς στον πολιτικό και οικονομικό κλάδο και για την πλήρη αποδυνάμωση της χώρας και των πηγών εσόδων της. Το κίνητρο του εγχειρήματος ήταν ο εμφύλιος που συνέβαινε στη γειτονική χώρα Λιβερία, του οποίου οι μαχόμενοι πέρασαν τα σύνορα της Σιέρα Λεόνε. Ο πρόεδρος Momoh τότε διέταξε την έφοδο στρατευμάτων στο γειτονικό κράτος για αντίποινα, γεγονός που εξόργισε τους πολίτες και, σε συνεργασία με το Εθνικό Πατριωτικό Μέτωπο της Λιβερίας (National Revolutionary Font of Liberia), αποφάσισαν να ξεκινήσουν εκστρατεία για απομάκρυνση της κυβέρνησης. Η διαμάχη συνεχίστηκε για δέκα χρόνια και χαρακτηρίστηκε ως μια από τις πιο αιματηρές εμφύλιες συγκρούσεις στην Αφρική γενικά. Σημειώθηκαν πάνω από 50.000 θάνατοι και πάνω από μισό εκατομμύριο εκπατρισμοί. Η σύγκρουση έληξε το 2002 μετά από την ανάμειξη στρατιωτικών και εναέριων δυνάμεων άλλων γειτονικών κρατών και μετά από τις αντιδράσεις του ΟΗΕ και των αρχηγών κρατών σε παγκόσμιο επίπεδο. Στις 18 Γενάρη του 2002, ο νέος πρόεδρος, που μόλις είχε εκλεχθεί, ο Ahmad Tejan Kabbah, ανακοίνωσε πως ο πόλεμος είχε λήξει.
Στον πολιτικό τομέα, η χώρα αποτελεί συνταγματική κοινοβουλευτική δημοκρατία με πρόεδρο τον Julius Maada Bio. Ο αρχηγός του κράτους επιλέγεται από τους πολίτες με τη διαδικασία των εκλογών. Έτσι, στις εκλογές του 2018 ο Bio νίκησε τις εκλογές και το κόμμα του, Sierra Leone People’s Party, επικράτησε έναντι του All People’s Congress της αντιπολίτευσης. Αξίζει να σημειωθεί πως τα δύο κόμματα είναι τα δύο μεγαλύτερα στην πολιτική δράση της χώρας από την περίοδο που ανεξαρτητοποιήθηκε.
Όσον αφορά την οικονομία της, η Σιέρα Λεόνε είναι από τις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες της αφρικανικής ηπείρου και βρίσκεται στην 168η θέση της παγκόσμιας κατάταξης των κρατικών οικονομιών. Παρακάτω ακολουθεί η ανάλυση των σημαντικότερων οικονομικών μεγεθών της χώρας.
Αρχικά, το ΑΕΠ της φαίνεται πως μέχρι το 1980 έχει σταθερά αυξητική πορεία. Το γεγονός αυτό δικαιολογείται από τις πρώτες απόπειρες ανάκαμψής της μετά την απόκτηση της ανεξαρτησίας. Παρ’ όλα αυτά, οι τιμές ήταν ιδιαίτερα χαμηλές (το 1980 κατάφερε να φτάσει στο 1 δισεκατομμύριο) λόγω των στρατιωτικών κυβερνήσεων που είχαν αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας και των αυστηρών μέτρων που είχαν εφαρμοστεί για αναδιαμόρφωση της οικονομίας, έλεγχο των κρατικών δαπανών και προσπάθεια αύξησης της παραγωγής για δημιουργία εμπορικών σχέσεων. Για τα επόμενα πέντε χρόνια το ΑΕΠ έλαβε σταθερές τιμές και δεν υπήρξε κάποια αυξομείωση, έως το 1986 που σημειώθηκε σημαντική πτώση στα 490 εκατομμύρια. Αν και το 1989 κατάφερε να ανέλθει κοντά στο ένα δισεκατομμύριο ακόμα μια φορά, ο εμφύλιος πόλεμος που γνώρισε η χώρα από το 1991 έως και το 2002 δεν επέτρεψε την άνθιση της οικονομίας.
