Του Νίκου Παπάζογλου,
Μοιραίες συνέπειες από την εισβολή των τουρκικών φύλων, είχε για την ιστορία της βυζαντινής αυτοκρατορίας η προέλαση των Σελτζούκων Τούρκων στην Ανατολή. Το 1064, ο Σουλτάνος Άλπ Αρσλάν διαπέρασε την Αρμενία και κατέλαβε την πόλη Άνιον, ενώ το 1067 εισέβαλε στην Καισάρεια.
Το ίδιος έτος πεθαίνει και ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ι΄ Δούκας και η σύζυγός του Ευδοκία Μακρεμβολίτισσα έμεινε ως αντιβασίλισσα. Η επιτακτική ανάγκη να αναδιοργανωθεί ο στρατός και να δημιουργηθεί μια ισχυρή στρατιωτική ηγεσία οδήγησε στο γάμο της Ευδοκίας με το Ρωμανό Δ΄ Διογένη. Ο Ρωμανός ήταν δραστήριος και γενναίος στρατηγός με υψηλό αξίωμα. Το 1068, που ανέβηκε στο θρόνο, αμέσως ανέλαβε δράση για τον αγώνα εναντίον των Σελτζούκων. Οι δύο πρώτες εκστρατείες για την απώθησή τους, ήταν επιτυχείς αλλά όχι και επαρκείς.
Την άνοιξη του 1071, έφθασε στη Νεοκαισάρεια και αποφάσισε να προχωρήσει προς τη Θεοδοσιούπολη πιστεύοντας, πως θα ανάγκαζε έτσι, τον Άλπ Αρσλάν να ζητήσει ειρήνη. Κατάφερε να πάρει πίσω το Μαντζικέρτ (Μalazgert), κοντά στην περιοχή της λίμνης Βαν, που κατελήφθη το 1070 από τους Τούρκους. Ο Αρσλάν, που βρισκόταν στην Ιεράπολη έστειλε παντού αγγελιοφόρους να συγκροτηθεί στρατός, γιατί ήξερε πως αν έχανε την περιοχή της Αρμενίας, ενώ αυτός ήταν ήδη στη Συρία, θα σήμαινε τελειωτική καταστροφή. Κινήθηκε αμέσως και κάλυψε αστραπιαία μεγάλη διαδρομή με το στράτευμά του.
Η πρώτη σύγκρουση έγινε στις 22 Αυγούστου, όπου εξαιτίας μιας ασυνεννοησίας των στρατηγών του, Νικηφόρου Βασιλάκιου και Νικηφόρου Βρυέννιου βρέθηκαν περικυκλωμένοι. Το πρωί, ο Ρωμανός χωρίς να πτοηθεί, διατάζει ξαφνική έξοδο και κατά μέτωπο επίθεση στους Σελτζούκους. Παρατάσσει τη στρατιά του πεζικού σε τετράγωνα, περιτειχισμένα με ασπίδες και δόρατα και στο κέντρο τοποθετεί τοξότες, που με τα βέλη τους κάνουν σωστό χαλασμό στο εχθρικό ιππικό. Η εικόνα θυμίζει πολύ, τις ξακουστές ρωμαϊκές λεγεώνες. Ο Ρωμανός πέτυχε μια λαμπρή νίκη εκείνο το πρωί.
Την τελική μάχη θα τη δώσει μετά από τέσσερις μέρες. Ο βυζαντινός στρατός θα πολεμήσει στην άγονη πεδιάδα βόρεια της λίμνης Βαν. Με την κλασσική του τακτική, ο αυτοκράτορας χωρίζει σε δύο παράλληλες γραμμές το στράτευμα, με μικρή απόσταση μεταξύ τους.
Η εμπροσθοφυλακή με αρχηγό τον ίδιο το Ρωμανό, αριθμούσε 15.000 άνδρες. Οι 5.000 ήταν η αυτοκρατορική φρουρά με 3.000 ιππικό και 2.000 πεζικό. Η υπόλοιπη δύναμη αποτελείται από 4.000 Σκανδιναβούς (Βάραγγοι) και 6.000 Καππαδόκες, πιστοί στον αυτοκράτορα. Στα αριστερά έχουμε τους Μακεδόνες, Θράκες, Θεσσαλούς και Σλάβους με διοικητή το Νικηφόρο Βρυέννιο, ενώ στα δεξιά ο Θεόδωρος Αλυάτης θα κατευθύνει τους Γερμανούς, Χαζάρους, Τούρκους, Γότθους της Κριμαίας, Αλανούς, Κουμάνους, Πατζινάκες και Σύριους. Η οπισθοφυλακή καθοδηγείται από το γιο του καίσαρα Ιωάννη, τον Ανδρόνικο Δούκα.
