Της Μαρίας Φράγκου,
Δύο θρησκείες, δύο βασικοί και ισχυροί λαοί συμβιώνουν στα εδάφη της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Από τη μια, ο ελληνισμός της διασποράς ακμάζει οικονομικά και πολιτισμικά, αφού το εμπόριο που αναπτύσσει αποφέρει καρπούς, ενώ μορφώνεται σε ισχυρά πανεπιστήμια της εποχής. Το τουρκικό έθνος μένει πίσω και οι Έλληνες φαίνεται να κυριαρχούν στους οθωμανικούς τόπους. Κι ενώ ο σουλτάνος, έχει παραχωρήσει στις μειονότητες πλήθος ελευθεριών και δικαιωμάτων (Τανζιμάτ), γίνεται πραξικόπημα και στη θέση του ανέρχεται ένας τολμηρός ηγέτης, που επιθυμεί μια εκσυγχρονισμένη ευρωπαϊκή Τουρκία, πάντα με το σύνθημα «η Τουρκία στους Τούρκους!». Τι θα πετύχει; Πόσο στοίχισε αυτό στους Έλληνες της διασποράς;
Ο Κεμάλ Ατατούρκ (1881-10/11/1938) ήταν Τούρκος στρατιωτικός και πολιτικός, που γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Ο πατέρας του, Αλί Ριζά εφέντη, ήταν επιβλέπων σε μουσουλμανικά φιλανθρωπικά ιδρύματα, ενώ η μητέρα του ονομαζόταν Ζουμπεϊντέ Χανούμ και πιθανότατα είχε καταγωγή από την κωμόπολη του Λαγκαδά. Αφού αποφοίτησε από την κατώτερη στρατιωτική σχολή της Θεσσαλονίκης, τη στρατιωτική σχολή του Μοναστηρίου και την αυτοκρατορική στρατιωτική ακαδημία της Κωνσταντινούπολης, φοίτησε στη Σχολή Ειδικής Εκπαίδευσης του Γενικού Επιτελείου κι έγινε λοχαγός. Από νεαρή ηλικία υπήρξε επαναστατικός, γεγονός που αποτελεί προοικονομία για τη μελλοντική πολιτική του πορεία. Δεν άργησε η στιγμή, που συγκρούστηκε με την Πύλη, ανέλαβε πραξικοπηματικά την κυβέρνηση, ενώ δημιούργησε την Τουρκική Δημοκρατία, αναδομώντας τη μέχρι τότε σχεδόν διαμελισμένη Οθωμανική Αυτοκρατορία. Πρόκειται σαφώς, για έναν κυβερνήτη με ρηξικέλευθες και οξυδερκείς ιδέες και με όραμα για τη χώρα του. Επιχείρησε να σχηματίσει μια δυτικών αντιλήψεων και ευρωπαϊκών προδιαγραφών Τουρκία.
Τα πρώτα του αξιοσημείωτα πολιτικά βήματα, έγιναν με τη συνθήκη του Μούδρου (18-31/10/1918), όπου έλαβε μια θέση στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Η εξέλιξη αυτή, ενίσχυσε την τάση του Κεμάλ να οργανώνει εθνικιστικές ομάδες, έχοντας ως μέλη τους δυσαρεστημένους από τη συμπεριφορά του σουλτάνου. Σύντομα όμως, έχοντας ήδη προκαλέσει με τη στάση του ανησυχία, και ο σουλτάνος πιεζόμενος και από τις αγγλικές αρχές, το διόρισε ως στρατιωτικό επιθεωρητή των ανατολικών επαρχιών, το Μάιο του 1919. Από αυτή λοιπόν τη θέση, υπέγραψε μαζί με τους ομοϊδεάτες του, ένα κρυφό πρωτόκολλο εναντίον της σουλτανικής κυβέρνησης (που ήταν φιλική προς τις δυνάμεις της Αντάντ), κίνηση που σηματοδότησε και την αρχή του ανταρτοπόλεμου εναντίον της Πύλης. Σίγουρα, η υπογραφή αυτού του εγγράφου, αποτέλεσε έναν πολύ καλό λόγο για την εκκίνηση δεύτερης φάσης διωγμού εναντίον των χριστιανών και των μειονοτήτων συνολικά, στην υπό παρακμή οθωμανική αυτοκρατορία.
Η ώρα της μεγάλης σύγκρουσης καταφθάνει. Στις 23/04/1923, ο Κεμάλ εγκαθίσταται στην Άγκυρα, ενώ ο σουλτάνος εξοργισμένος διατάζει τον θάνατό του. Τότε, ο Κεμάλ συγκαλεί τη «Μεγάλη Εθνοσυνέλευση», που τον ανακήρυξε πρωθυπουργό της προσωρινής κυβέρνησης που σχηματίστηκε, αλλά και πρόεδρο της εθνοσυνέλευσης και αρχηγό του στρατού. Όταν μάλιστα, υπογράφηκε από την επίσημη τουρκική κυβέρνηση η συνθήκη των Σεβρών (10/08/1920), ο Κεμάλ δεν την αναγνώρισε και προχώρησε βαθμιαία και σταθερά στη σύναψη συμμαχιών με τις ευρωπαϊκές δυνάμεις. Πλέον, στην Τουρκία επικρατεί διχασμός: από τη μια οι σουλτανικοί, και από την άλλη οι κεμαλικοί που αποκτούν όλο και περισσότερο έδαφος στη συνείδηση τόσο του τουρκικού λαού, όσο και στην ευρωπαϊκή σκέψη.
