14.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΟι λόγοι ακύρωσης των διοικητικών πράξεων

Οι λόγοι ακύρωσης των διοικητικών πράξεων


Της Ιωάννας Μπινιάρη,

Σε συνέχεια του προηγούμενου άρθρου μου για το ένδικο βοήθημα της αίτησης ακυρώσεως, όπου αναφέρθηκα στο πού αποσκοπεί το συγκεκριμένο ένδικο βοήθημα και ποιες είναι οι προϋποθέσεις άσκησής της, στην παρούσα ανάλυση θα ασχοληθούμε με το ποιοι είναι οι λόγοι ακυρώσεως των διοικητικών πράξεων, τους οποίους μπορεί να επικαλεστεί ο διοικούμενος.

Συγκεκριμένα, στο άρθρο 95 παρ. 1α του Συντάγματος ως λόγοι ακυρώσεως των διοικητικών πράξεων αναφέρονται η υπέρβαση εξουσίας και η παράβαση νόμου. Με το άρθρο 48 του ΠΔ 18/1989 οι λόγοι ακυρώσεως εξειδικεύονται και προσδιορίζονται ως εξής: α) η αναρμοδιότητα της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, β) η παράβαση ουσιώδους τύπου που έχει ταχθεί για την ενέργεια της πράξης, γ) η παράβαση κατ΄ ουσίαν διάταξης νόμου, δ) η κατάχρηση εξουσίας.

Αρχικά, η αναρμοδιότητα του διοικητικού οργάνου σημαίνει έλλειψη νόμιμης ικανότητας του συγκεκριμένου διοικητικού οργάνου για την έκδοση της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης τη στιγμή που την εκδίδει. Το διοικητικό όργανο που εκδίδει την προσβαλλόμενη διοικητική πράξη καθίσταται αναρμόδιο και συνακόλουθα η πράξη είναι άκυρη εφόσον εκλείπει είτε η νόμιμη υπόσταση του οργάνου είτε ο χαρακτήρας de facto διοικητικού οργάνου. Η αναρμοδιότητα υφίσταται, επίσης, στην περίπτωση που το συλλογικό όργανο που εξέδωσε την πράξη δεν έχει νόμιμη συγκρότηση, ελάττωμα το οποίο δεν θεραπεύεται από την επικύρωση της αναρμοδίως εκδοθείσας πράξης από το αρμόδιο. Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί ότι διαφορετική είναι η περίπτωση της έκδοσης διοικητικής πράξης κατά «νόσφιση εξουσίας» ή «αντιποίηση αρχής», όταν δηλαδή το εκδοθέν όργανο στερείται της ιδιότητας του διοικητικού οργάνου, αφού εν προκειμένω οι συγκεκριμένες πράξεις είναι ανυπόστατες και δεν ακυρώνονται επειδή έχουν προφανές νομικό ελάττωμα.

Επιπλέον, η παράβαση ουσιώδους τύπου ως λόγου ακυρώσεως συνίσταται στη μη τήρηση από το διοικητικό όργανο που εξέδωσε την ελεγχόμενη πράξη των διαδικαστικών κανόνων που προβλέπονταν από τον νόμο να τηρηθούν. Κριτήριο για το ουσιώδες ή μη του διαδικαστικού κανόνα που παραβιάζεται θεωρείται η επίδραση που ασκεί ο κανόνας στην προστασία των δικαιωμάτων του διοικουμένου, στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, στο δικαστικό έλεγχο της πράξης και στο περιεχόμενο της διοικητικής πράξης που τελικά εκδόθηκε. Η τήρηση μάλιστα του ουσιώδους τύπου που παραλήφθηκε μετά την έκδοση της πράξης δεν καλύπτει την παρανομία της.

