Του Νέστορα-Μάριου Αποστολόπουλου,
Ήταν 10 Ιανουαρίου 2016, όταν έφυγε από την ζωή μια από τις πλέον πολυσυζητημένες περσόνες της διεθνούς μουσικής σκηνής. Ο λόγος για τον σπουδαίο David Bowie. Έναν άνθρωπο που κατάφερε να γράψει με ανεξίτηλα γράμματα το όνομά του στον χώρο του θεάματος και πλέον απολαμβάνει δίκαια μια περίοπτη θέση στο μουσικό πάνθεον.
Γεννημένος στο Brixton του Λονδίνου, ο David Jones, όπως είναι το πραγματικό του όνομα, από πολύ νωρίς ανακάλυψε την κλίση του στη λογοτεχνία, τη μουσική και τον κινηματογράφο. Αρχικό του όνειρο ήταν να γίνει σαξοφωνίστας, ενώ, πριν κλείσει τα 20, έχει κάνει τα πρώτα του δειλά βήματα στον χώρο του πενταγράμμου, με τη συμμετοχή του σε βραχύβιες μπάντες, όπως οι “The King Bees”, “The Mannish Boys” και “The Lower Third”.
Το 1967, φοβούμενος μην το όνομά του προκαλέσει σύγχυση με τον ήδη διάσημο Davy Jones των Monkees, αποφασίζει να συστήσει τον εαυτό του με το παρωνύμιο David Bowie, εμπνευσμένος από τον Αμερικανό επαναστάτη του 19ου αιώνα, που έδωσε και το όνομά του στο γνωστό είδος μαχαιριού. Με νέο όνομα και στυλ, ο -κατά το ήμισυ- γαλανομάτης David Bowie θα δοκιμάσει πλέον την τύχη του στο μουσικό στερέωμα, ακολουθώντας σόλο καριέρα.
Το 1969, θα δημοσιεύσει το single το οποίο θα του αλλάξει τη ζωή. Μετά από μια τριετία δίχως μεγάλες επιτυχίες, ο εκκεντρικός performer θα κυκλοφορήσει το “Space Oddity”, μια μπαλάντα ύμνο στη μεγάλη επιτυχία προσεδάφισης του Apollo 11 και του Neil Armstrong στο φεγγάρι. Έκτοτε, η καριέρα του πήρε τη μεγάλη ανοδική πορεία που όλοι γνωρίζουμε, αλλά και ο ίδιος, ο χαμαιλέων της μουσικής βιομηχανίας, άρχισε να μας χαρίζει όλο και πιο ιδιαίτερες, εκκεντρικές και πολυσυζητημένες εμφανίσεις.
Στις 19 Μαρτίου του 1970, παντρεύεται την Mary Angela Barnett, την Angie, που όλοι έχουμε τραγουδήσει έστω μια φορά μέσω του Mick Jagger. Μαζί απέκτησαν έναν γιο το 1971. Παράλληλα, αρχίζει να ντύνεται με στρας, πολύχρωμες φόρμες και φορέματα, ενώ αρχίζει να δηλώνει πως είναι ομοφυλόφιλος. Μια πολυδιάστατη εικόνα αρχίζει να περιστοιχίζει το όνομά του. Ποτέ ξανά δεν πρόκειται να υπάρξει «μόνο ένας Bowie».
Το 1972 θα γίνει ο “Ziggy Stardust”, ένας ερμαφρόδιτος εξωγήινος τραγουδιστής. Οι πωλήσεις του -κατά πολλούς- κορυφαίου του δίσκου ξεπερνούν κάθε προηγούμενο και ο David Bowie ξεκινά τον δρόμο για την κατάκτηση της Αμερικής και του κόσμου, με πολλές μεγάλες επιτυχίες και συνεργασίες. Την ίδια περίοδο όμως μας συστήνει την περσόνα του «λευκού δούκα», ενός χλωμού, λιπόσαρκου David, που είχε χάσει τον έλεγχο με τα ναρκωτικά, ενώ δεν φίλτραρε πλέον τις δηλώσεις του, υποστηρίζοντας ανοικτά ακόμη και τον Hitler.
