Του Παναγιώτη Χριστοδούλου,
Ως ανάμνηση άλλης εποχής φαντάζει σήμερα ο Δεκέμβριος του 2019, όποτε και η Βουλή των Αντιπροσώπων ψήφισε την -πρώτη πλέον- αποπομπή του απερχόμενου Προέδρου Trump. Εξίσου μακρινός φαίνεται και ο Φεβρουάριος του 2020, που, εν μέσω της γένεσης της πανδημίας, η Γερουσία αθώωσε τον Ρεπουμπλικανό Πρόεδρο. Αυτό ήταν και το, εν τέλει άκαρπο, χρονικό της απόπειρας των Δημοκρατικών να καταστήσουν υπόλογο ένα Πρόεδρο, που, σύμφωνα με ένα ιδιαίτερα αποκαλυπτικό τηλεφώνημα, είχε πιέσει τον Ουκρανό ομόλογό του να «ανακαλύψει» στοιχεία διαπλοκής του μελλοντικού του αντιπάλου Joe Biden. Μολονότι η πρώτη αυτή απόπειρα για απομάκρυνση του Trump από τον Λευκό Οίκο απέτυχε, όπως και ήταν αναμενόμενο, βρισκόμαστε σήμερα εν μέσω μιας δεύτερης διαδικασίας αποπομπής, γεγονός ιστορικά πρωτόγνωρο για την αμερικανική πολιτική σκηνή.
Το χρονικό ξεκίνησε με τα ιδιαίτερα σοκαριστικά γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου. Την ημέρα εκείνη, εν όψει της επίσημης ανακήρυξης του Biden ως νικητή των εκλογών του Νοεμβρίου από το Κογκρέσο, βίαιοι διαδηλωτές παραβίασαν την περίμετρο ασφαλείας και εισέβαλαν διά ροπάλου στο Καπιτώλιο των Η.Π.Α. Η πρωτοφανής και βαθιά ανησυχητική αυτή απόπειρα επίθεσης στον ίδιο τον θεσμό της Αμερικανικής δημοκρατίας σόκαρε την υφήλιο με εικόνες βίας, επεισοδίων, καταστροφών και βεβήλωσης της Βουλής να κυκλοφορούν και να καταδεικνύουν ότι επρόκειτο για το αποκορύφωμα μιας κατευθυνόμενης υπονόμευσης των δημοκρατικών θεσμών.
Μετά την αποκατάσταση της τάξης των πραγμάτων, κατέστη για πολλούς φανερό ότι τα συμβάντα αυτά δεν ήταν το αποτέλεσμα της δράσης μιας τυχαίας ομάδας ανθρώπων, αλλά ότι, στην πραγματικότητα, υποκινήθηκαν από τον απερχόμενο Πρόεδρο, ο οποίος είχε σταθερά επιδοθεί στην εκτόξευση αβάσιμων θεωριών συνωμοσίας σχετικά με την εγκυρότητα των εκλογών. Σύμφωνα με τους επικριτές του Προέδρου, η δραστηριότητά του αυτή, σε συνδυασμό με την απόλυτη άρνησή του, να αποδεχθεί το εκλογικό αποτέλεσμα, αποτέλεσε μια «ξεκάθαρη υποκίνηση σε εξέγερση» και δημιούργησε τις προϋποθέσεις για την εκδήλωση βαθιά αντιδημοκρατικών και οχλοκρατικών επεισοδίων.
Μάλιστα, ενώ στο προηγούμενο κάλεσμα για καθαίρεση του Trump, αυτός κατείχε την πλήρη υποστήριξη του κόμματός του, σήμερα υπάρχουν ολοένα και περισσότερες φωνές, ακόμη και μεταξύ Ρεπουμπλικάνων, που καλούν στην αποπομπή του, θεωρώντας τον ηθικά ένοχο και «επικίνδυνο για το δημοκρατικό πολίτευμα». Υπό το πρίσμα της ολοένα και αυξανόμενης ορμής του κινήματος απομάκρυνσης του, η Δημοκρατική πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, Nancy Pelosi, δεν έχασε χρόνο· εισήγαγε άμεσα ένα άρθρο αποπομπής προς ψήφιση, με την κατηγορία, ότι «υποκίνησε βία κατά της Κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών», εξαπολύοντας ανυπόστατες κατηγορίες εκλογικής νοθείας και καλώντας τους υποστηρικτές του να εναντιωθούν στην «κλοπή» και να σταματήσουν τη διαδικασία της επικύρωσης της νίκης Biden, με την ελπίδα ανατροπής του εκλογικού αποτελέσματος.
