Της Πένυς Πανούση,
Όσο οι μέρες πάνε κι έρχονται, η ανυπομονησία μας να νιώσουμε τον έξω κόσμο όπως κάποτε, η λαχτάρα μας να νιώσουμε ιδιαίτεροι μέσα απ’ τις καθημερινές συναναστροφές, γίνονται ατμός και θολώνουν το τζάμι του παραθύρου που κοντοστεκόμαστε κοιτώντας με παράπονο, εκείνο το άτονο απ’ τις συνθήκες περιβάλλον. Βέβαια, δεν είναι μόνο τα καταπιεσμένα μας συναισθήματα που θολώνουν την όψη του τζαμιού. Ο χειμώνας σχεδόν βρίσκεται στο κατώφλι των σπιτιών μας και τα χνώτα μας όλο και θερμαίνουν την παγερή και ψυχρή ατμόσφαιρα. Η εξωτερική θερμοκρασία γίνεται όλο και πιο χαμηλή με το πέρας των ημερών, αλλά δεν ευθύνεται αυτή για το κρύο που νιώθουμε στο πέλαγος της ψυχής μας, το οποίο και μετατρέπεται σιγά σιγά σε πάγο.
Η εσώκλειστη θερμοκρασία, εκείνη που διαχέεται μέσα στα διαμερίσματά μας, τα σπίτια μας και σε κάθε είδους «υπόστεγο» που στεγάζει την ατομική μας μοναδικότητα, παραμένει κρύα, όσο δεν «μοιράζεται» κι με άλλους πλην του εαυτού μας. Η κοινωνική μας φύση, όλο και αδρανοποιείται και αρχίζει να εξερευνεί νέα μονοπάτια, πιο μοναχικά. Ο υποχρεωτικός εγκλεισμός μας μέσα σε εκείνα τα κουτιά που επιλέξαμε για να αισθανόμαστε «σαν στο σπίτι μας», γίνεται σιγά σιγά ασφυκτικός, και οι τέσσερις τοίχοι που μας περιβάλλουν, μόνο «φιλικούς» δεν μπορείς να τους χαρακτηρίσεις πλέον.
Το πνεύμα μας σαν αγρίμι δυνατό, δεν βλέπει όρια και φραγμούς, ούτε νοητά κάγκελα. Εμείς όμως ξέρουμε ότι υπάρχουν. Και τα όρια και τα κάγκελα, κι η αλήθεια είναι, ότι δεν νιώθουμε και πολύ ικανοποιημένοι μ’ όλο αυτό. Θέλουμε ξανά να συνυπάρξουμε. Να συνυπάρξουμε όπως και πρώτα. Χωρίς αμφιβολίες, χωρίς φόβο, χωρίς κανένα δισταγμό και φραγμό. Να έρθουμε και πάλι κοντά με τους δικούς μας ανθρώπους και να μπορούμε ξανά να επαναλάβουμε, όσα από εκείνα μας έδεναν με τον καθένα ξεχωριστά. Όσα απ’ αυτά μας υπενθύμιζαν την μοναδικότητα του καθενός και την μοναδικότητα της στιγμής.
Εμείς όμως, έχουμε αρχίσει και συνηθίζουμε τον εαυτό μας. Με τις παραξενιές του, τα προτερήματά του. Τον μαθαίνουμε σιγά σιγά. Κάποιοι από εμάς ίσως και να συμφιλιώθηκαν και μαζί του. Ίσως, αυτός ο εγκλεισμός να ήταν η κατάλληλη στιγμή για κάποιους, να γνωρίσουν τον εαυτό τους καλύτερα, να συζητήσουν μαζί του ή και ακόμα να τον αποδεχθούν, αν δεν το είχαν κάνει ήδη. Συνήθως, μέσα στις πολλές κινήσεις κι ομιλίες, δεν έχουμε τον απαραίτητο χρόνο να συνομιλήσουμε με τον εαυτό μας και να σκεφτούμε. Αντιθέτως, μας «προλαβαίνουν» εκείνοι ”οι ξεχωριστοί” άλλοι με την γνώμη τους και την αποτύπωση της αντίληψης τους για τον κόσμο γύρω τους, ο οποίος περιβάλλεται κι από εμάς τους ίδιους. Η μερική απομόνωση σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να θεωρηθεί λυτρωτική. Ιδίως, αν επικρατεί πνευματική σύγχυση.
Στην άλλη πλευρά, υπάρχουν κι εκείνοι που δεν τα πάνε και τόσο καλά με την απομόνωση. Νιώθουν αποστασιοποιημένοι, αόρατοι και η απαγόρευση για κοινωνικοποίηση, τους έχει στοιχίσει αρκετά, καθώς ζούσαν και ανέπνεαν μέσα από εκείνη. Πολύ πιθανό είναι, να «σιγοβράζουν» τα νεύρα τους, αλλά και να παρουσιάσουν συμπτώματα αλλότρια προς εκείνους. Συναισθήματα που θα χαρακτηρίζονταν ως καθόλου αισιόδοξα. Επιπλέον, πολλοί από εκείνους έρχονται αντιμέτωποι με πλευρές του εαυτούς τους που δεν γνώριζαν μέχρι πρότινος. Ίσως, εμφανίζονται δειλά δειλά στην επιφάνεια, διάφορα παρελθοντικά συμπλέγματα, τα οποία δεν είχαν επιλυθεί την στιγμή που έπρεπε και τώρα έρχονται για να προκαλέσουν περισσότερη σύγχυση στην ήδη υπάρχουσα τεταμένη ψυχολογία τους. Το ζήτημα είναι, αν όντως αυτή την φορά, θα έχουν την διαύγεια και την ωριμότητα να τα επιλύσουν ή θα επιλέξουν για άλλη μία φορά να κρύψουν τα θέματά τους κάτω απ’ το χαλί και να ξεσπάσουν με λάθος τρόπο την συσσωρευμένη νευρικότητά τους;
Για όσους έχουν μάθει θέλοντας και μη να ζουν μονάχοι, ο εγκλεισμός δεν θα είναι και μια τόσο δύσκολη πρόκληση. Όσοι όμως, δεν είχαν συνηθίσει σε τέτοιους ρυθμούς ζωής, η διαδικασία αυτή, την οποία θα πρέπει και να περάσουν επιτυχώς, θα είναι ένα τεστ κοπώσεως. Το πιο δύσκολο όμως είναι μέσα σ’ όλα αυτά, να συνυπάρξεις αναγκαστικά εσύ και ο εαυτός σου, μέσα σε ένα μη φιλικό περιβάλλον, στο οποίο η εξαιρετική ανοχή, δεν αποκλείεται να καταλήξει σε μια καθημερινή μάχη.
Το σίγουρο είναι, πως κάποιες καταστάσεις ήρθαν για να αφήσουν με ανεξίτηλο χρώμα το αποτύπωμά τους. Εμείς, θα συνεχίζουμε να κοντοστεκόμαστε στο παράθυρο, κοιτώντας τον έξω κόσμο. Έναν κόσμο που κι εκείνος, κοιτάει μέσα από ένα τζάμι και δεν σταματάει να ελπίζει…