13.7 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΚίνδυνος τυχαίας καταστροφής ή χειροτέρευσης βάσει του άρθρου 522 ΑΚ επ.

Κίνδυνος τυχαίας καταστροφής ή χειροτέρευσης βάσει του άρθρου 522 ΑΚ επ.


Της Χαράς Αναστασιάδου,

Μία ενδιαφέρουσα έννοια στον Αστικό Κώδικα είναι αυτή του κινδύνου, που συνίσταται σε μελλοντικό, αβέβαιο και τυχαίο γεγονός, πράγμα που τον διαχωρίζει από την ευθύνη, η οποία συνδέεται με την υπαιτιότητα (δόλος ή αμέλεια) του φερόμενου προσώπου. Με άλλα λόγια, κίνδυνος είναι αυτό που προκαλείται από φυσικά αίτια (σεισμοί, πλημμύρες κ.ο.κ.) ή από συμπεριφορά τρίτου προσώπου. Επίσης, κρίσιμο είναι να αναφερθεί ότι ο κίνδυνος σχετίζεται με την ολική καταστροφή του πράγματος, ενώ η χειροτέρευση με τη μερική καταστροφή  ή δυσχέρανσή του.  Η έννοια του κινδύνου είναι ιδιαίτερα κρίσιμη, για να επιλυθούν ζητήματα, όπως ποιος φέρει τον κίνδυνο και θα βρεθεί στη δυσχερή θέση να εκπληρώσει την υποχρέωσή του μολονότι, δεν θα λάβει αντιπαροχή (όχι αντάλλαγμα).

Έχοντας πει αυτά, είναι μείζονος σημασίας να ερευνήσουμε σε ποιο χρονικό σημείο επήλθε ο κίνδυνος, προκειμένου να εντοπίσουμε ποιος θα επωμιστεί τις δυσμενείς συνέπειές του. Για τον λόγο αυτό, θα εξετάσουμε το άρθρο 522 ΑΚ, που αφορά σε θέματα πώλησης. Αν επήλθε πριν την παράδοση του πράγματος, με αυτόν βαρύνεται ο πωλητής, για τον λόγο ότι βρίσκεται σε αδυναμία παροχής. Με βάση το τελευταίο, ο αγοραστής έχει το δικαίωμα να του αρνηθεί την εκπλήρωση της παροχής που υπάρχει στο πρόσωπό του, δηλαδή την καταβολή του τιμήματος. Όμως, αν επέλθει η περίπτωση του κινδύνου μετά από την παράδοση, το βάρος είναι στο πρόσωπο του αγοραστή και θα υποχρεωθεί σε καταβολή του τιμήματος, ακόμα κι αν δεν λάβει κανένα αντάλλαγμα για την οικονομική θυσία στην οποία υπεβλήθη. Η δικαιολογητική βάση είναι ότι ο πωλητής έκανε ό,τι όφειλε να κάνει και μετά την παράδοση δεν μπορούσε να εποπτεύει το πράγμα. Παρατηρούμε, λοιπόν, πως έχει μεγάλη βαρύτητα η παράδοση ως υλική ενέργεια, δηλαδή από χέρι σε χέρι και όχι ως δικαιοπραξία, εννοώντας την έκταξη ή την αντιφώνηση της νομής (ΑΚ 976-977). Τα ως άνω ισχύουν για την περίπτωση που έχουμε κινητό πράγμα, καθώς σε περίπτωση που υπάρχει ακίνητο, προσφεύγουμε στη δεύτερη παράγραφο του ίδιου άρθρου, όπου κρίσιμος είναι ο χρόνος της μεταγραφής της συμφωνίας και η θέση της στο οικείο υποθηκοφυλακείο.

Μία άλλη περίπτωση κατά την οποία πραγματοποιείται ο κίνδυνος, είναι αυτή του άρθρου 523 ΑΚ, όπου γίνεται αναφορά στην πλήρωση της αίρεσης που έθεσαν τα μέρη. Αν η αίρεση είναι αναβλητική (δηλαδή δεν εκπληρώνεται τώρα η σύμβαση, αλλά αναβάλλεται και εξαρτάται από το να επισυμβεί ή όχι ένα γεγονός), ο κίνδυνος παραμένει στον πωλητή για όσο διάστημα αυτή εκκρεμεί, ενώ αν αυτή ματαιωθεί, δεν υπάρχει ούτε πώληση, ούτε κίνδυνος που να σχετίζεται με αυτή. Για παράδειγμα, αν συμφωνήσουν ότι η σύβαση θα καταρτιστεί, αν το πωληθέν ακίνητο συμπεριληφθεί στο σχέδιο της πόλεως. Αν η αίρεση είναι διαλυτική (δηλαδή εκπληρώνεται η σύμβαση, αλλά γίνεται να ανατραπεί στο μέλλον αν επέλθει ή όχι ορισμένο γεγονός), ο κίνδυνος μετατίθεται στον αγοραστή, για όσο διάστημα η αίρεση ήρτηται, ενώ αν αυτή ματαιωθεί, απλώς εφαρμόζεται το άρθρο 522. Για παράδειγμα, αν τα μέρη συμφωνήσουν ότι θα ανατραπεί η πώληση ακινήτου σε περίπτωση που βγει εκτός σχεδίου της πόλεως, γιατί ο αγοραστής δεν θέλει να βρεθεί στη θέση να επωμίζεται δαπάνες παροχής υπηρεσιών (ρεύμα, νερό κ.ο.κ.) , τις οποίες θα του παρείχε ο Δήμος άνευ επιβαρύνσεώς του. Θα μπορούσε, λοιπόν, να λεχθεί ότι το άρθρο 523 συνιστά εξαίρεση από το 522 ή απλώς ότι τελούν σε σχέση ειδικού προς γενικό.

