Της Σοφίας Ζαφειροπούλου,
Η παραβατικότητα των ανηλίκων είναι φαινόμενο κοινωνικής παθογένειας. Tο πρόβλημα εμφανίζεται κυρίως ως κρίση των θεσμών, η οποία δεν φαίνεται να είναι παροδική. Ολοένα και περισσότεροι ανήλικοι κατρακυλούν στη συστηματική κοινωνική απειθαρχία, ένα δε μικρότερο, αλλά αυξανόμενο μέρος αυτών, διολισθαίνει στην παραβατικότητα, ακόμα και τη σοβαρή εγκληματικότητα.
Η εγκληματικότητα των ανηλίκων στην Ελλάδα, όπως και στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, παρουσιάζει νέες μορφές, που μέχρι πρότινος δεν υπήρχαν μάλιστα σε τόσο μεγάλη ένταση. Σήμερα, είναι σε έξαρση η βία που δεν περιορίζεται στα πλαίσια του σχολείου, αλλά αντίθετα επεκτείνεται στην ανάπτυξη μιας κουλτούρας του δρόμου, η οποία τροφοδοτεί τα συμμοριακά φαινόμενα.
Η αρχή της εφηβείας είναι μία κρίσιμη φάση στην διαμόρφωση της ανθρώπινης συμπεριφοράς, στη διάρκεια της οποίας οι παρεκκλίνουσες συμπεριφορές εμφανίζονται και εξελίσσονται. Παραδοσιακά θεωρείται πως οι εγκληματικές ενέργειες των ανήλικων εξαντλείται στις μικροκλοπές σε καταστήματα. Πλέον, τα δεδομένα αποδεικνύουν το αντίθετο. Πρόσφατες έρευνες καταδεικνύουν πως η είσοδος των ανηλίκων στην παραβατικότητα γίνεται μέσω προσβολών και παραβιάσεων που δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερη βαρύτητα. Οι πρώτες συμπεριφορές αυτού του είδους, που εκδηλώνονται στην ηλικία των 8 χρονών, αφορούν περιπτώσεις ανυπακοής, αντίστοιχα στα 11 χρόνια, αρχίζουν οι μικροαπάτες και η προσφυγή στη βία, στα 12 χρόνια παρατηρείται προκλητική συμπεριφορά και ανυπακοή προς τις Αρχές, όπως και άλλες έκνομες ενέργειες (μικροκλοπές, απειλές, βανδαλισμοί, χρήση ναρκωτικών ουσιών κ.ο.κ). Περίπου στην ηλικία των 13 ετών παρατηρείται η ροπή προς τις ληστείες και τα αδικήματα σεξουαλικού χαρακτήρα και τέλος οι παραβάσεις που σχετίζονται με τον ΚΟΚ, οι οποίες παρατηρούνται γύρω στα 14-16 χρόνια.
Θα μπορούσε να υποστηριχθεί, βάσει των στατιστικών στοιχείων που υπάρχουν, ότι τα ποσοστά συμμετοχής των ανηλίκων στην συνολική εγκληματικότητα στην Ελλάδα είναι σχετικά πολύ μικρά, εκτός των παραβάσεων του Κ.Ο.Κ. Ωστόσο, αυτό δεν είναι απόλυτα αληθές. Η προϊσταμένη του Τμήματος Δικασίμου της Υπηρεσίας Επιμελητών Ανηλίκων της Αθήνας, κ. Ευαγγελία Κογιαννάκη, δηλώνει επί του ζητήματος πως «Κάτι που σίγουρα δεν αντικατοπτρίζεται στα στατιστικά στοιχεία είναι η ραγδαία διάδοση της χρήσης ναρκωτικών σε όλο και μικρότερες ηλικίες. Η κατάσταση είναι πολύ χειρότερη από ό,τι εμφανίζεται στα επίσημα έγγραφα». Συνεχίζοντας, αναφέρει ότι πολλά από τα άλλα αδικήματα, όπως οι κλοπές, διαπράττονται προκειμένου να εξασφαλιστούν χρήματα για ναρκωτικά, γεγονός που δεν φαίνεται στις έρευνες, όμως προκύπτει από την εμπειρία των επιμελητών ανηλίκων και του δικαστηρίου.
