Του Βασίλη Δημόπουλου,
Στην πολύκροτη περίοδο των προεπαναστατικών χρόνων, υπήρξαν περιπτώσεις ανθρώπων που προσέφεραν τα μέγιστα δυνατά στην προσπάθεια οργάνωσης και συσπείρωσης του Ελληνισμού για τον Επαναστατικό Αγώνα, οι οποίοι με την πάροδο των χρόνων είτε ξεχάστηκαν, είτε αποσπάστηκαν από το ρου της Ιστορίας της χώρας. Αναμφισβήτητα, στην προκείμενη κατηγορία, εντάσσεται ο σπουδαίος έμπορος και μέγα μέλος της Φιλικής Εταιρείας, Παναγιώτης Σέκερης.
Γεννημένος στην Αρκαδία και ειδικότερα στην περιοχή της Τριπολιτσάς, το 1783, ο Παναγιώτης Σέκερης δύναται να θεωρηθεί μία από τις πιο ενδιαφέρουσες προσωπικότητες του προεπαναστατικού αγώνα. Στην περιοχή της Αρκαδικής πρωτεύουσας, έμαθε τα πρώτα του γράμματα, ενώ, λίγα χρόνια αργότερα, σπούδασε στη σχολή της Δημητσάνας. Ο πατέρας του, που υπήρξε έμπορος στην γύρω περιοχή, δολοφονείται από έναν Τούρκο, το 1798, σημαδεύοντας το υπόλοιπο της ζωής του δεκαπεντάχρονου, τότε, Παναγιώτη. Εξ ’αιτίας του εν λόγω γεγονότος, αναγκάζεται να καταφύγει στο νησί των Σπετσών, μαζί με τους δύο αδελφούς του, όπου μένει σε συγγενικά πρόσωπα, που εργάζονταν και εκείνοι ως έμποροι.
Η συνεχής τριβή του ίδιου στο πέρασμα των χρόνων, με το αχανές επάγγελμα του εμπόρου, διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην επιλογή του Παναγιώτη Σέκερη να ασχοληθεί επαγγελματικά με το εμπόριο. Λίγα χρόνια μετά την έλευσή του στις Σπέτσες, αναχωρεί για την Κωνσταντινούπολη, ώστε να ιδρύσει τη δική του επιχείρηση. Ακόμα και μετά από τόσα χρόνια, δεν βρισκόμαστε σε θέση να γνωρίζουμε το ακριβές είδος των εμπορικών επιχειρήσεών του. Όμως, μελετώντας τις συνθήκες της εποχής, μπορούμε να υποθέσουμε πως η εμπορική του δραστηριότητα θα κάλυπτε χρηματιστικές και δανειοδοτικές υποθέσεις. Όντας εγκαταστημένος, μάλιστα, στην περιοχή της Κωνσταντινούπολης, κατόρθωσε να εξελίξει την εμπορική του επιχείρηση, φθάνοντας σε σημείο να απαριθμεί 15 ιστιοφόρα υπό τις διαταγές του, κατά τη δεκαετία του 1810.
Την ίδια περίοδο και συγκεκριμένα το 1814, η Φιλική Εταιρεία πραγματοποιεί τα πρώτα της αναγνωριστικά βήματα στην Οδησσό της Ρωσίας, έχοντας ως κύριο στόχο την απελευθέρωση της Ελλάδας από τον Τουρκικό ζυγό, μέσω μετωπικής αντιμετώπισής του. Το πρώτο μέλος, μάλιστα, που μυήθηκε στους στόχους της, πέρα από τα τρία ιδρυτικά της μέλη και τον Παναγιώτη Αναγνωστόπουλο που συμμετείχε στις τελετές ίδρυσης της οργάνωσης, υπήρξε ο μικρότερος αδελφός του Παναγιώτη Σέκερη, Γεώργιος.