Επιπρόσθετα, το άρθρο 524 κάνει λόγο για την περίπτωση που επέρχεται καταστροφή ή χειροτέρευση κατά το χρονικό σημείο της μεταφοράς του πράγματος, αν αποστέλλεται σε τόπο διαφορετικό από τον αρχικά συμφωνημένο. Η λογική πίσω από αυτήν τη διάταξη είναι ότι ο πωλητής είναι άξιος μεγαλύτερης προστασίας, καθώς ο αγοραστής ήταν αυτός που τον αιφνιδίασε και τον υποχρέωσε να προβεί σε αυτήν την ενέργεια (αφού σε προγενέστερο στάδιο όρισαν διαφορετικό τόπο παραλαβής) και επιπλέον, το ότι παρέδωσε προς αποστολή σημαίνει ότι το πράγμα εκφεύγει από την σφαίρα ελέγχου του και δεν θα ήταν θεμιτό να τον υποχρεώσουμε να δώσει το πράγμα χωρίς να πάρει κάποιο αντάλλαγμα. Με άλλα λόγια, μιλάμε για το ότι το πράγμα ταξιδεύει με τον κίνδυνο του αγοραστή. Ειδικότερες ρυθμίσεις σε σχέση με το 522 αποτελούν οι ΑΚ 548-549, που περιέχουν ένα ευρύ φάσμα δικαιωμάτων για το μέρος που δεν επωμίζεται τους κινδύνους. Μεταξύ αυτών είναι η δυνατότητα υπαναχώρησης, η αξίωση του για μείωση του τιμήματος, για διόρθωση, αντικατάσταση ή αποζημίωση.

Στο σημείο αυτό, αξίζει να γίνει λόγος για τη δικαστική απόφαση 6693/2015 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και να δοθεί έμφαση στο ότι η ρύθμιση του 522 δεν είναι αναγκαστικό δίκαιο, πράγμα που σημαίνει ότι δεν υποχρεώνει τα μέρη να δεσμευτούν έτσι και τους αφήνει ένα πεδίο να αποφασίσουν πότε επέρχεται ο κίνδυνος, είτε παραθέτοντας τον κίνδυνο σε εγγύτερο, είτε σε μεταγενέστερο σημείο, ή ακόμα και εξειδικεύοντας πότε υπάρχει κίνδυνος (προβλέπουν συγκεκριμένες περιπτώσεις). Με άλλα λόγια, υπάρχει περίπτωση που χωρούν αποκλίσεις/διαφορετικές συμφωνίες από αυτό που όρισε ο νόμος.

Σε αντιπαραβολή με τα ως άνω βρίσκεται το άρθρο 1951, που ορίζει ότι ο κίνδυνος τυχαίας καταστροφής υπάρχει από το σημείο που καταρτίζεται η σύμβαση. Κρίσιμο, δηλαδή, είναι πότε υπάρχει σύμπτωση βουλήσεων των μερών, χωρίς να έχει καμία βαρύτητα το γεγονός της παράδοσης. Επομένως, παρατηρείται ότι ο κίνδυνος μεταφέρεται σε ένα προγενέστερο σημείο, κάτι το οποίο κατατείνει σε πληρέστερη προστασία, γι’ αυτό και το παρόν άρθρο αποτελεί εξαίρεση από τις κοινές διατάξεις περί πώλησης.

Συμπερασματικά, αυτό που έχει μεγάλη σημασία είναι πως έκαστο μέρος οφείλει να εκπληρώνει αυτό που τον βαρύνει, καθώς σε αντίθετη περίπτωση δεν είναι άξιος προστασίας και θεμελιώνεται περίπτωση ευθύνης του. Όμως, υπάρχει και βάρος του να υποστεί τις συνέπειες τυχαίας καταστροφής σε περίπτωση που ο κίνδυνος βρίσκεται στη δική του σφαίρα υπαιτιότητας. Πάντως, η νομοθεσία λειτουργεί υπέρ του αγοραστή, εξ ου και η μεγάλη σημασία που έχει ο νόμος 2251/1994 για την προστασία του καταναλωτή. Αυτό δικαιολογείται από το ότι ο πωλητής οργανώνεται επιχειρηματικά και οφείλει να προβλέψει τις περιπτώσεις που θα βρεθεί σε θέση να αποκαταστήσει μία ζημία που επήλθε ή  τις περιπτώσεις που θα υποστεί κάποια συνέπεια, ακόμα και χωρίς να έχει επιδείξει κατακριτέα συμπεριφορά.


Πηγές
  • Γενικό Ενοχικό Δίκαιο, Γεωργιάδης, 2η έκδοση
  • Ειδικό Ενοχικό Δίκαιο, Γεωργιάδης
  • Κληρονομικό Δίκαιο, Βαρελάς
  • ΜΠρΑθ 6693/2015, ΑΠ 518/1972

 

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Χαρά Αναστασιάδου
Χαρά Αναστασιάδου
Γεννήθηκε το 2000 στην πόλη της Καστοριάς, όπου διέμενε μέχρι να μετακομίσει στην Αθήνα για σπουδές. Διανύει το τρίτο έτος των σπουδών της στο τμήμα της Νομικής και ο τομέας δικαίου που την ενδιαφέρει περισσότερο, είναι αυτός του Ιδιωτικού Δικαίου. Από μικρή ηλικία , ασχολείται με τον αθλητισμό και ειδικότερα με την κωπηλασία. Της αρέσει να ταξιδεύει, να κάνει νέα πράγματα και να κυνηγά τα όνειρά της.