Του Βασίλη Μοάτσου,
Σε μια πολύ σημαντική ανάρτηση προχώρησε ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ). Στο δελτίο που δημοσίευσε για την εικόνα της παγκόσμιας οικονομίας περιλαμβάνεται και μια τρισέλιδη αναφορά στη χώρα μας. Συνολικά, ο οργανισμός προβλέπει ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας κατά το επόμενο ημερολογιακό έτος, ενώ υπάρχει και μία περίπτωση χώρας που κλείνει θετικά τη χρονιά αυτή. Για την Ελλάδα προβλέπεται σταδιακή βελτίωση της οικονομίας το 2021, σε μια χρονιά που κλείνει με αρνητικό πρόσημο.
Παγκόσμιες απώλειες & ελπίδες
Η παγκόσμια οικονομία στο σύνολό της γνώρισε μια συρρίκνωση 4,2% το 2020 και αναμένεται μια αύξηση κατά 4,25% το επόμενο έτος, η οποία θα συνεχιστεί και το 2022 με ένα ποσοστό 3,25%. Σε γενικές γραμμές, το παγκόσμιο ΑΕΠ θα βρεθεί κοντά σε τιμές προ-κρίσης μέσα στην επόμενη χρονιά, κυρίως λόγω της ταχείας ανάρρωσης της κινεζικής οικονομίας. Ασφαλώς, η ανάκαμψη δε θα είναι καθολική και αρκετές περιοχές θα συνεχίσουν να παρουσιάζουν νούμερα της εποχής του κορωνοϊού, με τους δείκτες ανεργίας και επενδύσεων να παραμένουν σε αρνητική τροχιά συνολικά. Είναι γεγονός πως η εύρεση, η παραγωγή και η διανομή του εμβολίου είναι γεγονότα που θα διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στην εικόνα της παγκόσμιας οικονομίας, ειδικότερα από το 2022 κι έπειτα. Ένα ακόμη κύμα του ιού θα ήταν καταστροφικό, καθώς βεβαρημένες οικονομίες, όπως αυτή της Ευρωζώνης, έχουν ήδη κάνει σοβαρές περικοπές στις αναπτυξιακές τους βλέψεις, με μέτρα για την καταπολέμηση του ιού να εξακολουθούν να εφαρμόζονται.
Ας δούμε λοιπόν τα στοιχεία που έχουμε για ορισμένες χώρες αλλά και την Ευρωζώνη. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η Κίνα είναι η μοναδική χώρα που σημειώνει ανάπτυξη για το 2020, κατά 1,8%, με τις προβλέψεις για το 2021 να κλειδώνουν σε μια αύξηση κατά 8%. Τα κρούσματα του ιού της Γουχάν είναι προς το παρόν σποραδικά και σε γενικές γραμμές η κατάσταση είναι υπό έλεγχο. Η εγχώρια κατανάλωση είναι η μεταβλητή που ακόμα δέχεται πιέσεις, αλλά δεν είναι αρκετή για να ανακόψει την ανάκαμψη της χώρας. Η νομισματική τόνωση, η οποία ήταν απαραίτητη κατά τη διάρκεια της εξάπλωσης της πανδημίας, τώρα σταδιακά μειώνεται, καθώς οι ρυθμοί ανάκαμψης επιταχύνονται. H δημοσιονομική πολιτική θα συνεχίσει να είναι υποστηρικτική μέσω της μείωσης των φόρων και την προσφορά κοινωνικών επιδομάτων, τα οποία επαναφέρουν και προωθούν τη χαμένη αυτοπεποίθηση των καταναλωτικού κοινού.
Όσον αφορά τις Ηνωμένες Πολιτείες, η συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 3,7% για το 2020 θα αντισταθμιστεί εν μέρει από μια αύξησή του κατά 3,2% τον επόμενο χρόνο, ποσοστό που θα ενισχυθεί, σύμφωνα με τις προβλέψεις κατά 0,3% το 2022. Η ανεργία προβλέπεται να μειωθεί σταδιακά, ωστόσο θα παραμείνει σε υψηλότερα επίπεδα από την προ-covid εποχή για το 2021. Οι μαζικές νομισματικές και δημοσιονομικές πρωτοβουλίες έχουν πραγματικά βοηθήσει την αμερικανική οικονομία. Ωστόσο, ελλείψει νέου ουσιαστικού προγράμματος, μια σοβαρή δημοσιονομική πτώση θα είχε ως αποτέλεσμα την ταχεία απόσυρση της στήριξης προς τα νοικοκυριά, τις μαζικές απολύσεις και ένα κύμα πτωχεύσεων. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την προώθηση της αύξησης της παραγωγικότητας θα πρέπει επίσης να έχουν προτεραιότητα σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ.
