Του Ανδρέα – Άγγελου Σκόνδρα,
Είναι γνωστό, πως σε ό,τι αφορά την πολιτική επικαιρότητα της Ελλάδας, η αντίδραση και η ευαισθησία της κοινής γνώμης περιορίζονται, όσο περνούν οι μέρες. Τα γεγονότα αρχίζουν να λησμονούνται και η παθητική στάση αρχίζει να πρωταγωνιστεί. Κάτι ανάλογο, λοιπόν, συνέβη και με τα πρόσφατα περιστατικά στυγνής και απροκάλυπτης βίας στους χώρους των Πανεπιστημίων. Τα φαινόμενα αυτά, μετά την σαφώς και αναμενόμενη και καθολική καταδίκη τους, πήραν και αυτά με την σειρά τους τον δρόμο της λήθης.
Φαίνεται πως δεν ήταν αρκετή η κοινωνική αντίδραση ή η ειλικρινής διάθεση για αλλαγή, με συνέπεια να συνεχίζει να διαιωνίζεται μια χρόνια και από συστάσεως, παθογένεια των ΑΕΙ. Η ωμή βία, αλλά και οι εκφάνσεις της, συνεχίζουν να φωλιάζουν μέσα στο ελληνικό Πανεπιστήμιο και, πλέον, φαίνεται να έχουν μετατραπεί σε χαρακτηριστικό του. Για πολλούς, είναι ένα ζήτημα μακρινό και κρίνουν πως βρίσκονται στο απυρόβλητο τέτοια ντροπιαστικά μεν, αλλά εκτός των αρμοδιοτήτων τους προβλήματα δε. Για άλλους, η βία προκαλεί θυμό, αλλά και απόγνωση, καθώς βλέπουν ότι η πολιτική ηγεσία και οι πρυτανικές αρχές δεν ευαισθητοποιούνται, δεν εργάζονται προς μία κατεύθυνση, η οποία θα ωφελήσει ουσιαστικά το ελληνικό Πανεπιστήμιο και τον φοιτητή. Αυτή η κοινωνική ραθυμία, γύρω από τέτοια ζητήματα, είναι επιτακτική ανάγκη να αλλάξει αν θέλουμε το Πανεπιστήμιο να είναι πραγματικός χώρος ελεύθερης έκφρασης και διακίνησης ιδεών. Η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται πως υιοθετεί διαφορετική γραμμή πλεύσης και προσπαθεί να αποτινάξει από πάνω της την πολιτική απάθεια, που την χαρακτήριζε τόσο καιρό. Ωστόσο, οι λύσεις που έχουν προταθεί δεν τυγχάνουν ομόφωνης αποδοχής από την πλευρά των πρυτανικών αρχών, οι οποίες εκφράζουν τις αμφιβολίες τους.
Για χρόνια, τα ελληνικά Πανεπιστήμια ευαγγελίζονται και εξαίρουν το υψηλό επίπεδο κατάρτισης και ερευνητικού έργου που προσφέρουν, χωρίς, όμως, να υπογραμμίζουν παράλληλα τα κακώς κείμενα, όπως είναι η ανομία, οι προπηλακισμοί και οι έκνομες συμπεριφορές. Όταν τα θύματα είναι φοιτητές και καθηγητές, το Πανεπιστήμιο έχει αποτύχει ολοκληρωτικά. Η Σύνοδος των Πρυτάνεων καθυστερεί για ανεξήγητους λόγους να δεχτεί τα μέτρα που έχουν εξαγγελθεί. Κάτι τέτοιο φαντάζει δίνει «παράταση» σε ανθρώπους-θύτες, που βλέπουν τη στασιμότητα να ευνοεί τη βία στα ΑΕΙ. Τελευταία, μάλιστα, γίνεται λόγος για την εφαρμογή της αστυνόμευσης Πανεπιστημίων, μέτρο το οποίο ο αντίλογος υποστηρίζει πως θα θέσει σε κίνδυνο τους φοιτητές και θα αναταράξει την «υγιή» ισορροπία των ελληνικών Πανεπιστημίων. Μία ισορροπία που προφανώς είναι απατηλή και ως επιχείρημα αυτό δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Πόσα περιστατικά βίας έχουν αποσιωπηθεί και πόσα ακόμα δεν έχουν έρθει στο φως; Για ποια ισορροπία, λοιπόν, συζητάμε;
Το χειρότερο, όμως, δεν είναι πως οι Πρυτάνεις δεν δέχονται τα μέτρα που έχουν προταθεί, αλλά το ιδεολογικό φάσμα κάτω από το οποίο πηγάζει αυτή η άρνηση. Κατά πόσο είναι διατεθειμένα τα ίδια τα Πανεπιστήμια να αποτινάξουν από πάνω τους την «ρετσινιά» της ανομίας; Όταν τόσες δεκαετίες η βία -για την οποία προβλέπονται φυσικά ήδη ποινικές κυρώσεις από το νόμο- ανθεί, τότε κάποιος δεν μπορεί να επιτελέσει σωστά τον ρόλο του. Στην Ελλάδα κυριαρχεί αρκετές φορές η λογική του «μεγάλου και κακού αδερφού», ο οποίος πρέπει να παρέμβει και να εφαρμόσει τους κανόνες, οι οποίοι ναι μεν υφίστανται ήδη, αλλά τελικά δεν τηρούνται οριζόντια. Πόσες φορές άραγε εφαρμόστηκαν οι προβλεπόμενες ποινικές κυρώσεις σε τέτοια περιστατικά, όταν τις περισσότερες δεν εντοπίζονταν καν οι θύτες.
Το ελληνικό Πανεπιστήμιο πρέπει προτού δεχθεί την επιβολή της «κυβέρνησης-τιμωρού», όπως πολλοί την χαρακτηρίζουν, να αναρωτηθεί κατά πόσο το ίδιο είναι διατεθειμένο να καταδικάσει ουσιαστικά τη βία.