Του Τιμολέοντος Παλαιολόγου,
Η γερμανική εισβολή της Πολωνίας, την 1η Σεπτεμβρίου 1939, που σήμανε την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου στην Ευρώπη, ενέπλεξε τις μεγάλες δυνάμεις της ευρωπαϊκής ηπείρου σε έναν νέο πόλεμο. Μέχρι τον Ιούνιο του 1941, οι περισσότερες χώρες στην χερσαία Ευρώπη βρίσκονταν υπό τον έλεγχο του άξονα ή είχαν συμμαχήσει μαζί του. Το Ηνωμένο Βασίλειο βρέθηκε τελείως απομονωμένο και πρακτικά προσπαθούσε να επιβιώσει παρά να επιβληθεί. Δίχως να έχει επιτύχει κάποια ουσιαστική νίκη εναντίον των δυνάμεων του άξονα, το μέλλον των βρετανών μπορούσε να χαρακτηριστεί τουλάχιστον ως αμφίβολο.
Αφρική
Με την συνθηκολόγηση της Γαλλίας, οι Γαλλικές αποικίες της Αλγερίας, της Τυνησίας και του Μαρόκο στην Βόρεια Αφρική και της Συρίας και του Λιβάνου στην Μέση Ανατολή, περιήλθαν στον έλεγχο των δυνάμεων του άξονα και βρίσκονταν υπό τη διοίκηση της Γαλλίας του Βισύ. Καθ’ αυτό τον τρόπο οι Αγγλικές αποικίες της Αιγύπτου, της Παλαιστίνης και της Υπεριορδανίας βρίσκονταν περικυκλωμένες.
Με την είσοδο της Ιταλίας στον πόλεμο, ο Μουσολίνι πίεσε τον Στρατάρχη Rodolfo Graciani, που διετέλεσε στρατιωτικός διοικητής της Λιβύης το Καλοκαίρι του 1940, να επιτεθεί στην Αίγυπτο. Η επίθεση πραγματοποιήθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου 1940 με τους Ιταλούς να προωθούνται και να οργανώνουν άμυνα στην περιοχή Sidi Barrani της Αιγύπτου. Η επίθεση αυτή δεν είχε κάποιο στρατιωτικό αντίκρισμα και η αντεπίθεση των αγγλικών δυνάμεων, τον Δεκέμβριο του 1940, ισοπέδωσε πλήρως την ιταλική άμυνα. Τον Ιανουάριο του 1941 οι σημαντικές Λιβυκές πόλεις Bardia και Tobruk καταλήφθηκαν από τις συμμαχικές δυνάμεις και στις 5 Φεβρουαρίου 1941, μετά την μάχη του Beda Fomm οι αγγλικές δυνάμεις κατόρθωσαν να αιχμαλωτίσουν το σύνολο της 10ης Ιταλικής Στρατιάς, δύναμης 140.000 ανδρών. Οι βρετανικές δυνάμεις, λόγω προβλημάτων ανεφοδιασμού και της αποστολής εκστρατευτικού σώματος στην Ελλάδα, δεν προήλασαν προς την Τρίπολη και αντ’ αυτού στρατοπέδευσαν στην πόλη El Agheila, 250 περίπου χιλιόμετρα δυτικά της Βεγγάζης.
Στον απόηχο της παταγώδους Ιταλικής στρατιωτικής ήττας, η Γερμανία αναγκάστηκε να δημιουργήσει το Deutsches Afrika Korps, επικεφαλής του οποίου διορίστηκε ο αντιστράτηγος Erwin Rommel, ο οποίος έφτασε στη Τρίπολη στις 12 Φεβρουαρίου στα πλαίσια της επιχείρησης «Ηλιοτρόπιο» (Unternehmen Sonnenblume). Ο Rommel, αν και βρισκόταν υπό τις διαταγές του νέου διοικητή της Λιβύης Italo Gariboldi, επιτέθηκε αυτοβούλως στην El Agheila στις 31 Μαρτίου, αποδιοργανώνοντάς τις βρετανικές δυνάμεις οι οποίες οπισθοχώρησαν. Η προέλαση των δυνάμεων του άξονα στην Κυρηναϊκή συνεχίστηκε και μέχρι τις 11 Απριλίου οι Γερμανοί είχαν περικυκλώσει και πολιορκούσαν το Tobruk. Τελικά, το Tobruk υπόμεινε την πολιορκία και με την επιχείρηση «Σταυροφόρος» (Operation Crusader) στις 18 Νοεμβρίου της 8ης Βρετανικής Στρατιάς, οι γερμανικές δυνάμεις οπισθοχώρησαν σταδιακά μέχρι την El Agheila.
