Του Κωνσταντίνου-Ειρηναίου Σταμούλη,
Σφοδρές ήταν οι αντιδράσεις που προκάλεσε η κίνηση του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, να επισκεφθεί την Πάρνηθα για σωματική άθληση και μάλιστα να φωτογραφηθεί με πλήθος παρευρισκόμενων, χωρίς να τηρούνται τα στοιχειώδη μέτρα ασφαλείας. Τα κόμματα της Αντιπολίτευσης φυσικά και έθιξαν το συγκεκριμένο ζήτημα, αφού του δόθηκε μια εξαιρετική ευκαιρία προκειμένου να εμπλουτίσουν το αφήγημά τους και να το ταιριάξουν στα ανάλογα μέτρα που επιτάσσουν οι πολιτικοί τους στόχοι. Το ζήτημα εδώ όμως είναι πιο σύνθετο καθώς μπορεί να αποτελέσει πηγή κοινωνικής αποσταθεροποίησης.
Με την επιλογή του να επισκεφθεί την Πάρνηθα λοιπόν, ο Πρωθυπουργός παραβίασε εις διπλούν τα μέτρα που η ίδια η Κυβέρνησή, έχει λάβει. Πρώτο και κύριο το γεγονός ότι η μετακίνηση στην οποία προέβη, δεν ήταν σε καμία περίπτωση κοντά στον τόπο διαμονής του, άρα και παράνομη. Δεύτερον, το γεγονός ότι δεν φορούσε μάσκα ενώ μάλιστα ήρθε σε επαφή με πλήθος ατόμων.
Το ελάχιστο που θα περίμενε κανείς, είναι ο ίδιος να αποδεχτεί τη λανθασμένη του επιλογή και να μην πάρει το ζήτημα περισσότερη έκταση. Αντιθέτως, αυτό που είδαμε είναι τον Κυβερνητικό Εκπρόσωπο, Στέλιο Πέτσα, καθώς και τον Άδωνι Γεωργιάδη, να υποστηρίζουν ότι «όλοι οι Έλληνες μπορούν να πάνε στην Πάρνηθα για σωματική άσκηση». Άρα, ως πολίτες, ήμασταν και ανενημέρωτοι σχετικά με τα μέτρα, καθώς δεν γνωρίζαμε την δυνατότητα αυτή. Φυσικά, αυτού του είδους οι δηλώσεις, αγγίζουν τα όρια της πολιτικής ασοβαρότητας, της υποκρισίας και τείνουν να συνδυαστούν με την ειρωνεία.
Αλήθεια, αν οποιοσδήποτε άλλος πολίτης εντοπίζονταν στην Πάρνηθα, μακριά από την κατοικία του και χωρίς μάσκα, θα τύγχανε ίδιας υποστήριξης; Η λογική λέει πως θα επέστρεφε από την εξόρμησή του με χρέος 600 ευρώ προς το ελληνικό κράτος. Και δεν θα ήταν και κάτι παράλογο. Θα είχε εφαρμοστεί ο νόμος όπως ακριβώς προβλέπεται. Το παράλογο είναι το πρόστιμο με το οποίο απειλήθηκε γυναίκα η οποία πήγαινε να επισκεφτεί το μνήμα της κόρης της, και το πρόστιμο το οποίο θα κληθεί να πληρώσει ο συνταξιούχος, ο οποίος ενώ είχε προβεί στις απαραίτητες κινήσεις για την μετακίνησή του στην τράπεζα, προκειμένου να παραλάβει τη σύνταξή του, τιμωρήθηκε διότι φόραγε τη μάσκα κάτω από τη μύτη. Το παράλογο είναι η επιλεκτική εφαρμογή του νόμου, τη στιγμή που όλοι είμαστε ίσοι απέναντί του.
Αν μη τι άλλο, από τον Πρωθυπουργό της χώρας σου, προσδοκάς να είναι ο πρώτος που θα αποτελέσει παράδειγμα προς μίμηση. Απαιτείς, να είναι αυτός ο οποίος θα αφουγκραστεί την κοινωνική ανασφάλεια και θα επιχειρήσει να εμπνεύσει τους πολίτες να εμπιστευτούν την Κυβέρνηση και να τηρήσουν τα μέτρα. Ειδικά μάλιστα σε μία περίοδο που τα κοινωνικά ζητήματα πληθαίνουν (οικονομική δυσπραγία λόγω lockdown, ψυχολογικές επιπτώσεις της κοινωνικής απομόνωσης, ενδοοικογενειακή βία, κωλύματα στην τηλεκπαίδευση κ.α).
Η εικόνα αυτή του Πρωθυπουργού, όταν μάλιστα ακολουθείται από προσπάθεια υποστήριξής της, δίνει σε μια εξαντλημένη κοινωνία το ερέθισμα για να παραβιάσει τα μέτρα, να υποτιμήσει τη σοβαρότητα του προβλήματος, ακόμα και να το αμφισβητήσει. Δίνει στο κοινωνικό σύνολο την αίσθηση ότι δεν είμαστε όλοι ίσοι απέναντι στον αόρατο εχθρό. Και αυτό είναι επικίνδυνο. Διότι μία κοινωνία που έχει χάσει την εμπιστοσύνη της στην ηγεσία της, πλέει σε πολύ επικίνδυνα νερά.
Η πολιτική σοβαρότητα, αυτές τις στιγμές, είναι αναγκαία καθώς αποτελεί το συστατικό στοιχείο της σταθερότητας των πυλώνων της κοινωνίας. Αν αυτή εκλείπει, τότε ο κοινωνικός διχασμός αυξάνεται, η εμπιστοσύνη σταδιακά αποσύρεται, και η ανασφάλεια γίνεται η νέα κανονικότητα. Στο άρθρο αυτό δεν κρίνεται η Κυβερνητική διαχείριση της πανδημίας, καθώς πολλάκις έχω επισημάνει τα θετικά και τα αρνητικά αυτής. Στο άρθρο αυτό επισημαίνεται η επικοινωνιακή διαχείριση των σφαλμάτων των Κυβερνητικών προσώπων. Όλοι κάνουμε λάθη. Όμως όταν διακυβεύεται η συμπεριφορά και ο παραδειγματισμός ενός ολόκληρου λαού σε περίοδο πανδημίας, τουλάχιστον οφείλουμε να τα παραδεχόμαστε…