17.1 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
Αρχική1821-2021: 200 Χρόνια Ανεξαρτησίας και ΜνήμηςΗ δράση της Φιλικής Εταιρείας στη Ρούμελη

Η δράση της Φιλικής Εταιρείας στη Ρούμελη


Του Κωνσταντίνου Δήμου,

Αμέσως μετά την ίδρυσή της το 1814, η Φιλική Εταιρεία, αργά αλλά σταθερά, επέκτεινε το δίκτυο των δραστηριοτήτων της στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, τη Ρωσική Αυτοκρατορία και την Κωνσταντινούπολη, ενώ αργότερα μετέφερε το επιχειρησιακό της κέντρο στην Πελοπόννησο, προκειμένου να προετοιμάσει το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης, όταν οι συνθήκες θα το επέτρεπαν. Ή, τουλάχιστον, αυτό ήταν το αρχικό σχέδιο του Νικόλαου Σκουφά πριν τον άδοξο θάνατο του το θέρος του 1818. Η μεταφορά της Φιλικής Εταιρείας και της επαναστατικής φλόγας των Φιλικών από την Κωνσταντινούπολη στον ελληνικό χώρο βέβαια δεν έγινε απρόσκοπτα και ομαλά.

Κατά τον Ιωάννη Φιλήμονα, ο ευεργέτης της Εταιρείας, Παναγιώτης Σέκερης είχε κατηγορήσει έντονα τον Εμμανουήλ Ξάνθο για τη χρηματική ένδεια της Εταιρείας, λόγω της κακοδιαχείρισης των χρηματικών πόρων που του είχαν εμπιστευθεί. Από την άλλη, ο Αθανάσιος Τσακάλωφ, εξαιτίας της μικρής απήχησης που είχε η Εταιρεία στον ελλαδικό χώρο, ήταν απαισιόδοξος για την επιτυχία του εγχειρήματος του ξεσηκωμού των Ελλήνων. Οι Έλληνες δεν ήταν έτοιμοι, ούτε αρκετά ώριμοι για να ξεκινήσουν έναν εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, πόσο μάλλον πολεμικά εκπαιδευμένοι και μορφωμένοι, ώστε να αντιληφθούν τον αντίκτυπο και τις συνέπειες που θα είχαν στο μέλλον οι πράξεις τους στην ευρύτερη ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή. Μάλιστα, ο Τσακάλωφ είχε προτείνει στο Σκουφά τη διάλυση της Φιλικής Εταιρείας και την αποκήρυξη του εγχειρήματος ως αποτυχημένο. Ωστόσο, τελικά, οι διεργασίες της Φιλικής Εταιρείας προχώρησαν σύμφωνα με τις επιταγές του Σκουφά.

Η Φιλική Εταιρεία είχε θέσει ως στόχους στην Πελοπόννησο και στη Ρούμελη τα εξής:

  • Εξοικείωση των Ελλήνων με τις επαναστατικές ιδέες και ο κατ’ εξακολούθησιν προσηλυτισμός τους στην Εταιρεία.
  • Εξασφάλιση της συνεργασίας των ντόπιων πληθυσμών (χωρικοί, αγρότες, απλός λαός) των ελληνικών κοινοτήτων, όπως και διαβεβαιώσεων για συνεργεία από τους τοπικούς άρχοντές τους (κοτζαμπάσηδες, προεστοί, κληρικοί, άνθρωποι της διανόησης).
  • Συγκέντρωση οικονομικής στήριξης και αλληλεγγύης μέσω συνεισφορών, χορηγιών, φιλανθρωπιών από Έλληνες του εσωτερικού, ομογενείς της Διασποράς αλλά και από Φιλέλληνες.
  • Αφύπνιση της εθνικής συνείδησης των Ελλήνων.
  • Συγκρότηση τακτικών «άτακτων» ένοπλων σωμάτων με τον κατάλληλο εξοπλισμό, από Έλληνες ικανούς στο χειρισμό όπλων και με πολεμική εκπαίδευση.
  • Επιθεώρηση της κατάστασης στη Νότια Ελλάδα και κατασκοπεία των Τούρκων.

Ο γεωγραφικός προσδιορισμός «Ρούμελη» κατά την Ύστερη Τουρκοκρατία αναφέρονταν στα γεωγραφικά διαμερίσματα της Στερεάς Ελλάδας, της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας.