Ο Γεώργιος Σέκερης, δεν επιθυμούσε ποτέ να ασχοληθεί με το εμπόριο, όπως ο μεγαλύτερος αδελφός του, αλλά με τη στρατιωτική επιστήμη. Για αυτό τον λόγο, ο Παναγιώτης τον είχε στείλει λίγα χρόνια νωρίτερα, να μαθητεύσει στα κέντρα Ελλήνων διανοούμενων. Ταξίδευε αρκετά συχνά σε πολλές πόλεις, όπου άνθιζε η κοινωνική και πνευματική δράση των Ελλήνων της διασποράς. Η εν λόγω περιήγηση του Γεώργιου υπήρξε καθοριστική, καθώς σε ένα από τα ταξίδια του στη Μόσχα, όπου, εκτός των άλλων, θα επισκεπτόταν τον άλλο αδελφό του, Αθανάσιο, γνώρισε τον Αθανάσιο Τσακάλωφ. Ο τελευταίος του μίλησε για τους σκοπούς της Φιλικής Εταιρείας και τον έπεισε να μυηθεί σε εκείνη, ως το πρώτο επίσημο μέλος της.
Αναμφισβήτητα, η ύπαρξη της Φιλικής Εταιρείας θα ήταν κάτι παραπάνω από γνωστή στον Παναγιώτη Σέκερη, κυρίως μέσω της επικοινωνίας που θα είχε με το Γεώργιο. Η συμμετοχή του, όμως, στην οργάνωση ήταν αδύνατη, καθώς η έδρα της βρισκόταν στην Οδησσό, ενώ ο ίδιος ο Παναγιώτης είχε κατορθώσει να φτάσει σε ένα αξιοζήλευτο επίπεδο εμπορικής δραστηριότητας στην πόλη της Κωνσταντινούπολης. Ταυτόχρονα, ο τρίτος αδελφός της οικογένειας, Αθανάσιος, τρία χρόνια μετά την ένταξη του Γεώργιου στην μυστική οργάνωση, αποφασίζει να μυηθεί και εκείνος με τη σειρά του στη Φιλική Εταιρεία. Μολαταύτα, τα ιδρυτικά μέλη της Εταιρείας, κατά τα πρώιμα χρόνια λειτουργίας της, δεν είχαν κατορθώσει να εξελίξουν την οργάνωση, κυρίως λόγω προβλημάτων οικονομική φύσεως και λόγω ανεπάρκειας πόρων.
Έτσι, οι Σκουφάς, Τσακάλωφ και Ξάνθος, αποφασίζουν να μεταφέρουν την έδρα της Εταιρείας από την Οδησσό στην Κωνσταντινούπολη, το 1818. Η κίνηση αυτή αποδείχθηκε καταλυτικής σημασίας, καθώς στόχευε στην επίλυση των προαναφερθέντων ζητημάτων, τα οποία εμφανίζονταν ως τροχοπέδη για την εξέλιξη της μυστικής οργάνωσης. Ένας κύριος λόγος, μάλιστα, σχετικά με την ειρημένη τούτη απόφαση, υπήρξε και ο ίδιος ο Παναγιώτης Σέκερης. Τα ιδρυτικά μέλη, επιθυμούσαν να χρησιμοποιήσουν τη συμμετοχή των δύο αδελφών του, ως έρεισμα για την προσάρτηση του Παναγιώτη στο ενεργό δυναμικό της Εταιρείας.
Εάν επιτυγχανόταν το εν λόγω εγχείρημα, η Φιλική Εταιρεία θα αποκτούσε απαράμιλλο κύρος, καθώς στους κόλπους της θα εντασσόταν ένας από τους πιο επιφανείς εμπόρους της Κωνσταντινούπολης. Για αυτό το λόγο, αποφάσισαν να προγραμματίσουν με εξαιρετική προσοχή τις κινήσεις τους, ώστε να αναζητήσουν τον κατάλληλο άνθρωπο που θα έλθει σε επαφή με τον Παναγιώτη Σέκερη. Έπειτα από διαβουλεύσεις αρκετών ημερών, προκρίθηκε ο Αναγνωστόπουλος, ο οποίος είχε κατορθώσει να θεωρείται ένα από τα ηγετικά πρόσωπα της «Ανώτατης Αρχής», ως ο πιο κατάλληλος να συναντηθεί με το μεγάλο έμπορο, με στόχο να τον πείσει να συμμετάσχει στην οργάνωση.