Με κύριο σύμμαχο τη Σοβιετική Ένωση, κατακτά όλο και περισσότερες νίκες, όπως και περισσότερη εκτίμηση από τους Ευρωπαίους ηγέτες. Ο μουσουλμάνος επαναστάτης, που αν και μακριά από τη θρησκεία κατάφερε να προσηλυτίσει και τους θρησκευόμενους, κρατά αντιεπεκτατική πολιτική, ώστε να έχει στο πλευρό του τους Σοβιετικούς, ενώ παράλληλα, συλλέγει όλο και περισσότερες νίκες. Η κυριαρχία του κορυφώνεται με την «εκστρατεία του Σαγγαρίου», που οργανώνουν μάταια οι ελληνικές αρχές, στοχεύοντας στην κατάληψη της Άγκυρας. Αντιμετωπίζοντάς τους στη γραμμή Αφιόν Καραχισάρ, έτρεψε γρήγορα τα ελληνικά στρατεύματα σε οπισθοχώρηση, ενώ ταυτόχρονα κατέλαβε πανηγυρικά τη Σμύρνη, καίγοντας ολοσχερώς την ελληνική και αρμενική συνοικία.
Για το σπαραγμό που προκλήθηκε στις μειονότητες, δεν υπάρχουν λόγια. Δεν υπάρχουν τρόποι, ώστε να αποτυπωθούν στην ένταση που τους αναλογεί, ο πόνος, ο ξεριζωμός, οι κακουχίες και οι φόβοι των ξεριζωμένων. Με την άφιξη του κεμαλικού στρατού στις συνοικίες αυτές, ξέσπασαν ανελέητες σφαγές και βιασμοί, πυρκαγιές, κλοπές στα υπάρχοντά τους, μιας και ήταν οικονομικά ευκατάστατοι και δέσποζαν στην περιοχή. Οικογένειες ξεκληρίστηκαν, ενώ σύμφωνα με μαρτυρίες από επιζήσαντες, τα καράβια που είχαν στείλει οι Μεγάλες Δυνάμεις για να βοηθήσουν τους αδύναμους, δεν τους επέτρεπαν να επιβιβαστούν λόγω του ότι είχαν πλέον ταχθεί με το μέρος του Κεμάλ. Θηριωδίες κάθε είδους κυριαρχούν.
Ωστόσο, στο παγκόσμιο σύστημα, κάθε γεγονός έχει δύο όψεις. Οι λεηλασίες διέλυσαν τις μειονότητες, όμως την ίδια στιγμή, δημιούργησαν ένα τουρκικό κράτος-έθνος, που εκσυγχρονίστηκε. Όντας ριζοσπαστικός και συμφωνώντας με το δυτικοευρωπαϊκό τρόπο ζωής, ο Κεμάλ αναδόμησε τη χώρα του. Απαγόρευσε την πολυγαμία, το φερετζέ και το φέσι, ενώ επέβαλε επίσης, το ευρωπαϊκό αλφάβητο στη θέση του αραβικού. Κατοχύρωσε τη θέση της γυναίκας, εξισώνοντας τα δύο φύλα, ενώ το 1934 τις παραχώρησε επίσημο δικαίωμα να εκλέγονται σε δημόσια αξιώματα. Άλλωστε, στην ιστορία έχει μείνει και η συνθήκη του Μοντρέ (1936), που όριζε την Τουρκία ως κυρίαρχη των Στενών, και σαφώς εξύψωσε την κεμαλική πολιτική. Σκοπός του, ήταν αναμφισβήτητα να διαμορφώσει ένα βιομηχανικό κράτος, που επενδύει στην επιστημονική κατάρτιση των πολιτών του, παραβλέποντας βέβαια, ότι η πολιτική του αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για τη δράση της ναζιστικής Γερμανίας, επενδύοντας φανερά στις ιδέες της γενοκτονίας και της εθνοκάθαρσης. Πάντως, με την εκλογή γυναικών σε δημόσια αξιώματα και το διαχωρισμό θρησκείας-κράτους, ο Ατατούρκ (πατέρας των Τούρκων), κατάφερε να συγκαταλέγεται στους προοδευτικούς ηγέτες του 20ου αιώνα.
Συνοψίζοντας, η αλληλεπίδραση των κρατών στο διεθνές σύστημα, είναι συνήθως δίκοπο μαχαίρι για χώρες με αντικρουόμενα συμφέροντα και η οπισθοχώρηση του ενός, είναι η πρόοδος του άλλου. Στην αναστατωμένη λοιπόν, Ευρώπη μετά από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η πτώση του Βενιζέλου στην Ελλάδα και η άνοδος του Κεμάλ, συνέτειναν στο να μείνουν οι μειονότητες απροστάτευτες, αλλά και στο να μετατραπεί η Τουρκία σε χώρα δυτικοευρωπαϊκών αντιλήψεων. Η άνοδος ηγετών με όραμα, είναι σίγουρα ευνοϊκή για τα κράτη, όμως, η πρόοδος που επιφέρει οφείλει να είναι υπέρ του ανθρώπου, καταδικάζοντας σχέδια γενοκτονίας.
Έτσι, ο κόσμος θα μπορεί πάντα να ελπίζει στην πρόοδο…
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Edward J. Erickson, «MUSTAFA KEMAL ATATÜRK, LEADERSHIP, STRATEGY, CONFLICT», εκδόσεις Osprey publishing, Oxford, 2013, σελ. 8-12, 16, 24
- Erik J. Zurcher, «Σύγχρονη Ιστορία της Τουρκίας», εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 2004