Η σφραγίδα των Φιλικών Πηγή/greek-language.gr

Συγκεκριμένα, η δράση της Φιλικής Εταιρείας στη Ρούμελη υπήρξε μεν ατονική σε σχέση με αυτήν της Πελοποννήσου, εξίσου σημαντική δε. Μετά την αποστολή του με τους Μανιάτες οπλαρχηγούς στην Πετρούπολη εκ μέρους της Φιλικής Εταιρείας για την εξεύρεση βοήθειας, ο Ιωάννης Φαρμάκης λειτούργησε και ως εκπρόσωπος των συμφερόντων της Εταιρείας στη Μακεδονία και στη Θράκη και για τον προσηλυτισμό νέων μελών. Ωστόσο, η «εκστρατεία» της Εταιρείας στη Ρούμελη δεν ήταν τόσο επιτυχημένη όσο στην Πελοπόννησο, με τα ποσοστά μυήσεως να είναι κάθε άλλο παρά ενθαρρυντικά: Στερεά Ελλάδα (3,8,%), Θεσσαλία (6,3%) και Μακεδονία (1,4%). Τα χαμηλά ποσοστά ενδιαφέροντος μάλλον οφείλονται στην απροθυμία των τοπικών αρχόντων να εναντιωθούν στη θέληση της Υψηλής Πύλης, ενώ επίσης η επιρροή και η δύναμη του Αλή Πασά των Ιωαννίνων ήταν πολύ μεγάλη στην περιοχή, όπως και το φόβητρο για αντίποινα. Μόνο αφότου ενεργοποιήθηκαν οι οπλαρχηγοί του Μορέως, υπήρξε κινητικότητα και στην υπόλοιπη ηπειρωτική Ελλάδα, και πάλι όμως, όχι χωρίς απρόοπτα. Για παράδειγμα, οι εμφύλιες διαμάχες μεταξύ των οπλαρχηγών της Πελοποννήσου και της Ρούμελης το 1823-1824, με τους Ρουμελιώτες να διαπράττουν δηώσεις ωσάν αυτές του Ιμπραήμ Πασά στην Πελοπόννησο, με υποκινητές τον Ι. Κωλέττη και τον Α. Μαυροκορδάτο, υπήρξαν ένα από τα πιο μελανά σημεία του Επαναστατικού Αγώνα.

Επίσης, θεωρήθηκε σκόπιμη η προσέγγιση Ελλήνων του στενού αυλικού περιβάλλοντος του Αλή Τεπελενλή, Πασά των Ιωαννίνων, οι οποίοι έδρευαν από την Ήπειρο μέχρι και τη Στερεά Ελλάδα. Εκτός αυτού, σύμφωνα με τον Σπ. Τρικούπη, ο Αλή Πασάς ήταν τύραννος-μάστιγα για τους Στερεοελλαδίτες, οι οποίοι, εξαιτίας του δεσποτισμού και της σκληρής διακυβέρνησής του, είχαν γίνει ληστές, ήδη πολύ γυμνασμένοι στη μάχη και επομένως, έτοιμοι για επανάσταση. Δεν προκαλεί λοιπόν, εντύπωση η ανάμειξη της Εταιρείας στις περιοχές αυτές. Οι ίδιοι οι Φιλικοί, έχοντας γνώση της αντιπαλότητας του Αλή Πασά με την Υψηλή Πύλη, προσπάθησαν να κερδίσουν την εύνοια και την εμπιστοσύνη του, εφαρμόζοντας το διαχρονικό δόγμα «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου». Αφότου αποκάλυψαν στον Αλή Πασά τους σκοπούς της Φιλικής Εταιρείας περί της ανεξαρτησίας των Ελλήνων από τη σουλτανική επικυριαρχία, άφησαν να εννοηθεί ότι πίσω από την Ανώτατη Αρχή κρυβόταν ο ρωσικός δάχτυλος. Αρχικά, ο Αλή Πασάς φάνηκε πρόθυμος να συνεργαστεί με τους Φιλικούς. Όμως, στην πραγματικότητα επιβουλεύτηκε ένα σχέδιο προδοσίας των πρωτεργατών Φιλικών στην Υψηλή Πύλη, με αντάλλαγμα τη γενική του αμνηστία. Ωστόσο, το αλισβερίσι ναυάγησε: η Υψηλή Πύλη αρνήθηκε να συνεργαστεί, υποστηρίζοντας ότι τα τουρκικά στρατιωτικά σώματα ήταν αρκετά, ώστε να αντιμετωπίσουν τόσο τον Πασά των Ιωαννίνων, όσο και το ελληνικό αντάρτικο στη Ρούμελη και πρωτίστως στην Πελοπόννησο. Άθελα του λοιπόν, ο Αλής έγινε το ανάχωμα, ο αντιπερισπασμός των τουρκικών δυνάμεων, που επέτρεψε την οργάνωση και ανάπτυξη των Ελλήνων επαναστατών στη Νότια Ελλάδα. Αν η Οθωμανική αυτοκρατορία είχε παραμερίσει την έπαρση της και ο Αλή Πασάς είχε ξανακερδίσει την εύνοια του Σουλτάνου, πολύ πιθανόν η ελληνική επανάσταση να είχε καταπνιγεί εν τη γενέσει της.

