16.7 C
Athens
Τρίτη, 5 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΗ ρωσική συναλλαγματική κρίση του 1998

Η ρωσική συναλλαγματική κρίση του 1998


Του Εμμανουήλ Προκάκη,

Με τη διάλυση της ΕΣΣΔ και τη μετάβαση των πρώην κεντρικά σχεδιαζόμενων οικονομιών στην οικονομία της αγοράς, γίνεται εύκολα κατανοητό ότι η δεκαετία του 1990 δεν ήταν και η καλύτερη περίοδος για τη ρωσική οικονομία. Προέκυψε καταστρεπτικός υπερπληθωρισμός, που το έτος 1992 προσέγγισε το 2333,3%, μείωση των πραγματικών μισθών, υποαπασχόληση και ανεργία, καθώς και σημαντικά δημοσιονομικά ελλείμματα για το ρωσικό κράτος. Το ΑΕΠ συρρικνώθηκε σημαντικά και επικράτησε κλίμα απαισιοδοξίας. Τη θεραπεία σοκ για μεταβάση στην οικονομία της αγοράς διαδέχθηκαν προσπάθειες σταθεροποίησης της οικονομίας, που κατόρθωσαν να περιορίσουν σημαντικά τον πληθωρισμό μέχρι το 1997. Επιπλέον, το 1995, απαγορεύτηκε στη Ρωσική Κεντρική Τράπεζα να παράσχει πιστωτικές διευκολύνσεις στο δημόσιο, δίνοντας τέλος στη χρηματοδότηση δημοσίων ελλειμμάτων με κοπή νέου χρήματος και θεσπίστηκε ένα όριο διακύμανσης της συναλλαγματικής ισοτιμίας, εντός του οποίου εδύνατο να κυμαίνεται το ρούβλι. Η ρωσική οικονομία, εντούτοις, εξακολουθούσε να παρουσιάζει σημαντικές αδυναμίες που μπορούσαν να υπονομεύσουν τη σταδιακή σταθεροποίηση του νέου πολιτικού και οικονομικού συστήματος.

Παρά τη σταδιακή, αλλά δραστική αντιμετώπιση του πληθωρισμού μέχρι το 1996, τα δημόσια οικονομικά του ρωσικού κράτους δεν βρίσκονταν σε υγιή κατάσταση. Ο κρατικός προϋπολογισμός παρουσίαζε ελλείμματα και, λόγω ενός περίπλοκου και αναποτελεσματικού συστήματος συλλογής φόρων, το ρωσικό δημόσιο αναγκάστηκε να καταφύγει σε εξωτερικό δανεισμό για τη χρηματοδότηση των παραπάνω ελλειμμάτων. Ας μη ξεχνάμε άλλωστε ότι, ως διάδοχο κράτος της Σοβιετικής Ένωσης, η Ρωσική Ομοσπονδία είχε αναλάβει να αποπληρώσει τα χρέη της ΕΣΣΔ. Ως συνέπεια της στροφής στο εξωτερικό για την προσέλκυση των απαραίτητων κεφαλαίων, το εξωτερικό χρέος της Ρωσίας τον Ιούλιο του 1998 είχε αυξηθεί κατα 38,35% σε σχέση με τα τέλη του 1994. Η προσέλκυση σημαντικών άμεσων ξένων επενδύσεων φάνταζε και ήταν μακρινή, απότοκο του κλίματος απαισιοδοξίας και της απουσίας νομικής προστασίας για τα δικαιώματα ιδιοκτησίας.

Με τη ρωσική οικονομία σε αυτήν την κατάσταση, αρκούσε ένα εξωτερικό γεγονός για να επέλθει η καταστροφή. Η κρίση των χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας το καλοκαίρι του 1997 επέδρασε αρνητικά στην ψυχολογία των επενδυτών σχετικά με το αν η ρωσική κυβέρνηση θα είχε τη δυνατότητα να υποστηρίξει τη συναλλαγματική ισοτιμία του ρουβλιού. Παράλληλα, παρατηρήθηκε μείωση στις τιμές του πετρελαίου, με πτώση της τιμής του κατά 35% τον Μάρτιο του 1998 σε σχέση με τον Δεκέμβριο του 1997. Το πλεόνασμα που εμφάνισε η Ρωσία για το έτος 1996 στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών γρήγορα αντικαταστάθηκε από έλλειμμα το 1997, το οποίο μάλιστα διογκώθηκε το 1998. Υπό αυτές τις συνθήκες, προκειμένου να αποφευχθεί η υποτίμηση, η Ρωσική Κεντρική Τράπεζα υπερασπίστηκε τη συναλλαγματική ισοτιμία, κάνοντας χρήση των συναλλαγματικών αποθεμάτων της, αγοράζοντας δηλαδή το εγχώριο νόμισμα και πωλώντας ξένο νόμισμα στις αγορές συναλλάγματος. Εφόσον, όμως, τα αποθεματικά εξαντλούνταν με ταχείς ρυθμούς, αναγκάστηκε να προβεί σε αύξηση των επιτοκίων, για να αποτρέψει τη φυγή κεφαλαίων, τα οποία η ρωσική οικονομία τόσο πολύ είχε ανάγκη.