Οι συνεχείς δαπάνες επί έντεκα χρόνια σε πολεμικό εξοπλισμό, η πολιτική διαφθορά λόγω της ανάμειξης του στρατού στη διακυβέρνηση του κράτους, οι άθλιες συνθήκες εργασίας των πολιτών λόγω της υπανάπτυξης και της έλλειψης μέσων παραγωγής είναι τα βασικότερα αίτια που προκάλεσαν ύφεση έως το 2000. Κατά την περίοδο αυτή, οι τιμές κυμαίνονταν από 650 έως 700 εκατομμύρια και μία χρονιά έφτασε το ΑΕΠ στα 870 εκατομμύρια (το 1997). Μετά τη λήξη του πολέμου, έως και το 2014, η πορεία φαίνεται να είναι συνεχώς αυξητική, φτάνοντας από τα 600 εκατομμύρια το 2000 στα 5 δισεκατομμύρια το 2014. Το θετικό αυτό γεγονός οφείλεται στην εκλογή κυβερνήσεων που για πρώτη φορά χρησιμοποίησαν δημοκρατικά μέσα αναδιαμόρφωσης της οικονομίας, ζήτησαν βοήθεια από διεθνείς οργανισμούς, όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, προσπάθησαν να μειώσουν το κρατικό χρέος και να βελτιώσουν τις συνθήκες παραγωγής. Όμως, το 2015 ξέσπασε ο ιός έμπολα στη χώρα, ο οποίος αποτελεί έναν από τους φονικότερους ιούς παγκοσμίως, που έπληξε τόσο τον πληθυσμό της πλειοψηφίας των αφρικανικών κρατών όσο και τις οικονομίες τους προκειμένου να καταφέρουν να ανταπεξέλθουν στην καταπολέμησή του. Έτσι, έπεσε στα 3.7 δισεκατομμύρια το 2017 και έκτοτε γίνονται προσπάθειες για περαιτέρω ανάπτυξη.
Την ανάλυση του ΑΕΠ ακολουθεί ο ρυθμός ανάπτυξής του. Το παρακάτω διάγραμμα αποδεικνύει την αστάθεια της οικονομίας και τη δυσκολία της χώρας να καταφέρει να αναπτυχθεί. Ως το 1983, ο ρυθμός ανάπτυξης παραμένει σε θετική τιμή, παρά τις αυξομειώσεις (3.5% το 1974, 4.5% το 1979, 2.8% το 1981 κτλ.). Έκτοτε, ανά χρονιά λαμβάνει είτε θετική είτε αρνητική τιμή, δείχνοντας πόση απόκλιση υπάρχει στα οικονομικά μεγέθη και αποδεικνύοντας την αποτυχία των μέχρι τότε κυβερνώντων να λάβουν τα σωστά μέτρα για αποκατάσταση της ευημερίας. Μερικές από τις τιμές που έχουν λάβει οι Ρυθμοί Ανάπτυξης είναι 7% το 1987 και -7% την αμέσως επόμενη χρονιά, 2.5% το 1991 και -19% το 1992, 1.7% το 1996 και -5.8% το 1997 κ.ά. Το 2002 σημειώθηκε η μεγαλύτερη αύξηση στον ρυθμό ανάπτυξης, που δικαιολογείται από το τέλος του εμφυλίου πολέμου, που είχε κατακλύσει τη χώρα (26.1%). Ακόμα μια σημαντική ενίσχυση ήταν αυτή του 2013, που έφτασε στο 20% ο ρυθμός ανάπτυξης, πριν βυθιστεί στο -20% το 2015 μετά το ξέσπασμα του ιού, που έπληξε την οικονομία.
Συνεχίζοντας, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της χώρας ακολουθεί πιο ταραχώδη πορεία με περισσότερες αυξομειώσεις, όπως φαίνεται στο παρακάτω διάγραμμα. Αναλυτικότερα, μέχρι το 1976 είναι σταθερό στα 170-200 δολάρια, ενώ έκτοτε και μέχρι το 1982 σημειώνεται ραγδαία αύξηση και σχεδόν διπλασιάζεται, φτάνοντας τα 400 δολάρια. Από το 1986, που μειώνεται κατακόρυφα στα 186 δολάρια, έως το 2000, υπάρχουν διαρκείς εναλλαγές, που όμως κρατάνε το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε χαμηλό επίπεδο (140-260 δολάρια). Έκτοτε, ακολουθεί διαρκώς αυξητική πορεία και αγγίζει τα 700 δολάρια μέχρι το 2014, που το πλήγμα από τον ιό φαίνεται και εδώ, γιατί πέφτει και πάλι στα 500 δολάρια. Όσον αφορά την απασχόληση του πληθυσμού, με βάση έρευνες, το μεγαλύτερο μέρος του ασχολείται με τη γεωργία (περίπου 60%). Λόγω του ευνοϊκού κλίματος, υπάρχουν καλλιέργειες σε τροπικά φρούτα και σε καφέ, αγαθά που αποτελούν τα βασικά προϊόντα των εξαγωγών της χώρας και της επιτρέπουν τη δημιουργία εμπορικών σχέσεων, εξασφαλίζοντας την παρουσία της στη διεθνή οικονομία. Παράλληλα, διαθέτει κάποια στοιχειώδη δραστηριότητα σε εξορύξεις διαμαντιών, αλλά όχι σε ενεργειακές πηγές, όπως άλλα κράτη της ηπείρου. Η βιομηχανική της δραστηριότητα βασίζεται εξολοκλήρου στην επεξεργασία των παραπάνω ειδών.
