Της Μαριτίνας Γκίνη,
Η Μαίρη Λίκι ήταν Βρετανίδα αρχαιολόγος και παλαιοανθρωπολόγος. Γεννήθηκε στο Λονδίνο στις 6 Φεβρουαρίου 1913. Πατέρας της ήταν ο ζωγράφος Ερσκίν Νικόλ και η μητέρα της ήταν η Σεσίλια Μάριον Φρερ. Ο πατέρας της Μαίρη Λίκι τής ενέπνευσε από νωρίς μία μεγάλη αγάπη για τη ζωγραφική, ενώ την πήγαινε να δει τις σπηλαιογραφίες, καθώς και τα πέτρινα και κοκάλινα εργαλεία, που χρησιμοποιούσαν οι προϊστορικοί άνθρωποι.
Η Μαίρη Λίκι δεν είχε την υπομονή να σπουδάσει, παρακολουθούσε, ωστόσο, διαλέξεις αρχαιολογίας, γεωλογίας και προϊστορίας στο Μουσείο του Λονδίνου και στο University College του Λονδίνου, ενώ, κατά τη διάρκεια της ζωής της, έλαβε διάφορα τιμητικά πτυχία ως αναγνώριση των επιτευγμάτων της στον τομέα της παλαιοανθρωπολογίας. Το 1933, ο παλαιοντολόγος Λούις Λίκι την προσέγγισε λόγω της μεγάλης φήμης που είχε αποκτήσει εκείνη ως εικονογράφος, προκειμένου να εικονογραφήσει το βιβλίο του «Οι Πρόγονοι του Αδάμ». Τρία χρόνια αργότερα, παντρεύτηκαν και απέκτησαν τρία παιδιά.
Οι επιστημονικές και συστηματικές μέθοδοι που χρησιμοποιούσε στην εργασία της έγιναν πρότυπο για την αρχαιολογική έρευνα. Το 1948, έκανε την πρώτη μεγάλη της ανακάλυψη, όταν βρήκε τμήμα του κρανίου ενός Proconsul africanus. Το εύρημα ηλικίας άνω των 18 εκατομμυρίων ετών θεωρήθηκε εξαιρετικά σημαντικό, γιατί ήταν το πρώτο είδος πρωτευόντων που ανακαλύφθηκε στο Μειόκαινο και άλλαξε το χρονοδιάγραμμα της ανθρώπινης εξέλιξης. Το 1959, έκανε ακόμα μια μεγάλη ανακάλυψη βρίσκοντας μέρος του κρανίου ενός άγνωστου μέχρι τότε ανθρωποειδούς, που σήμερα ονομάζεται Australopithecus boisei. Αυτό το εύρημα έγινε η αφορμή για την «απαρχή της μοντέρνας παλαιοανθρωπολογίας». Οι ανακαλύψεις της είχαν ως αποτέλεσμα, το 1969, το Πανεπιστήμιο του Βιτβατερστράντ να της απονέμει τιμητικό διδακτορικό, ενώ έγινε αποδέκτης πλήθους μεταλλίων από το National Geographic Society, το Geological Society και από τη Σουηδική Βασιλικά Ακαδημία Επιστημών.
Το 1979, έκανε «τη μεγαλύτερη ανακάλυψη της καριέρας της», όταν βρήκε απολιθωμένες πατημασιές ανθρωποειδών στο Λαετόλι της Τανζανίας, ηλικίας 3,6 εκ. ετών. Η ανακάλυψη αυτή ήταν η πρώτη απόδειξη στην ιστορία της επιστήμης της φυσικής δραστηριότητας για προγόνους του ανθρώπινου είδους. Την ίδια χρονιά, έγραψε το βιβλίο “Olduvai George: My Search for Early Man” και πέντε χρόνια μετά, το 1984, εξέδωσε την αυτοβιογραφία της, με τίτλο “Disclosing the Past”.
Το 1983, η Μαίρη Λίκι τελικά αποσύρθηκε από την ενεργή έρευνα. Δεκατρία χρόνια μετά, έφυγε από τη ζωή, στο Ναϊρόμπι της Κένυας, στις 9 Δεκεμβρίου 1996, σε ηλικία 83 ετών.