Πριν ξεκινήσει η μάχη, ο Σουλτάνος έστειλε μια αντιπροσωπεία για σύναψη ειρήνης. Ο Ρωμανός όπως πάντα, συγκάλεσε συμβούλιο για να ζητήσει τη γνώμη των έμπειρων στρατηγών και συμβούλων του. Η πρόταση ισοψηφίσθηκε και η τελική απάντηση ήταν καθαρά του αυτοκράτορα, ο οποίος διάλεξε τον πόλεμο και έτσι, ξεκίνησαν για τη μάχη.
Ο βυζαντινός στρατός επιτίθεται πρώτος. Η μάχη είναι επίπονη και πολύωρη με σωριασμένα νεκρά κορμιά παντού. Ο Ρωμανός υπερέχει με τους άνδρες του και προχωράει πιο βαθιά. Όμως, με την πολυετή του εμπειρία στις μάχες, δεν παρασύρθηκε από τον ενθουσιασμό του και αντί να προσχωρήσει περαιτέρω, διέταξε την υποχώρηση τους με πειθαρχημένες κινήσεις για να ανασυνταχθεί με την οπισθοφυλακή που είχαν αφήσει ήδη αρκετά μακριά τους.
Κι εδώ θα πραγματοποιηθεί το τεράστιο λάθος, που όχι μόνο θα οδηγήσει σε ήττα του βυζαντινού στρατού, αλλά και ολόκληρης της τροπής των πραγμάτων, αν διέλυαν οριστικά την ανερχόμενη σελτζουκική δύναμη. Ο Ανδρόνικος λοιπόν, που διοικούσε όπως είπαμε, την οπισθοφυλακή και εκπροσωπούσε την αριστοκρατία που ήταν σε αντιπαράθεση με το Ρωμανό, βλέποντας τα στρατεύματα να επιστρέφουν, πίστεψε ότι πέθανε ο αυτοκράτορας και υποχωρούσαν. Αυτή η είδηση σκόρπισε παντού τον πανικό και τους έτρεψε σε άτακτη φυγή.
Ο Αρσλάν που βρισκόταν σε ένα ύψωμα για να παρατηρεί και να κατευθύνει τη μάχη, μόλις είδε το αντίπαλο στράτευμα να διαλύεται, διέταξε επίθεση στο αποκομμένο σώμα του Ρωμανού. Ακολούθησε μια ανελέητη σφαγή και ο ίδιος ο αυτοκράτορας μάχονταν με ένα βέλος τρυπημένος, μέχρι που έπεσε κι αυτός.
Αφού τον ανέσυραν τραυματισμένο, τον οδήγησαν στον Αρσλάν, ο οποίος ύστερα από πολλές παρεκκλίσεις του Νικηφόρου Βασιλάκιου, του φέρθηκε φιλικά, του γιάτρεψε τις πληγές και αφού σύναψαν ειρήνη, τον άφησε ελεύθερο. Η υποδοχή του Ρωμανού στην Πόλη όμως, ήταν εχθρική από τη Σύγκλητο και το αριστοκρατικό κόμμα με πρωτεργάτες πάντα το Ψελλό και τον καίσαρα Ιωάννη. Έτσι αφού τον τύφλωσαν, τον εξόρισαν στο νησί Πρώτη της Προποντίδας και μετά από λίγο πέθανε (Αύγουστος του 1072) από τα τραύματά του. Έτσι, πλέον, οι βυζαντινές κτήσεις έγιναν ορμητήριο για τα ασιατικά νομαδικά φύλλα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Diehl Charles, Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, τόμος Α΄, Εκδόσεις Ηλιάδη, 1919
- Ostrogorsky Georg, Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους, Αθήνα 2020
- Σταυρίδης Φώτιος, Βυζάντιο, Εκδόσεις Πελασγός, Αθήνα 2015
- Συλλογικό έργο, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1978