Του Νικόλα Λιαροδήμου,
Το πρώτο άρθρο για τη νέα δεκαετία, ήθελα να πραγματεύεται ένα θέμα με βαθιά ιστορία. Χειμώνα καιρό, σίγουρα, ο νους της πλειονότητας των απλών ανθρώπων δεν πάει στη θάλασσα. Κι όμως, είναι ο καιρός που θέλω να συμμετάσχω στη συζήτηση για τη θάλασσα και τα ξύλινα σκαριά που την αλωνίζουν.
Ήρωας εδώ δεν είναι ένας και σίγουρα δεν είναι μόνο ο άνθρωπος. Eίναι και το Καραβόσκαρο, το Πέραμα, το Λύμπερτι, το Τρεχαντίρι και ο Βαρκαλάς, αλλά ναι, είναι και οι καπετανέοι τους μαζί με όλα τους τα πληρώματα (σε περίπτωση που σας φάνηκαν ελαφρώς άγνωστα τα παραπάνω ονόματα, είναι τύποι ξύλινων σκαφών). Πλεούμενα με ιστορία που φτάνει ακόμα και στην Αρχαία Ελλάδα, βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της ζωής στη θάλασσα.
Η βαθιά και βαριά ιστορία των ξύλινων σκαφών και των πληρωμάτων που τα επανδρώνουν και η καθοριστική τους συμβολή στη διατήρηση της ομαλότητας της νησιωτικής ζωής τα φέρνουν στο κατώφλι της νέας δεκαετίας αντιμέτωπα με προκλήσεις. Αφενός, το δίλημμα ξύλινο ή πλαστικό σκάφος, με τα κατασκευαστικά προτερήματα του δεύτερου να αντικρίζονται στην ευκολία κατασκευής έναντι του πρώτου, και αφετέρου ο σταδιακός αποδεκατισμός κατασκευαστών ξύλινων σκαφών, επηρεάζουν την ισορροπία καταλυτικά.
Στο σημείο αυτό, θα ήθελα να καταστεί σαφές, πως ουδεμία απαξίωση έχω σκοπό να υπονοήσω έναντι των πλαστικών σκαφών κάθε τύπου. Πόσο μάλιστα όταν οι Έλληνες κατασκευαστές πολυεστερικών και φουσκωτών σκαφών έχουν να επιδείξουν μία αξιέπαινη γκάμα που περιλαμβάνει κάθε μήκος και τύπο σκάφους. Ακολουθώντας τη σύγχρονη εποχή, μικρά, μεσαία αλλά και μεγάλα ναυπηγεία καθελκύουν αξιόλογα σκάφη καλύπτοντας κάθε δραστηριότητα. Παρ’ όλα αυτά, θα συζητήσουμε για την παράδοση…
Την πρώτη φορά που άκουσα για καταστροφή παραδοσιακού ξύλινου σκάφους, με επιδοτούμενη προτροπή μάλιστα από την Ευρωπαϊκή Ένωση, θεώρησα πως δεν κατάλαβα καλά. Ο απώτερος στόχος, ο περιορισμός δηλαδή της αλιείας, δεν είμαι σίγουρος αν επιταχύνεται καταστρέφοντας μικρά σκάφη, όταν τα μεγάλα αλιευτικά έχουν πολλαπλάσια δυνατότητα. Παρ’ όλα αυτά, η κριτική στην κοινοτική τακτική είναι ίσως μία παράλληλη συζήτηση αλλά διαφορετική.
Σύμφωνα, λοιπόν, με την τακτική της επιδοτούμενης καταστροφής, περίπου 14 χιλιάδες παραδοσιακά ξύλινα σκαριά, έχουν διαλυθεί τα τελευταία 15 χρόνια, αφού το εισπραττόμενο ποσό είναι ιδιαίτερα υψηλό. Ο αριθμός αυτός δεν λείπει μόνον από τις θάλασσες, και τις επαγγελματικές δραστηριότητες εκεί, αλλά και από τη στεριά, στην οποία γίνεται η ετήσια συντήρηση τους και οι μικρής ή μεγάλης κλίμακας επισκευές.