Η είσοδος της Ιαπωνίας στον πόλεμο κατά των συμμάχων με την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ, στις 7 Δεκεμβρίου του 1941 ανάγκασε την 8η Βρετανική Στρατιά να στείλει δυνάμεις στην Ασία προκειμένου να προστατέψει τις εκεί κτήσεις της. Αυτό έστρεψε το πλεονέκτημα προς τις δυνάμεις του άξονα, οι οποίες επιτέθηκαν τον Ιανουάριο του 1942 και οδήγησαν τις συμμαχικές δυνάμεις στην περιοχή Ain el Gazala δυτικά του Tobruk. Η ποιοτική διαφορά που απολάμβανε μέχρι τότε η γερμανική διοίκηση φαίνεται να είχε καμφθεί με την προσθήκη του αμερικανικού τεθωρακισμένου «Grant» και νέων αντι-τεθωρακισμένων όπλων που είχαν διατεθεί στη δύναμη της 8ης Στρατιάς. Ακόμη, η αποκωδικοποίηση της γερμανικής μηχανής «Enigma» έδινε το πλεονέκτημα στους αμυνόμενους βρετανούς οι οποίοι γνώριζαν ότι οι δυνάμεις του άξονα οργάνωναν επίθεση εναντίον της Gazala τον Μάιο του 1942. Πράγματι στις 26 Μαΐου 1942 η γερμανική επίθεση πραγματοποιήθηκε και μέχρι τα τέλη Ιουνίου οι δυνάμεις του άξονα είχαν καταδιώξει τους βρετανούς εκτός της Λιβύης, καταλαμβάνοντας το Tobruk στις 21 Ιουνίου και αιχμαλωτίζοντας τους 35.000 αμυνόμενους της πόλης, προκαλώντας έτσι σημαντικές ζημιές στους βρετανούς οι οποίοι οπισθοχώρησαν, αρχικά, προς την πόλη Mersa Matruh στην Αίγυπτο και έπειτα στο Ελ Αλαμέιν, 100 χιλιόμετρα δυτικά της Αλεξάνδρειας.
Πρώτη μάχη του Ελ Αλαμέιν
Οι συμμαχικές δυνάμεις είχαν παραταχθεί αμυνόμενοι στην γραμμή El Alamein–Deir el Shein–Bab el Qattara. Οι άμυνες είχαν διαμορφωθεί σε «κουτιά», τοπικές οχυρώσεις με χαρακώματα, περιφραγμένες με συρματόπλεγμα και περιτριγυρισμένες με ναρκοπέδια. Μεταξύ των οχυρώσεων υπήρχε απροσπέλαστη έρημος. Η κατάσταση των βρετανών ήταν κρίσιμη, οι δυνάμεις τους ήταν υποστελεχωμένες και με καταρρακωμένο ηθικό. Οι βρετανοί αξιωματούχοι στην Αλεξάνδρεια και στο Κάϊρο έκαιγαν απόρρητα έγγραφα φοβούμενοι την γερμανική προέλαση. Οι οιωνοί δεν ήταν καλοί για τους Βρετανούς και το γνώριζαν και οι ίδιοι. Την 1η Ιουλίου 1942 οι Γερμανοί εκδήλωσαν την επίθεση τους εναντίον των συμμαχικών δυνάμεων. Μολονότι οι βρετανικές δυνάμεις ήταν ελλιπώς προετοιμασμένες και παρόλο που οι δυνάμεις του άξονα διέσπασαν την γραμμή στην περιοχή Deir el Shein, δεν κατόρθωσαν την ίδια μέρα να αναγκάσουν τους συμμάχους σε οπισθοχώρηση. Η αδυναμία αυτή των Γερμανών να επιβληθούν αποφασιστικά την πρώτη μέρα της μάχης είναι, ίσως, ο λόγος για τον οποίο δεν κατέρρευσε πλήρως η άμυνα των συμμάχων οι οποίοι, εκτός όλων των άλλων, αντιμετώπιζαν και προβλήματα επικοινωνίας μεταξύ τους, χωρίς να γνωρίζουν την ευρύτερη κατάσταση των επιχειρήσεων.