Στα τέλη της δεκαετίας, ο Bowie αρχίζει να ξαναβρίσκει τον εαυτό του και, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, επανασυστήνει τον εαυτό του στο μουσικό κοινό, έχοντας αντικαταστήσει τις εκκεντρικές εμφανίσεις με «γήινα» κοστούμια. Ο σπουδαίος major Tom επιστρέφει με το “Ashes to Ashes” και ξεσηκώνει με το “Let’s dance”. Την περίοδο αυτή, συνεργάζεται με μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα της μουσικής σκηνής, μεταξύ των οποίων ο Mick Jagger, η Tina Turner, ενώ η συνεργασία του με τους Queen και η κυκλοφορία του Under Pressure έχει μείνει στην ιστορία.
Τη δεκαετία του ’90, η ζωή του αλλάζει ριζικά, όταν γνωρίζει το τοπ μόντελ Iman. Ο έρωτάς τους ήταν παροιμιώδης, ενώ, όπως έχει δηλώσει ο ίδιος ο Bowie, «σκεφτόταν πώς θα ονομάσουν τα παιδιά τους απ’ τη νύχτα που γνωρίστηκαν». Παντρεύτηκαν το 1992 και απέκτησαν μια κόρη. Την ίδια περίοδο, δοκίμασε να ενταχθεί σε ορισμένα συγκροτήματα, αλλά, μετά τις αδιάφορες συνεργασίες του με τους “tin machine” και τους “nine inch nails”, αποφασίζει να μείνει στο παρασκήνιο και να επωμιστεί τον ρόλο του ήρεμου οικογενειάρχη.
Καθ’ όλη την πορεία του, η ιδιαίτερη αυτή περσόνα πραγματοποίησε αρκετά περάσματα από τη μεγάλη οθόνη. Το κινηματογραφικό του ντεμπούτο έκανε το 1969 ως φάντασμα στην ταινία μικρού μήκους του Michael Armstrong, “The image”. Έκτοτε τον έχουμε απολαύσει σε μια σειρά σημαντικών (ή και όχι) ρόλων σε αρκετές επιτυχίες, όπως το “Labyrinth”, το «Καλά Χριστούγεννα κύριε Λόρενς» και το “Hunger”. Ο Άγγλος performer «νίπτει τας χείρας του» ως Πόντιος Πιλάτος στον «Τελευταίο Πειρασμό» του Scorsese, ενώ τον τελευταίο του σημαντικό ρόλο του χάρισε ο Christopher Nolan στο “Prestige”.
Το 2006 βραβεύτηκε για την προσφορά του στη μουσική καθ’ όλη αυτή την περίοδο και έδωσε την τελευταία του ζωντανή συναυλία φιλανθρωπικού χαρακτήρα στο Hammersmith Ballroom της Νέας Υόρκης. Τον θάνατο βρήκε έξι χρόνια αργότερα, χάνοντας τη μάχη με τον καρκίνο, που τον ταλαιπώρησε 18 μήνες, ενώ δύο ημέρες πριν κυκλοφόρησε το κύκνειο άσμα του, το άλμπουμ του “Black Star”.
Σήμερα, συμπληρώνονται πέντε χρόνια χωρίς έναν μοναδικό καλλιτέχνη που βρέθηκε δεκάδες φορές στην κορυφή των βρετανικών charts, που μάγεψε γενιές και γενιές με τη φωνή του και που έχει κερδίσει μια θέση στην καρδιά πολλών από εμάς. Πέντε χρόνια χωρίς τον David Bowie. Πέντε χρόνια, που όμως η κληρονομιά του, τα τραγούδια του εξακολουθούν να μας συντροφεύουν. Και μέσω αυτών θα εξακολουθήσει να είναι πάντα μαζί μας ο δούκας, ο Starman, o Rebel, o Hero, o Bowie.