Της Πωλίνας Παλλιεράκη,
Ένας αστικός μήπως λέει πως η κιθάρα έχει αρχαία ελληνική καταγωγή, ωστόσο ανά τα χρόνια ξεχάστηκε για να ενταχθεί ξανά στη σύγχρονη ελληνική μουσική από τη Δύση.
Η ιστορία της κιθάρας ξεκινάει από τον 15ο αιώνα, με την πρώτη «σύγχρονου τύπου» κιθάρα να συναντάται στην Ισπανία. Πολλές παραλλαγές του οργάνου έγιναν γνωστές κυρίως στην Κεντρική Ευρώπη και την Ιβηρική Χερσόνησο κατά τον Μεσαίωνα, οι οποίες αφορούσαν τον συνοδευτικό ρόλο της κιθάρας στις ορχήστρες έως και τον 17ο αιώνα.
Αργότερα, όταν οι κιθάρες έγιναν όργανα με πέντε ζεύγη χορδών και ύστερα, κατά τον 18ο αιώνα, όταν η κιθάρα έκανε την εμφάνισή της ως εξάχορδο όργανο, με έξι μονές χορδές και μη αποτελούμενη από ζεύγη πλέον, οι δυνατότητές της διευρύνθηκαν. Αυτό σημαίνει ότι δόθηκε η δυνατότητα της δημιουργίας έργων για κιθάρα, αλλά και της επανεκτέλεσης των ήδη υπαρχόντων έργων για λαούτο – ένα ιδιαίτερα σημαντικό όργανο εκείνης της εποχής.
Από τον 19ο αιώνα και μετά, η κιθάρα άρχισε να χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο, ιδίως από Ισπανούς μουσικούς, όπως ο Αντρές Σεγόβια και ο Μανουέλ ντε Φάλια, ενώ θαυμασμό προκαλεί η εισαγωγή της ηλεκτρικής ενίσχυσης στην κιθάρα τον 20ο αιώνα, γεγονός που συνέβαλε στο να αποτελεί πλέον βασικό όργανο σχεδόν σε όλα τα μουσικά ρεύματα (μπλουζ, τζαζ κ.ά.)
Η κιθάρα εισχωρεί στην αστική λαϊκή μουσική λίγο αργότερα, συμμετέχοντας στην ορχήστρα συνήθως με συνοδευτικό ρόλο και πιο σπάνια πρωταγωνιστώντας. Μάλιστα, αξίζει να τονιστεί πως η κιθάρα μετέχει σε όλα τα στάδια εξέλιξης του λαϊκού τραγουδιού κι έτσι εμφανίζεται σε πλείστες μορφές της λαϊκής ορχήστρας (σμυρνέικη, πειραιώτικη, έντεχνη-λαϊκή, σύγχρονη-λαϊκή). Παράλληλα, σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε στη δημώδη-δημοτική ορχήστρα και αργότερα κατείχε κυρίαρχη θέση σε ελαφρές ορχήστρες.
Ακολούθησαν χρόνια κιθαριστικών συγκροτημάτων, έπειτα γνωστά έγιναν τα κιθαριστικά τρίο και, στη συνέχεια, οι πρώτες ακουστικές ηχογραφήσεις εμφανίστηκαν στο προσκήνιο με πρώτο κιθαρίστα στη δισκογραφία τον Σωτήρη Χλιμίντζα. Ωστόσο, υπήρχαν και πολλοί ακόμα σπουδαίοι κιθαρίστες, όπως ο Κώστας Καρίπης, και ο Κώστας Σκαρβέλης, οι οποίοι έθεσαν απαραίτητο το όργανο της κιθάρας στις λαϊκές ηχογραφήσεις.
Αξίζει μάλιστα να επισημάνουμε πως καθ’ όλη τη διάρκεια του αστικού λαϊκού τραγουδιού η κιθάρα διέθετε συνοδευτικό ρόλο στη λαϊκή ορχήστρα και αυτό, διότι τα κύρια όργανα ήταν κυρίως το μπουζούκι και δευτερευόντως το βιολί και το μαντολίνο. Μοιραία ο χώρος που δινόταν στους κιθαρίστες περιορίστηκε στον ρόλο αυτόν και οι μουσικοί, παρά το υψηλό μουσικό τους επίπεδο, δεν ήταν ιδιαίτερα γνωστοί. Μάλιστα, πολλοί σπουδαίοι μουσικοί που ήταν πρόθυμοι να εμπλακούν στο αστικό λαϊκό τραγούδι ήταν αξιόλογοι κιθαρίστες συνοδείας, καθώς ξεχώριζαν για το μοναδικό τους ηχόχρωμα και την τεχνική παιξίματος.