Ο Αναγνωστόπουλος, λοιπόν, ξεκίνησε το ταξίδι του προς την Κωνσταντινούπολη από την Οδησσό, ώστε να απευθυνθεί στον Παναγιώτη Σέκερη. Μαζί του, κουβαλούσε και μία συστατική επιστολή από τον αδελφό του τελευταίου, Αθανάσιο, την οποία θα χρησιμοποιούσε σε περίπτωση που ο σπουδαίος έμπορος εμφάνιζε ενδοιασμούς και δίσταζε να συμμετάσχει στην οργάνωση. Ωστόσο, κάτι τέτοιο, όπως φανερώθηκε, δεν θεωρήθηκε ποτέ ως επιλογή, Έπειτα από λίγα μόλις λεπτά συνδιαλλαγής μεταξύ των δύο ανδρών, ο Παναγιώτης Σέκερης δέχτηκε να συμμετάσχει ως ένα από τα εξέχοντα μέλη της Εταιρείας, εγκολπώνοντας με αυτό τον τρόπο τους στόχους και τα ιδανικά της μυστικής οργάνωσης. Μάλιστα, προς διαφύλαξη και συνέχεια της προσπάθειας των εν λόγω στόχων της Εταιρείας, συνείσφερε 10.000 γρόσια, ποσό υπερδιπλάσιο από εκείνο που είχαν κατορθώσει να συλλέξουν τα ιδρυτικά μέλη της τα προηγούμενα χρόνια.
Με την είσοδο του Παναγιώτη Σέκερη στην Εταιρεία, αλλά και την ταυτόχρονη δωρεά του υπέρογκου ποσού των 10.000 γροσιών, σηματοδοτείται μία νέα εποχή για την Εταιρεία των Φιλικών. Πλέον, η οργάνωση είχε αποκτήσει ένα ικανό κεφάλαιο, ώστε να προχωρήσει σε μυήσεις νέων μελών, προσπαθώντας να προετοιμαστεί για τον επερχόμενο Αγώνα. Οι πρώτοι μήνες έπειτα από τη μύηση του Σέκερη στην Εταιρεία, μάλιστα, υπήρξαν ανυπέρβλητοι. Ο ίδιος ο Σέκερης, χρησιμοποιώντας έξυπνα και ευφάνταστα την εμπορική εικόνα που είχε καλλιεργήσει στη Κωνσταντινούπολη τα προηγούμενα χρόνια, κατόρθωσε να προσελκύσει στους κόλπους της Εταιρείας πλήθος μεγαλέμπορων της Πόλης, ενώ παράλληλα προσπάθησε να καλύψει τυχόν κενά σε κεφάλαιο με την κατήχηση αρκετών πλοιοκτημόνων. Ο Παναγιώτης Σέκερης είχε προσδώσει στην άλλοτε βαθιά χτυπημένη οικονομικά οργάνωση ένα διαφορετικό κύρος, με αναπτυσσόμενο κέρδος και πληθώρα νέων μυήσεων.
Ωστόσο, η συνεισφορά του στην Εταιρεία δεν θα σταματούσε εκεί. Το 1818, ο σπουδαίος πατριώτης και ίσως ο πιο ένθερμος υποστηρικτής των στόχων που προωθούσε η Εταιρεία, Νικόλαος Σκουφάς, πεθαίνει στην Κωνσταντινούπολη, προδομένος από την υγεία του. Ο Αναγνωστόπουλος, αναλογιζόμενος το κενό που είχε αφήσει ο Σκουφάς με τον θάνατο του στην διοικητική ομάδα της οργάνωσης, αποφασίζει να αποκαλύψει στον Σέκερη όλες τις σχετικές πληροφορίες για την «Αόρατη Αρχή» της Εταιρείας. Ο σπουδαίος έμπορος, δέχτηκε με ψυχραιμία κάθε πληροφορία που του παρουσίασε ο Αναγνωστόπουλος και ορκίσθηκε πως θα προσέφερε την περιουσία του για την προφύλαξη των σκοπών της Εταιρείας. Είχε καταφέρει να καταπλήξει τους πάντες με τη γενναιοψυχία και τη γενναιοδωρία του. Λίγους μήνες αργότερα, στο τέλος του 1818, καταφέρνει να εξασφαλίσει στην Εταιρεία 25.000 γρόσια, χωρίζοντας το ποσό τούτο σε τέσσερα μέρη, ώστε να συνεχιστεί το έργο της Εταιρείας από τους τέσσερις διευθύνοντες της.