Τις επόμενες ημέρες συνεχίστηκαν ανεπιτυχώς οι επιθέσεις των δυνάμεων του άξονα και λόγω προβλημάτων ανεφοδιασμού αναγκάστηκαν να οχυρωθούν και εκείνες. Ταυτοχρόνως, οι συμμαχικές δυνάμεις διαρκώς αυξάνονταν με προσθήκη νέων μεραρχιών και επαρκή ανεφοδιασμό. Μέχρι τις 27 Ιουλίου, όποτε και τελείωσε η μάχη, υπήρξαν επιθέσεις και αντεπιθέσεις αμφότερων, με κυριότερες τις μάχες για τον έλεγχο των υψωμάτων (όπως τα υψώματα της Tel el Eisa και Ruweisat). Στο τέλος, η κατάσταση παρέμεινε σταθερή και έτσι οι βρετανοί είχαν επιτύχει τον πρωταρχικό στόχο τους, να σταματήσουν την γερμανική προέλαση προς την Αίγυπτο.
Δεύτερη μάχη του Ελ Αλαμέιν
Τον Αύγουστο ο στρατηγός Claude Auchinleck αντικαταστάθηκε από τον αντιστράτηγο Bernard Montgomery ως ο διοικητής των δυνάμεων της Μέσης Ανατολής. Ο Rommel γνώριζε ότι μία συμμαχική επίθεση ήταν θέμα χρόνου και για αυτό τον λόγο ναρκοθέτησε με πάνω από 400.000 νάρκες το μέτωπο. Ταυτοχρόνως, οι σύμμαχοι προσπαθούσαν με αντιπερισπασμούς μέσω της επιχείρησης Μπέρτραμ (Operation Bertram) να αποκρύψουν τα σημεία της επικείμενης επίθεσης. Η αντιστοιχία δυνάμεων ήταν συντριπτική υπέρ των συμμαχικών δυνάμεων. Οι βρετανοί παρέταξαν 220.000 στρατιώτες, 1029 τεθωρακισμένα και 530 αεροπλάνα έναντι 108.000 στρατιωτών του άξονα που διέθεταν 548 τεθωρακισμένα και 350 αεροπλάνα. Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι, η 1η Ταξιαρχία του Ελληνικού Εκστρατευτικού Σώματος υπό τον Συνταγματάρχη Παυσανία Κατσώτα βρισκόταν υπό την διοίκηση της 50ης Βρετανικής Μεραρχίας και έλαβε μέρος στην μάχη. Η κωδική ονομασία για τη συμμαχική επίθεση ήταν Operation Lightfoot.