Ο όρκος των Φιλικών Πηγή/greek-language.gr

Βάσει των παραπάνω δεδομένων, και συνυπολογίζοντας την έλλειψη αναφορών από τις πηγές που ερεύνησα (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Κόκκινος, Πουκεβίλ, Φιλήμων, Φίνλεϋ) έκανα την εξής προσωπική παρατήρηση: η Φιλική Εταιρεία δεν είχε αξιοπρόσεκτη παρουσία σε περιοχές εκτός της Πελοποννήσου. Μόνο μετά την επανάσταση στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες υπό τον Α. Υψηλάντη, παρατηρούνται οι πρώτες οργανωμένες επιχειρήσεις κατά του τουρκικού ζυγού, και όχι απαραίτητα από Φιλικούς. Μάλιστα, ο ιστορικός Γεώργιος Φίνλεϋ δεν αναφέρεται στους Φιλικούς και με τα καλύτερα λόγια σχετικά με το επαναστατικό τους έργο στην Ελλάδα. Παραθέτω:

«Οι ιστοριογράφοι ανέγραψαν τα κατορθώματά της (Φιλικής Εταιρείας), ανέπτυξαν την αδυναμία της και αποκάλυψαν την αμάθεια και ανικανότητα των μελών της. Όσο οι ενέργειες της περιβάλλονταν από πέπλο μυστηρίου, ευκόλως μεγαλοποιούνταν. Όταν μαθεύτηκαν οι πράξεις της, έγινε φανερό, ότι η διαγωγή της υπήρξε επίμεμπτη. Είχε πολλούς μισθωτούς πράκτορες και οι πολιτικοί τυχοδιώκτες αποκτούσαν επιρροή και όφελος εισερχόμενοι στην οργάνωση. Τίποτα το αξιοπρόσεκτο άρα αν οι ιστοριογράφοι της υπήρξαν εγκωμιαστές της. Πολλοί από τους καλύτερους εταιριστές ήταν μάλλον περισσότερο κάτω από την επιρροή της Ρωσικής Ορθοδοξίας παρά της ελληνικής ανεξαρτησίας, και πολλοί άριστοι άνδρες που διέπρεψαν στην ελληνική επανάσταση δεν ήταν τελικά εταιριστές». (Φίνλεϋ, 2009, σελ. 147).

Ο Φίνλεϋ αναφέρεται στους Φιλικούς ιδρυτές ως «χρεωκοπημένους εμπόρους» και «ραδιούργους τυχοδιώκτες». Αναγνωρίζει ότι καλές προθέσεις και ενθουσιασμός υπήρχε από μέρους των Φιλικών, αλλά η διεύθυνση και οι αντιπρόσωποί τους δεν έχαιραν της εμπιστοσύνης των αντίστοιχων μελών στην Ελλάδα, γι’ αυτό και δεν τους έδιναν χρηματοδότηση, πόσο μάλλον να εμπιστευτούν τις ζωές τους σε άτομα αγνώστου ηθικής και προθέσεων.


Βιβλιογραφία
  • Ι. Φιλήμων (1834), Δοκίμιον Ιστορικόν Περί Της Φιλικής Εταιρείας. Ναύπλιο: Τυπογρ. Θ. Κονταξή και Ν. Λουλάκη
  • Σπ. Τρικούπης (1860), Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης, τομ. Α΄. (2ηεκδ.),Λονδίνο: Taylor and Francis Group
  • Δ. Κόκκινος (1974) Η Ελληνική Επανάσταση, τομ. Α΄.(6η εκδ.) Αθήνα: Εκδ. Μέλισσα
  • Συλλογικό έργο (1980), Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τομ. ΙΑ΄. Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών
  • Γ. Φίνλεϋ (2009) Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως τομ. Α΄. (1η επανέκδοση) Αθήνα: Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνος Δήμου
Κωνσταντίνος Δήμου
Γεννήθηκε στην Καβάλα το 1996. Είναι κάτοχος μεταπτυχιακού στις Διεθνείς Σχέσεις από το Cardiff University της Ουαλίας και απόφοιτος του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΑΠΘ, με ειδίκευση στην Ιστορία. Ασχολείται με την αναθεωρητική ιστορική έρευνα και τις στρατηγικές σπουδές υπό το πρίσμα της σχολής σκέψης του Ρεαλισμού. Έχει συμμετάσχει σε πλήθος εθελοντικών δράσεων, ενώ τα ενδιαφέροντα του περιλαμβάνουν το τένις, τη δυστοπική λογοτεχνία, τις ταινίες δράσης των 80s και την sci-fi pop κουλτούρα γενικότερα.