Με το εξωτερικό χρέος της Ρωσίας να αυξάνεται και την επακόλουθη πτώση της τιμής του πετρελαίου ακόμα χαμηλότερα το καλοκαίρι του 1998, φαινόταν πλέον ότι η υπεράσπιση της συναλλαγματικής ισοτιμίας ήταν ανέφικτη. Στις 17 Αυγούστου, η Ρωσία αποφάσισε να διευρύνει το περιθώριο διακύμανσης της συναλλαγματικής ισοτιμίας, ωστόσο αναγκάστηκε, από τη 2α Σεπτεμβρίου, να επιτρέψει στην τιμή του ρουβλιού να κυμαίνεται ελεύθερα. Το ρούβλι παρουσίασε μεγάλη υποτίμηση έναντι του δολαρίου, η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα προβεί σε αναδιάρθωση του χρέους της και αποφάσισε αναστολή της αποπληρωμής των υποχρεώσεων της για 90 μέρες.

Η παραγωγή σε κάποιο βαθμό ευνοήθηκε από την υποτίμηση του ρουβλιού, καθώς τα ρωσικά προϊόντα έγιναν πιο ανταγωνιστικά τόσο στις διεθνείς αγορές, όσο και στην εγχώρια οικονομία. Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών βελτιώθηκε σημαντικά, εμφανίζοντας ένα ικανό πλεόνασμα ως συνέπεια της υποκατάστασης εισαγωγών. Προκρίθηκε, επίσης, η δημοσιονομική λιτότητα για την αποτελεσματικότερη αποπληρωμή των χρεών με τη μείωση των δημοσίων δαπανών και τη μεταρρύθμιση στο φορολογικό σύστημα, αποσκοπούσα στην αύξηση των φορολογικών εσόδων. Ο πληθωρισμός, παρά το γεγονός ότι αυξήθηκε σημαντικά κατά τους πρώτους δύο μήνες μετά την εκδήλωση της κρίσης τον Αύγουστο του 1998, σύντομα επέστρεψε σε χαμηλά επίπεδα. Χάρη στο πλεονασματικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και στην αναδιάρθρωση του χρέους, η συναλλαγματική ισοτιμία άρχισε να σταθεροποιείται, παρουσιάζοντας μάλιστα μικρή ανατίμηση έναντι του δολαρίου το δεύτερο τρίμηνο του 1999. Σε αυτό συνέβαλε αναμφισβήτητα και η ανάκαμψη στις τιμές του πετρελαίου.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η Ρωσία, έχοντας διανύσει μία δεκαετία γεμάτη οικονομικές αλλά και κοινωνικοπολιτικές ταραχές, ήρθε αντιμέτωπη με μία οξεία συναλλαγματική κρίση, που οφειλόταν στους αρνητικούς μακροοικονομικούς δείκτες της ρωσικής οικονομίας αλλά και σε εξωτερικά γεγονότα (π.χ. η κρίση των χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας, η μείωση των τιμών του πετρελαίου). Το θετικό είναι ότι κατάφερε εντός συντόμου χρονικού διαστήματος να ορθοποδήσει και να θέσει τις βάσεις για μία λειτουργική οικονομία της αγοράς ως θεμέλιο της μελλοντικής οικονομικής της μεγέθυνσης. Πράγματι, το ρωσικό ΑΕΠ, αποτυπωμένο σε τρέχοντα δολάρια ΗΠΑ, αυξήθηκε από 196 δις δολάρια το 1999, σε 1,6 τρις δολάρια το 2008.


Αναφορές

  • GDP (current US$) – Russian Federation, The World Bank. Διαθέσιμο εδώ.
  • Russian Ruble, Trading Economics. Διαθέσιμο εδώ.
  • Chiodo A., Owyang M. (2002), “A Case Study of a Currency Crisis: The Russian Default of 1998”, The Federal Reserve Bank of St. Louis.
  • Süppel R. (2003), “RUSSIA’S FINANCIAL MARKETS BOOM, CRISIS AND RECOVERY 1995 2001: LESSONS FOR EMERGING MARKETS INVESTORS”, SUERF – The European Money and Finance Forum.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Εμμανουήλ Προκάκης
Εμμανουήλ Προκάκης
Γεννηθείς το 2000 στον Πειραιά, είναι τριτοετής φοιτητής του τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς. Στα ακαδημαϊκά του ενδιαφέροντα εντάσσονται τα οικονομικά θέματα και η στρατηγική. Κατέχει πολύ καλή γνώση της Αγγλικής και της Κινεζικής γλώσσας και είναι λάτρης της ιστορίας και της κλασσικής μουσικής. Στον ελεύθερο χρόνο του ασχολείται με τον προγραμματισμό και τη γυμναστική.