Όσον αφορά την παράβαση νόμου, αυτός ο λόγος ακυρώσεως αναφέρεται στην εσωτερική νομιμότητα και όχι στην σκοπιμότητα της ελεγχόμενης πράξης και εντοπίζεται ειδικότερα στο αν η ρύθμιση που επέρχεται με την ελεγχόμενη πράξη παραβιάζει οποιοδήποτε κανόνα δικαίου από εκείνους που τη διέπουν. Η ρύθμιση που επιχειρείται με την ελεγχόμενη διοικητική πράξη πρέπει να είναι σύμφωνη ή εναρμονισμένη με τους κανόνες δικαίου που επιτρέπουν ή επιβάλλουν την έκδοσή της. Στην περίπτωση της παράλειψης οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας, ο λόγος ακυρώσεως συνίσταται στην παράβαση των κανόνων που επιβάλλουν στη διοίκηση την έκδοση της διοικητικής πράξης. Εν προκειμένω δηλαδή ελέγχεται η νομιμότητα και όχι η σκοπιμότητα της διοικητικής πράξης. Περίπτωση παράβασης νόμου αποτελεί και η έκδοση διοικητικής πράξης κατά παράβαση δεδικασμένου προερχομένου από το Συμβούλιο της Επικρατείας ή τα διοικητικά δικαστήρια. Επίσης, χρήζει αναφοράς ότι δεδικασμένο από αποφάσεις πολιτικών δικαστηρίων δεν δεσμεύει τα διοικητικά όργανα ακόμα και αν αναφέρεται σε ζητήματα διοικητικού δικαίου, ενώ οι αμετάκλητες καταδικαστικές αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων ως προς την ενοχή του δράστη, οι αμετάκλητες αθωωτικές και τα αμετάκλητα βουλεύματα που αποφαίνονται να μη γίνει κατηγορία αναπτύσσουν δεσμευτικότητα. Άλλη μορφή παράβασης νόμου είναι και τα ελαττώματα της αιτιολογίας της διοικητικής πράξης και η έλλειψή της, όταν δεν επιβάλλεται από το νόμο αυτή να εμπεριέχεται στο σώμα της πράξης. Η παντελής έλλειψη αιτιολογίας καθιστά την ελεγχόμενη πράξη ακυρωτέα για έλλειψη αιτιολογίας, ενώ η ελαττωματική αιτιολογία την καθιστά ακυρωτέα λόγω μη νόμιμης αιτιολογίας.

Τέλος, σχετικά με την κατάχρηση εξουσίας, συντρέχει ως λόγος ακυρώσεως όταν ατομική διοικητική πράξη που εκδίδεται κατά διακριτική ευχέρεια έχει εκδοθεί για σκοπό ιδιωτικό ή δημόσιο εμφανώς διαφορετικό από εκείνον που προβλέπει η νομοθετική διάταξη που θεμελιώνει την έκδοσή της. Εν προκειμένω δηλαδή η πράξη είναι παράνομη λόγω του σκοπού της. Από νομικής απόψεως, η ύπαρξη αυτού του λόγου ακυρώσεως καταδεικνύει την εξέλιξη που έχει υποστεί η έννοια της νομιμότητας στο σύγχρονο κράτος δικαίου, αφού διεισδύει μέχρι τα ψυχολογικά κίνητρα του εκδίδοντος την πράξη οργάνου.

Συνοψίζοντας, αντιλαμβανόμαστε ότι λόγοι ακύρωσης είναι τα νομικά ελαττώματα της διοικητικής πράξης, των οποίων η διαπίστωση συνεπάγεται την ακύρωσή της από το Συμβούλιο της Επικρατείας ή το Διοικητικό Εφετείο. Πάντως, σε κάθε περίπτωση πραγματικός λόγος ακυρώσεως είναι η παράβαση του δικαίου και συνακόλουθα η παρανομία της διοικητικής πράξης.


Πηγές
  • Π. Δ. Δαγτόγλου, Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2014
  • Π. Λαζαράτος, Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο, Νομική Βιβλιοθήκη, 2018
  • Ε. Πρεβεδούρου, Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο – Οι λόγοι ακύρωσης. Διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ιωάννα Μπινιάρη
Ιωάννα Μπινιάρη
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1997 και κατάγεται από την Επίδαυρο, όπου και μεγάλωσε. Είναι απόφοιτη της Νομικής Σχολής Αθηνών και εργάζεται ως ασκούμενη δικηγόρος. Το πάθος της, από μικρή ηλικία, είναι η εκμάθηση ξένων γλωσσών και τα ταξίδια. Στον ελεύθερό της χρόνο απολαμβάνει την ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων, την παρακολούθηση θεατρικών παραστάσεων, συναυλιών και κινηματογραφικών ταινιών αλλά και την ενασχόληση με τη γυμναστική. Διετέλεσε Αρχισυντάκτρια Κοινωνικών Θεμάτων του OffLine Post από τον Μάρτιο του 2021 έως τον Σεπτέμβριο του 2022.