Πράγματι, την Τετάρτη, 13 Ιανουαρίου -μόλις μία εβδομάδα μετά τα επίμαχα γεγονότα, που ξεκίνησαν το ιστορικό της απομάκρυνσης του Προέδρου- η Βουλή των Αντιπροσώπων των Η.Π.Α., ευρισκόμενη υπό τον έλεγχο των Δημοκρατικών, ψήφισε υπέρ της αποπομπής του Trump. Χαρακτηριστικό είναι, ακόμη, το ότι στους 222 Δημοκρατικούς Βουλευτές προστέθηκαν και 10 Ρεπουμπλικάνοι, οι οποίοι υπερέβησαν τις κομματικές γραμμές. Μετά την ιστορική αυτή ψήφο, ο απερχόμενος Πρόεδρος αποτελεί τον μοναδικό στην πολιτική σκηνή των Η.Π.Α. κυβερνώντα που έχει καταδικαστεί από τη Βουλή των Αντιπροσώπων δύο φορές, καθιστώντας εύγλωττο ότι η Προεδρία Trump δεν ομοιάζει σε καμία άλλη. Η σοβαρότητα και η επικινδυνότητα της κατάστασης υπογραμμίστηκε περαιτέρω από το γεγονός ότι, ενόσω διαρκούσε η συνεδρίαση του Κογκρέσου και η ψηφοφορία περί της αποπομπής, πάνοπλες δυνάμεις της Εθνοφρουράς περιτριγύριζαν την αίθουσα της Βουλής υπό τον φόβο νέων επιθέσεων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι κανένας μέχρι σήμερα Πρόεδρος δεν έχει καταδικαστεί από τη Γερουσία, η οποία θα αναλάβει το δεύτερο και τελικό στάδιο στη δίκη της καθαίρεσης. Συνολικά, τρεις φορές έχει παραπεμφθεί σε αυτή τη διαδικασία, για να αποφανθεί περί της απομάκρυνσης ενός Προέδρου: η πρώτη φορά έγινε το 1868 για τον Andrew Johnson, η δεύτερη το 1998 για τον Bill Clinton και η τρίτη, όπως προειπώθηκε, το 2020 για τον ίδιο τον Donald Trump. Ωστόσο, η υψηλή πλειοψηφία των 2/3 που απαιτείται για την καταδίκη, δηλαδή αυτή των 67 Γερουσιαστών (από σύνολο 100), οδήγησε και τις τρεις φορές σε αθώωση των κατηγορούμενων Προέδρων, με τους Γερουσιαστές να ψηφίζουν κατά κανόνα εντός των κομματικών παρατάξεών τους. Στην προκείμενη περίπτωση, για την επιτυχή καταδίκη του απερχόμενου Προέδρου θα χρειαστεί, εκτός από τους 50 Δημοκρατικούς, η συνδρομή τουλάχιστον 17 Ρεπουμπλικανικών θετικών ψήφων.
Την ίδια στιγμή, καινοφανής είναι και η περίπτωση της τρέχουσας επιχείρησης αποπομπής, διότι λαμβάνει χώρα λίγες ημέρες πριν την λήξη της θητείας του Προέδρου. Ποιο είναι το νόημα στην απομάκρυνση ενός Προέδρου, ο οποίος δεν είναι πια καν Πρόεδρος; Στην εύλογη αυτή ερώτηση, η απάντηση είναι διττή. Από τη μία, έχει συμβολικό χαρακτήρα, καθώς η τυχόν καταδίκη του Trump θα τον καθιστούσε υπόλογο για τις πράξεις και την συμπεριφορά του και θα ήταν ο πιο αποτελεσματικός τρόπος ικανοποίησης του κοινού αισθήματος δικαίου, με την πλειοψηφία των Αμερικανών να είναι θετικοί στο ενδεχόμενο καθαίρεσής του. Από την άλλη, παρέχεται μια μοναδική ευκαιρία στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα -αλλά και την εν γένει πολιτική σκηνή των Η.Π.Α.- να αποβάλουν από την παράταξη τον πλέον διχαστικό ηγέτη τους. Αυτό συμβαίνει, διότι η Γερουσία έχει τη δυνατότητα όχι μόνο να του στερήσει τα Προεδρικά προνόμια, όπως είναι η εφ’ όρου ζωής σύνταξη και προστασία από τις μυστικές υπηρεσίες, αλλά και να του απαγορεύσει να θέσει υποψηφιότητα για την Προεδρία στο μέλλον.
Η τελευταία προοπτική φαντάζει, μετά από μια ανεπανάληπτη και επεισοδιακή τετραετία, ως ιδιαίτερα δελεαστική για ένα αυξανόμενο πλήθος Ρεπουμπλικάνων. Δεν είναι λίγοι όσοι φαίνονται να επιθυμούν να γυρίσει σελίδα το κόμμα τους και να απομακρυνθεί από τον άνθρωπο που προκάλεσε ανεπανόρθωτη βλάβη και οδήγησε σε σωρεία εκλογικών ηττών. Ήδη, άλλωστε, ένα μικρός αριθμός Ρεπουμπλικάνων Γερουσιαστών έχουν εκφράσει την άποψη, ότι ο Trump είναι, πράγματι, υπεύθυνος για τη βία, που εκτυλίχθηκε, αφήνοντας παραπάνω από ανοικτό το ενδεχόμενο της ψήφου υπέρ της αποπομπής του.
Σε κάθε περίπτωση, η τελική έκβαση του ζητήματος παραμένει, σήμερα, άγνωστη. Δεδομένου ότι ο Joe Biden αναλαμβάνει καθήκοντα -εν μέσω δρακόντειων μέτρων ασφαλείας- στις 20 Ιανουαρίου, η δίκη για την καθαίρεση του Trump είναι σίγουρο ότι θα λάβει χώρα κατά τις πρώτες ημέρες της θητείας του νέου Προέδρου. Προβλέπεται, συνεπώς, μια άκρως δραστήρια περίοδος για την Αμερικανική Γερουσία, η οποία θα κληθεί να διεξάγει τόσο τη δίκη της αποπομπής, όσο και να ρυθμίσει ζητήματα σχετικά με την έναρξη της επερχόμενης προεδρίας Biden.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- An impeachment charge against Trump is introduced as Biden considers a trial in the first days of his administration., The New York Times, διαθέσιμο εδώ
- Democratic momentum builds for potential fast-track impeachment next week, CNN, διαθέσιμο εδώ