Στην εγχώρια δισκογραφία υπάρχουν ακόμα περιπτώσεις που η κιθάρα διαδραμάτιζε ρόλο κυρίαρχο, ωστόσο αποτελούν μειοψηφία στο σύνολο των λαϊκών τραγουδιών που πρωταγωνιστεί το μπουζούκι. Τέτοιες ηχογραφήσεις με κιθάρα έγιναν από τον Σπύρο Περιστέρη («Ο μάγκας του Βοτανικού»), τον Κώστα Ρούκουνα («Οι λαχανάδες») και άλλων. Από μία άλλη οπτική, βέβαια, η χρήση της κιθάρας από τα διάφορα άλλα μουσικά είδη φαίνεται πως έδωσε την ευκαιρία της συμμετοχής στο λαϊκό τραγούδι κιθαριστών με διαφορετικές μουσικές συσχετίσεις και αποδόσεις, εμπλουτίζοντας έτσι το περιεχόμενο της λαϊκής κιθάρας. Ενδεικτικά αναφέρουμε τον Γιάννη Δέδε -σπουδαίος κιθαρίστας στις δισκογραφίες του Βασίλη Τσιτσάνη-, καθώς και τον Νίκο Γούναρη.
Τα τελευταία έτη, βέβαια, έχουμε αντιληφθεί πως η λαϊκή κιθάρα μετατράπηκε σε έναν μεγάλο βαθμό στην ηλεκτρική, τόσο στα πανηγύρια όσο και σε πίστες, σε συναυλίες κ.α., κι έτσι ο ρυθμός που παλαιότερα έλκυε τους ακροατές της περιορίστηκε.
Αυτό εξηγεί και την τάση μουσικών και των ακροατών να ανατρέχουν πολλάκις στις ηχογραφήσεις του παρελθόντος, προσπαθώντας να εντοπίσουν διαφορετικούς ήχους και πρακτικές, αλλά κυρίως ηθικές αξίες και χρώμα που σπανίζει στις μέρες μας. Αυτό σημαίνει ότι η μουσική τα τελευταία χρόνια (όπως στην περίπτωση της ηλεκτρικής κιθάρας) μοιάζει να είναι μονότονη και τυποποιημένη και οι άνθρωποι φαίνεται να μην δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ξεχωριστή μελωδία και το κελάηδισμα που δίνει το κάθε όργανο, όπως συνέβαινε παλαιότερα.
Με λίγα λόγια, είναι αντιληπτό από όλους μας ότι ο κόσμος μας εξελίσσεται. Εξελισσόμαστε εμείς, τα γράμματα, οι τέχνες. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να ξεχνούμε τις ρίζες μας, το πώς φτάσαμε σε αυτήν την πρόοδο και εξέλιξη, αλλά αντιθέτως οφείλουμε να τις εκτιμούμε και να τις σεβόμαστε. Το ίδιο ισχύει φυσικά και στην περίπτωση της τέχνης της μουσικής, με κυρίαρχο το όργανο που πραγματευόμαστε, δηλαδή την κιθάρα. Έτσι, οι νεότερες γενιές, όντας ιδιαιτέρως γοητευμένες από την αισθητή εξέλιξη της λαϊκής κιθάρας σε ηλεκτρική, απορρίπτουν τη μουσική του παρελθόντος. Κάτι τέτοιο είναι σφάλμα τους και είναι ανάγκη να ενημερωθούν και να μελετήσουν προκειμένου να έχουν σφαιρική άποψη των ριζών τους που αφορούν τη μουσική.
Σε αυτό, λοιπόν, σημαντικό ρόλο οφείλουν να διαδραματίζουν και οι παλαιότερες γενιές προκειμένου να ωθούν τους νεότερους σε αυτή τους την κίνηση, μαθαίνοντάς τους τις αξίες και τα ιδανικά της κάθε εποχής πάνω στον τομέα αυτόν και έτσι, με τον τρόπο αυτό, θα διατηρείται ζωντανή η μουσική μας παράδοση.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Ανατολικές και δυτικές επιδράσεις στο αστικό λαϊκό τραγούδι του 20ού αιώνα – Η κλίκα (klika.gr)
- Η κιθάρα στο αστικό λαϊκό τραγούδι – Η κλίκα (klika.gr)
- Η ιστορία της κιθάρας – Γιώργος Κριωνάς (wordpress.com)
- Λαϊκή κιθάρα χειροποίητη (trixordo.com)