Αποτέλεσμα της μείωσης του αριθμού των σκαφών ήταν η συρρίκνωση της πελατείας των παραδοσιακών ναυπηγείων. Η λογική συνέχεια, είναι ο περιορισμός της ναυπηγικής δραστηριότητας μικρής κλίμακας στα παραδοσιακά καρνάγια, με πολλά από αυτά να οδηγούνται στον αφανισμό. Το ουσιαστικό πρόβλημα, δυστυχώς, δεν έχει περιγραφεί ακόμα. Χωρίς να αφαιρείται η σπουδαιότητα του οικονομικού μαρασμού του κλάδου, είναι ανάγκη να προστεθεί η ραγισμένη αλυσίδα μετάδοσης της τέχνης, ως εξέχον ζήτημα. Πρώτο μεταξύ ίσων προβλημάτων ενδεχομένως, η τέχνη του καραβομαραγκού, που όσο και αν σπουδαστεί, αποκτιέται στην πράξη, είναι πάση θυσία αναγκαίο να διαφυλαχθεί.
Η ολοκληρωμένη κυκλικότητα του χθες, που ξεκινούσε από την εγχώρια κυρίως υλοτομία και ολοκληρωνόταν στην καθέλκυση των σκαφών, για να συνεχίσει από εκεί στα πέλαγα και πίσω στη στεριά με τις ψαριές, ίσως πρέπει να αλλάξει μα όχι να αντικατασταθεί!
Με την ίδια διαδρομή υλικών και υπηρεσιών, είναι αναγκαίο να καταρτιστεί ένα εθνικό σχέδιο που θα δώσει ξανά ζωή στον ιστορικό και πολιτιστικό κλάδο της παραδοσιακής ναυπηγικής! Η αδιαφορία για τη ναυτική μας κληρονομιά, που απογοητεύει τους ανθρώπους του μόχθου, τα χέρια των οποίων σκάλισαν σκαριά επι δεκαετίες, είναι μία ξεκάθαρη αδικία του παρόντος. Αναπτύσσοντας, όμως, νέους διαύλους διοχέτευσης του εθνικού κληροδοτήματος της ναυτικής, ναυπηγικής και αλιευτικής τέχνης, μπορεί να αποκτήσει όχι μόνο ζωή, αλλά και προοπτικές μια γνήσια Ελληνική πτυχή. Αντίστοιχα της εθνικής εμπράγματης υποστήριξης σε τουριστική υποδομή, και έπειτα από την κατάρτιση ενός σχεδίου εναλλακτικού τουρισμού, πρέπει να υποστηριχθούν άμεσα και σύντομα τα καρνάγια μας! Ρυθμίζοντας τα θέματα περί αιγιαλού, στον οποίο παρέχονται οι κατασκευαστικές δραστηριότητες, και κατευθύνοντας το προιόν προς τουριστική αξιοποίηση, με υποστήριξη πραγματική και όχι πλασματική όπως μέχρι σήμερα παρέχεται, και ακόμα, επιδοτώντας όχι το κέρδος, αλλά τη διατήρηση της τέχνης, τα σκεπάρνια μπορούν να ακουστούν ξανά.
Θα επιτύχει, έτσι, η σύγχρονη κοινωνία του σήμερα να εκφράσει ένα βαθύτατο ευχαριστώ στους ανθρώπους που στερούνται τις πολυτέλειες της αστικής ζωής και της εργασιακής άνεσης του γραφείου, που διατηρούν τη ζωή στα νησιά μας, που στα χέρια και τις ψυχές τους κρατούν την ιστορία της ναυπηγικής μας παρακαταθήκης!
Στο δεύτερο μέρος, θα ακολουθήσουν οι προτάσεις για την εμπράγματη βιωσιμότητα της τέχνης του καραβομαραγκού.