14.4 C
Athens
Τετάρτη, 6 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΕυρώπηΟ ανταγωνισμός μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Ο ανταγωνισμός μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση


Της Κωνσταντίνας Γεωργίου,

Από τις απαρχές της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, η οικονομική πολιτική της ευρωπαϊκής κοινότητας/ένωσης είχε συνδεθεί με την αρχή της οικονομίας της ανοιχτής αγοράς με ελεύθερο ανταγωνισμό. Η πολιτική ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελεί ένα σημαντικό μέσο, τόσο για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς όσο και για το όφελος και την προστασία του καταναλωτή. Οι ενωσιακοί κανόνες του ανταγωνισμού ρυθμίζουν αφενός τη συμπεριφορά των επιχειρήσεων και αφετέρου την κρατική παρέμβαση στην αγορά.

Πιο αναλυτικά και σχετικά με την πρώτη πτυχή της πολιτικής ανταγωνισμού που αφορά στις αντι-ανταγωνιστικές πρακτικές των επιχειρήσεων, ένας βασικός κανόνας (άρθρο 101 ΣΛΕΕ) είναι η απαγόρευση των συμπράξεων, εναρμονισμένων πρακτικών και αθέμιτων συμφωνιών μεταξύ επιχειρήσεων, εφόσον αυτές νοθεύουν ή εξαλείφουν τον ανταγωνισμό. Παράδειγμα αποτελούν οι τιμές καρτέλ: ας υποθέσουμε ότι στην Ελλάδα υπάρχουν δύο μεγάλες εταιρίες ζυμαρικών. Υπό συνθήκες ανόθευτου ανταγωνισμού, ο καταναλωτής επιλέγει να αγοράσει μακαρόνια με κριτήριο τη συνάρτηση ποιότητας και τιμής. Οι δύο εταιρίες, όμως, αποφασίζουν να κάνουν μία συμφωνία, ώστε και οι δύο να πωλούν το πακέτο μακαρόνια σε παρόμοια μεταξύ τους και υψηλότερη από πριν, τιμή. Τότε, ο καταναλωτής αναγκάζεται να πληρώσει περισσότερα χωρίς να απολαμβάνει καλύτερη ποιότητα προϊόντος και χωρίς να έχει την επιλογή να αγοράσει από άλλη, πιο φθηνή εταιρία. Πρόκειται για μια εναρμονισμένη πρακτική που νοθεύει τον ανταγωνισμό.

Ένας δεύτερος βασικός κανόνας (άρθρο 102 ΣΛΕΕ) απαγορεύει στις επιχειρήσεις να καταχρώνται τη δεσπόζουσα θέση που μπορεί να κατέχουν στην εσωτερική αγορά ή σε σημαντικό τμήμα της, στο μέτρο που η κατάχρηση επηρεάζει το εμπόριο μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ. Πότε έχει μια επιχείρηση δεσπόζουσα θέση; Όταν η οικονομική της ισχύς είναι τόση που της επιτρέπει να δρα ανεξάρτητα, χωρίς να περιορίζεται από τους ανταγωνιστές της ή από τις ανάγκες/επιθυμίες των καταναλωτών. Η ύπαρξη δεσπόζουσας θέσης από μόνη της εξασθενεί τον ανταγωνισμό, πόσο μάλλον όταν γίνεται κατάχρηση αυτής, για παράδειγμα μέσω επιβολής μη δίκαιων τιμών ή μέσω άρνησης συναλλαγής.

Κατόπιν, σχετικά με τη δεύτερη πτυχή της πολιτικής του ανταγωνισμού της ΕΕ, που αφορά στη ρύθμιση της συμπεριφοράς των κρατών, καίριο είναι το άρθρο 107 ΣΛΕΕ που απαγορεύει τις επιλεκτικές (δηλαδή όχι επί ίσοις όροις) κρατικές ενισχύσεις που στρεβλώνουν ή απειλούν να στρεβλώσουν τον ανταγωνισμό ή και επηρεάζουν το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών. Ας εξηγήσουμε: υποθέτουμε ότι η χώρα μας έχει 3 αεροπορικές εταιρίες, την Α, τη Β και τη Γ. Ο εν λόγω κανόνας απαγορεύει στο κράτος να παρέχει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα επιλεκτικά στην εταιρία Α, να την εξαιρεί από κρατικά μέτρα ή να μεταφέρει μόνο σε αυτή οικονομική βοήθεια/κρατικούς πόρους.

Δύο πράγματα χρειάζεται να αναφέρουμε ακόμα για την πολιτική του ανταγωνισμού. Πρώτον, ότι δεν αποτελεί αυτοσκοπό της Ένωσης (άλλωστε η Συνθήκη της Λισαβόνας δεν περιλαμβάνει τον ανταγωνισμό στους στόχους της), αλλά καθαρά ένα εργαλείο ενοποιητικής διαδικασίας. Δεύτερον, ότι πρόκειται για έναν από τους πέντε τομείς, στους οποίους η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αποκλειστική αρμοδιότητα, δηλαδή δύναται εκείνη να νομοθετεί, ενώ τα κράτη-μέλη δεν μπορούν να παρέμβουν μονομερώς, γεγονός που καταδεικνύει τη μεγάλη σημασία του ανταγωνισμού για τη λειτουργία της ελεύθερης οικονομίας της αγοράς και για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνα Γεωργίου
Κωνσταντίνα Γεωργίου
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1998 και είναι προπτυχιακή φοιτήτρια στο τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιά, με ιδιαίτερη προτίμηση στη διεθνή οικονομική πολιτική. Έχει παρακολουθήσει σχετικά σεμινάρια-ομιλίες, γνωρίζει αγγλικά και μαθαίνει γαλλικά. Στον ελεύθερο χρόνο της έχει ασχοληθεί με την κιθάρα.