Το ΑΕΠ της Ευρωζώνης γνωρίζει πτώση 7,5% και το επόμενο έτος αναμένεται αύξησή του κατά 3,6%, ποσοστό που το 2022 θα γνωρίσει μια μικρή πτώση κατά 0,3%. Γίνεται αντιληπτό πως οι απώλειες για την Ζώνη του Ευρώ είναι μεγαλύτερες από εκείνες που αναφέρθηκαν παραπάνω και συνεπώς η ανάκαμψη θα καθυστερήσει κατά ένα έτος σύμφωνα με τις τωρινές προβλέψεις. Η ανεργία αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω και το δημόσιο χρέος θα παραμείνει σταθερά άνω του 100% του συνόλου του ΑΕΠ της Ζώνης. Με τον πληθωρισμό επίσης να παραμένει εκτός του στόχου της ΕΚΤ, η νομισματική πολιτική θα πρέπει να διασφαλίζει ότι το κόστος δανεισμού για τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα θα παραμείνει πολύ χαμηλό. Προκειμένου να αποφευχθεί ένα «στέγνωμα των αγορών» που θα μπορούσε να επιβραδύνει περισσότερο την ανάκαμψη, οι εθνικές δημοσιονομικές πολιτικές θα πρέπει να παραμείνουν υποστηρικτικές για τα επόμενα δύο χρόνια, αξιοποιώντας τα πολύ χαμηλά επιτόκια και τη σημαντική χρηματοδότηση που προσφέρεται στο πλαίσιο του σχεδίου ανάκαμψης της Ένωσης. Η αποτελεσματική διανομή των εμβολίων και η περαιτέρω ανάπτυξη των δυνατοτήτων που διατίθενται για την ανίχνευση των κρουσμάτων είναι προαπαιτούμενα για την ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων των μελλοντικών εξάρσεων του ιού.
Η κατάσταση στην Ελλάδα
Η χώρα μας σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ ακολουθεί το μοτίβο των περισσότερων οικονομιών της Ευρωζώνης. Για το 2020 σημειώνει συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 10% και προβλέπεται μια σταδιακή ανάκαμψη από το επόμενο έτος κατά 0,9%, πάντα με γνώμονα τον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού. Ο παράγοντας αυτός θα επιτρέψει στην κυβέρνηση να υλοποιήσει αναπτυξιακά σχέδια, να προσελκύσει επενδύσεις, να συνεχίσει να δίνει τα απαραίτητα οικονομικά στηρίγματα και να τονώσει την οικονομία συνολικά. Το δελτίο του ΟΟΣΑ υπογραμμίζει αφενός μεν την αξία των οικονομικών βοηθημάτων που προσφέρονται σε μεγάλη μερίδα πολιτών, αφετέρου δε, τονίζει πως είναι εξαιρετικής σημασίας η παροχή εκπαιδευτικών προγραμμάτων και η ενθάρρυνση της υλοποίησής του από ιδιωτικούς και δημόσιους φορείς, προκειμένου οι εργαζόμενοι να είναι έτοιμοι για τις συνθήκες εργασίας που θα αντιμετωπίσουν για την μετά-κορωνοϊού εποχή. Η μεγάλη μείωση, της τάξης του 10%, οφείλεται σχεδόν πλήρως στη μειωμένη τουριστική δραστηριότητα για το 2020. Η παροχή υπηρεσιών διαμονής και εστίασης ήταν 50% χαμηλότερη με την αντίστοιχη περίοδο για το 2019, δηλαδή από Μάϊο μέχρι και Αύγουστο, γεγονός που διατήρησε την ελληνική οικονομία σε χαμηλά επίπεδα και οδήγησε στη συρρίκνωση του ΑΕΠ της.
Τροφή για σκέψη
Εκτός του πλαισίου της παρουσίασης ορισμένων πτυχών του δελτίου του ΟΟΣΑ για το Δεκέμβριο του 2020 που προηγήθηκε, ακολουθεί ένας μικρός σχολιασμός του γράφοντα πάνω στην περίπτωση της χώρας μας.
Δυστυχώς, η οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας πάνω σε δραστηριότητες εφήμερου χαρακτήρα και απουσίας μακροπρόθεσμου σχεδιασμού είναι εξαιρετικά ευάλωτη στις περιόδους κρίσεων. Αντίθετα, σε περιόδους ευημερίας, ακριβώς εξαιτίας της φύσης τους, γνωρίζει ταχεία ανάπτυξη. Έτσι λοιπόν, το ΑΕΠ της χώρας αναμένεται από το 0,9% να γιγαντωθεί στο 6,6% για το 2022. Η περιπέτεια αυτή λοιπόν, κι ας μην έχει ακόμα τελειώσει, πρέπει να αποτελέσει την αφορμή για να οικοδομηθεί μια Ελλάδα με σαφή οικονομικό προσανατολισμό, αυστηρό αναπτυξιακό σχεδιασμό και που θα διαθέτει ένα ευρύτερο χαρτοφυλάκιο επενδύσεων. Κυρίως, όμως, θα πρέπει να αποκοπεί η βαριά βιομηχανία της χώρας από την παρωπιδική προσκόλλησή της στον τουριστικό τομέα και ο οποίος σε περιόδους έντονων δοκιμασιών αποτελεί την πρώτη απώλεια. Σε ένα τέτοιο σενάριο δοκιμάζεται ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού και υπονομεύεται η οικονομία συνολικά. Μια σύγχρονη και ανθεκτική οικονομία οφείλει να είναι προσαρμοστική και να μπορεί να αντισταθμίζει τις απώλειες που προκύπτουν, από το συγκριτικό πλεόνασμα που παρουσιάζει σε άλλους τομείς και οι οποίοι παραμένουν σχετικά ανεπηρέαστοι ή και ενισχύονται σε περιόδους κρίσης.