Το βράδυ της 23ης Οκτωβρίου το συμμαχικό πυροβολικό ξεκίνησε ένα πεντάωρο μπαράζ βομβαρδισμού το οποίο ακολουθήθηκε από επιθέσεις πεζικού. Η βασική πτυχή της επιχείρησης «Lightfoot» ήταν η προσπέλαση του ναρκοπεδίου από το πεζικό, το οποίο δεν θα ασχολούταν για την αποναρκοθέτηση για την οποία θα μεριμνούσε σώμα μηχανικών. Απώτερος στόχος ήταν μέχρι το πέρας της νύχτας οι μηχανικοί να έχουν κατορθώσει να δημιουργήσουν ένα πέρασμα για τα συμμαχικά τεθωρακισμένα σε μονή παράταξη στο βόρειο τμήμα του μετώπου. Ταυτοχρόνως η 24η Αυστραλιανή Ταξιαρχία Πεζικού, που βρισκόταν στο παραθαλάσσιο βόρειο τμήμα κοντά στην Tel el Eisa, επιτέθηκε στις γερμανικές θέσεις για αντιπερισπασμό. Εν τέλει η επιχείρηση δεν είχε επιτύχει τον στόχο της και τα τεθωρακισμένα δεν είχαν διαβεί πλήρως το ναρκοπέδιο μέχρι το πρωί της 24ης Οκτωβρίου. Η κατάσταση για τους Γερμανούς το πρωί της 24ης ήταν εξίσου άσχημη καθότι ο διοικητής των δυνάμεων που είχε αντικαταστήσει τον Rommel, λόγω νοσηλείας του τελευταίου, Georg Stumme, υπέστη καρδιακή ανακοπή και πέθανε. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας η 15η Τεθωρακισμένη Μεραρχία Panzer των Γερμανών και η Ιταλική Τεθωρακισμένη Μεραρχία Littorio επιτέθηκαν κατά της 1η Τεθωρακισμένης Βρετανικής Μεραρχίας με σκοπό την ανακατάληψη της αμυντικής γραμμής που είχαν διασπάσει την προηγούμενη μέρα οι σύμμαχοι. Μέχρι την 1η Νοεμβρίου υπήρξαν πολλές επιθέσεις και αντεπιθέσεις και από τις δύο πλευρές, κάτι που ωστόσο ευνοούσε τους συμμάχους, καθότι ο πόλεμος φθοράς προκαλούσε ανυπέρβλητα προβλήματα στις ήδη ανεπαρκώς ανεφοδιασμένες δυνάμεις του άξονα.
Το ξημέρωμα της 2ας Νοεμβρίου οι σύμμαχοι έθεσαν σε εφαρμογή την επιχείρηση «Supercharge», η οποία προέβλεπε την προώθηση μονάδων πεζικού ακολουθούμενες από ναρκοθηρευτές που θα άνοιγαν δρόμο για τα τεθωρακισμένα, όπως και στην επιχείρηση «Lightfoot» με σκοπό να προκαλέσουν απώλειες στα τεθωρακισμένα των δυνάμεων του άξονα. Τα αποτελέσματα της επιχείρησης αυτής προκάλεσαν τόσες καταστροφές στους Γερμανούς, ώστε στις 4 Νοεμβρίου ο Rommel, αψηφώντας τις διαταγές του Χίτλερ για μάχη μέχρι εσχάτων, διέταξε την οπισθοχώρηση όλων των γερμανικών μονάδων και εναπόθεσε την φύλαξη του Ελ Αλαμέιν αποκλειστικά στους Ιταλούς. Τότε άρχισε η καταδίωξη των δυνάμεων του άξονα από του συμμάχους οι οποίοι τους απώθησαν από την Αίγυπτο και σε συνδυασμό με την επιχείρηση «Πυρσός» (Operation Torch) και την απόβαση των Αγγλο-Αμερικανικών δυνάμεων στο Οράν, στην Κασαμπλάνκα και το Αλγέρι ανέτρεψαν την τροχιά του πολέμου στο μέτωπο της Βόρειας Αφρικής προς όφελός τους.
Η σημασία της Αφρικής ως γεωστρατηγικού παράγοντα ήταν αδιαμφησβήτητη και η κατοχή της απολύτως απαραίτητη για τις συμμαχικές επιχειρήσεις και την απόβαση στην Ιταλία. Με την νίκη αυτή στο Ελ Αλαμέιν άνοιξε ο δρόμος για την απελευθέρωση της Ευρώπης. Η γνωστή ρήση του Winston Churchill έπειτα από τη νίκη στο Ελ Αλαμέιν αντικατοπτρίζει πλήρως την κατάσταση αυτή: «Αυτό δεν είναι το τέλος. Δεν είναι καν η αρχή του τέλους, είναι ωστόσο, ίσως, το τέλος της αρχής»
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Barr Niall, 2005, Pendulum Of War, The Three Battles of El Alamein, Λονδίνο: εκδόσεις Vintage Publishing
- Beevor Antony, 2018, Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, εκδόσεις Γκοβόστη