Στην Ελλάδα, η άσκηση του επίσημου κοινωνικού ελέγχου γίνεται στη βάση δύο κριτηρίων: α) του ηθικού κινδύνου και β) της τέλεσης συγκεκριμένου αδικήματος. Στην πρώτη περίπτωση υφίσταται λήψη προληπτικών μέτρων, ενώ στη δεύτερη η λήψη αναμορφωτικών, θεραπευτικών και σωφρονιστικών. Το έργο των δικαστηρίων ανηλίκων συμπληρώνουν οι επιμελητές ανηλίκων και εταιρείες προστασίας ανηλίκων.
Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφερθούν οι ενδεικτικές νομοθετικές ρυθμίσεις στην Ελλάδα:
Σύμφωνα με την Σύμβαση για τα Δικαιώματα του παιδιού, παιδί θεωρείται «κάθε ανθρώπινο ον μικρότερο των 18». Ο σύγχρονος Σωφρονιστικός Κώδικας Ν.2776/24.12.1999 (ΦΕΚ Α 291). Ο Ποινικός Κώδικας άρθρα 51,54,121-123 και 360. Τα άρθρα 1, 4, 7, 27 παρ. 1, 45 Α, 112 , 113 , 130 , 489 , 549 , παρ.5 και 565 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Το ΠΔ 6/1999 σχετικά με τα «Ειδικά καταστήματα Κράτησης Νέων». Το ΠΔ 342/2000 και ΠΔ 378/2001 (ΦΕΚ Α 252) σχετικά με την «αύξηση του ευεργετικού υπολογισμού των ημερών ποινής». Το ΠΔ 240 ( ΦΕΚ Α 283/20.12.2007 ) σχετικά με τον «ευεργετικό υπολογισμό των ημερών ποινής των καταδίκων και υποδίκων για εργασία ή απασχόληση σε προγράμματα ή σπουδές».
Ως προς την αντιμετώπιση του προβλήματος:
Έχει αποδειχθεί ότι η καταστολή μέσα από την εγκληματοποίηση συμπεριφορών και την αυστηροποίηση της ποινικής καταστολής φέρνει τα αντίθετα αποτελέσματα. Η εγκληματικότητα και η θυματοποίηση των ανηλίκων είναι ένα σύνθετο πρόβλημα, στο οποίο δεν υπάρχουν προκατασκευασμένες λύσεις, αλλά απαιτεί την πολυδιάστατη παρέμβαση και δράση σε διάφορα επίπεδα, επίπεδο οικογένειας, εκπαίδευσης (σχολείο), ευρύτερου κοινωνικού περιβάλλοντος, μέσων μαζικής ενημέρωσης, τεχνολογίας, ποινικής δικαιοσύνης, ψυχαγωγίας κ.ά. Ένα πρώτο βήμα για την αντιμετώπιση της βίας είναι η παιδεία, που διαμορφώνει το πνεύμα και τις αξίες, οι οποίες εφαρμόζονται στην καθημερινή μας ζωή, με τη δημοκρατία, την πολιτειακή συνείδηση, τη δικαιοσύνη. Παράλληλα, προγράμματα και δραστηριότητες που θα υλοποιηθούν σε συνεργασία με σχολεία, συλλόγους γονέων και κηδεμόνων για την ενημέρωση σε θέματα παραβατικότητας, αλλά και ναρκωτικών, αλκοολισμού και κακοποίησης. Από τα προαναφερθέντα γίνεται κατανοητό ότι οι θεραπευτικές παρεμβάσεις στους νέους πρέπει να γίνονται στην αρχή της εφηβείας και όχι στο τέλος, όπως συνέβαινε μέχρι σήμερα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, Youth violence, διαθέσιμο εδώ
- Βλάχου, Β., Η εγκληματικότητα των ανηλίκων ως κοινωνικό φαινόμενο, διαθέσιμο εδώ
- Σκότης, Σ., Η φαινομενολογία της νεανικής παραβατικότητα και η συνδρομή της αστυνομίας της πρόληψής της, διαθέσιμο εδώ