Προχωρώντας, ο πληθωρισμός, σύμφωνα με το παρακάτω διάγραμμα, έως το 1999 είναι ιδιαίτερα ασταθής. Ενδεικτικά, το 1987 βρισκόταν στο 178.7%, ενώ την αμέσως επόμενη χρονιά στο 34.2%. Έπειτα, το 1990 ξανανέβηκε στο 110% σταδιακά και κατέληξε στο 35.9% το 1999, οπότε και έλαβε για τελευταία φορά τόσο μεγάλη τιμή. Από τότε έως και το 2019 ο πληθωρισμός κινείται σε σταθερές τιμές από 4% έως 10%, με εξαίρεση τη χρονιά του 2017 που αυξήθηκε στο 18.22%. Η τάση αυτή δείχνει πως από το 2000 και μετά γίνονται προσπάθειες για αναδιαμόρφωση της οικονομίας, για επίτευξη της ανάπτυξής της και για διατήρηση ενός σταθερού επιπέδου. Στόχος ήταν και είναι η απομάκρυνση από τα λάθη του παρελθόντος και τα κατάλοιπα του εμφυλίου πολέμου για να καταφέρει η χώρα να λειτουργήσει ξανά και να αναπτυχθεί μέσα στο παγκόσμιο οικονομικό στερέωμα.
Τέλος, δεδομένου ότι αποτελεί μια χώρα που εξακολουθεί να αντιμετωπίζει προβλήματα στο εσωτερικό της και ο πληθυσμός της σε μεγάλο ποσοστό ζει, έχοντας να αντιμετωπίσει ασθένειες, μεγάλο βαθμό ανεργίας και έλλειψη κοινωνικής μέριμνας από το κράτος, αξίζει να αναφερθεί το επίπεδο της φτώχειας. Ειδικότερα, βρίσκεται πάνω από το μισό και συγκεκριμένα στο 64.8%. Σχεδόν τα τρία τέταρτα της χώρας ζουν χωρίς να έχουν πρόσβαση στα βασικά αγαθά της καθημερινότητας (τροφή, νερό στέγη) και πρέπει να παλεύουν καθημερινά για την επιβίωσή τους. Το γεγονός αυτό οφείλεται στον μακροχρόνιο εμφύλιο πόλεμο που μάστιζε τη χώρα και άφησε μεγάλα προβλήματα στην κρατική οργάνωση, αλλά και στον ιό έμπολα που έπληξε τη χώρα το 2015, προκαλώντας πληθώρα θανάτων και ανάγκη για εύρεση πόρων ώστε να αντιμετωπιστεί η υγειονομική κρίση που είχε προκληθεί.
Φτάνοντας σε ένα συμπέρασμα, η Σιέρα Λεόνε αποτελεί πρότυπο αφρικανικής χώρας που μετά την ανεξαρτητοποίησή της προσπαθεί να αναβαθμιστεί και να εισέλθει στον διεθνή ανταγωνισμό με τα υπόλοιπα κράτη. Παρά τις προσπάθειες για συγκρότηση κυβερνήσεων και παρά τις απόπειρες αυτών να βελτιώσουν τις κινήσεις δράσης της χώρας στην παγκόσμια οικονομία, δεν φαίνεται να υπάρχει σημαντική επιτυχία. Αν και τα οικονομικά επίπεδα παραμένουν σταθερά, γεγονός που μαρτυρά την έλλειψη κρίσεων ή προβλημάτων, εξακολουθούν να βρίσκονται σε σημαντικά χαμηλά επίπεδα, προκαλώντας την να αντιμετωπίσει την εξαθλίωση των πολιτών της.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Sierra Leone Country Profile. Retrieved from here
- Sierra Leone. Retrieved from here
- Language data Sierra Leone. Retrieved from here
- History of Sierra Leone. Retrieved from here
- Sierra Leone: History. Retrieved from here
- The Sierra Leone Civil War (1991-2002). Retrieved from here
- Sierra Leone. Retrieved from here
- Sierra Leone’s People’s Party. Retrieved from here
- Agriculture and Food Security. Retrieved from here
- 10 little-known facts about poverty in Sierra Leone. Retrieved from here