Μετά την αναχώρηση του Αναγνωστόπουλου και του Ξάνθου από την Κωνσταντινούπολη το Φεβρουάριο του 1819,ο Σέκερης έμεινε μοναδικός αρχηγός της Εταιρείας. Σε εκείνον έπρεπε να απευθύνονται όλα τα αφιερωτικά γράμματα και οι συνδρομές των νέων μελών. Με τη σειρά του, ο ίδιος όφειλε να ανταποκρίνεται στις οικονομικές απαιτήσεις των εξεχόντων μελών και να ενημερώνει τα μέλη της Αρχής πού είχαν αυτά διανεμηθεί. Για να ανταπεξέλθει στις αυξανόμενες οικονομικές ανάγκες, αναγκαζόταν να μεταχειρίζεται την προσωπική του περιουσία, η οποία όπως ήταν φυσικό είχε αρχίσει να μειώνεται. Το 1820, έχοντας, πλέον, εξανεμίσει το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του, αναγκάστηκε να καταφύγει σε συνεχείς δανεισμούς από εμπόρους της Κωνσταντινούπολης, για να αντιμετωπίσει τις άμεσες δαπάνες της Εταιρείας. Το αποτέλεσμα αυτού ήταν η πτώχευση της εμπορικής του επιχείρησης και η αναγκαστική απομάκρυνση του από τους επερχόμενους Αγώνες της οργάνωσης.
Λίγο πριν την έναρξη της Επανάστασης, κατέφυγε στην Οδησσό, όπου, αν και οικονομικά ανίσχυρος, συνέχιζε να αγωνίζεται για τους Έλληνες της διασποράς. Επιθυμούσε να βρεθεί πίσω στη χώρα του, ώστε να μάχεται για την απελευθέρωση της και την πραγματοποίηση των στόχων της Φιλικής Εταιρείας, στην οποία άφησε κάθε ίχνος της περιουσίας του, όμως, η αδυναμία του να προσφέρει τόσο σε οικονομικό όσο και ηθικό επίπεδο ήταν ολοφάνερη. Παρέμεινε στην Οδησσό τα χρόνια των Αγώνων και επέστρεψε στην Ελλάδα το 1830, όπου εγκαταστάθηκε μόνιμα με την οικογένεια του στο Ναύπλιο. Σεμνός όπως ήταν, δε δέχτηκε καμία δημόσια θέση ή πολιτικό αξίωμα, αλλά εργάστηκε ως τελωνειακός υπάλληλος, αφήνοντας την τελευταία του πνοή, πάμπτωχος, το 1847, σε ηλικία 67 ετών.
Συνοψίζοντας, ο Παναγιώτης Σέκερης, υπήρξε ένας εκ των πολλών ανθρώπων, που εργάστηκαν σκληρά για την προετοιμασία των κατάλληλων συνθηκών για τον απελευθερωτικό Αγώνα. Δώρισε την περιουσία του για την εκπλήρωση των στόχων της Φιλικής Εταιρείας και αποτέλεσε έναν από τους σημαντικότερους λόγους που η οργάνωση κατάφερε να εξελιχθεί και να ακμάσει. Άφησε πίσω του ένα λεπτομερέστατο καταστατικό από την εποχή που βρισκόταν στην Εταιρεία, αποτελούμενο από 14 έγγραφα, τα οποία θεωρούνται μία από τις πιο έγκυρες πηγές που έχουμε στη διάθεσή μας, σχετικά την οργάνωση και τη δομή της. Δικαιωματικά δύναται να θεωρηθεί ένας από τους ευεργέτες της σύγχρονης ιστορίας της χώρας, επιθυμώντας συνεχώς την απελευθέρωση της από τον αφόρητο τουρκικό ζυγό.
Βιβλιογραφία
- I. Φιλήμων (1834), Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Φιλικής Εταιρείας. Ναύπλιο. Τυπογρ. Θ. Κονταξή και Ν. Λουλάκη
- I. Μελιτόπουλος (1967), Η Φιλική Εταιρεία Αρχείο Π. Σέκερη. Αθήνα.
- Δ. Κόκκινος (1974) Η Ελληνική Επανάστασις Τόμος 1ος (6η έκδ) Αθήνα: Εκδ. Μέλισσα
- Συλλογικό Έργο (1975), Ιστορία του Ελληνικού Έθνους τόμος ΊΑ. Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών.