14.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΕυρώπηH Γερμανική εξωτερική πολιτική στη μετα-Μέρκελ εποχή

H Γερμανική εξωτερική πολιτική στη μετα-Μέρκελ εποχή


Της Σωτηρίας Γιαννακοπούλου,

Η διεθνής πολιτική σκηνή δοκιμάζεται έντονα το τελευταίο διάστημα. Ο ρυθμός των εξελίξεων ξεπερνά κατά πολύ την ταχύτητα των αντανακλαστικών της, ενώ οι φωνές υπέρ της εσωστρέφειας των κρατών κερδίζουν έδαφος τόσο εντός της κοινωνίας όσο και εντός των πολιτικών παραγόντων. Ο επαναπροσδιορισμός των στόχων και των προτεραιοτήτων μοιάζει πλέον επιβεβλημένος, με την υγειονομική κρίση και την κλιματική αλλαγή να πρωταγωνιστούν στο τραπέζι των συζητήσεων των πολιτικών αρχηγών. Στο σημείο αυτό, ωστόσο, παρατηρείται η ύπαρξη ενός μεγάλου κενού κατά τον κύκλο των συζητήσεων, καθώς το πέρασμα του χρόνου επιβάλλει την ανανέωση του πολιτικού προσωπικού των ισχυρών παικτών του διπλωματικού παιχνιδιού. Από τη μία, η είσοδος του προέδρου Joe Biden στο Λευκό Οίκο, η οποία θα λειτουργήσει κατευναστικά για τις σχέσεις ΗΠΑ-Ε.Ε. και από την άλλη, ο διάδοχος της Angela Merkel στη θέση του καγκελαρίου της Γερμανίας.

Οι εκλογές στη Γερμανία είναι προγραμματισμένες για τις αρχές του φθινοπώρου του 2021, ενώ η διεξαγωγή τους σηματοδοτεί το τέλος εποχής για την καγκελαρία της Angela Merkel, η οποία, έπειτα από την δεκαεξάχρονη θητεία της, αποφάσισε να αποσυρθεί από την ενεργό πολιτική δράση. Οι προσδοκίες για τον επόμενο καγκελάριο είναι ιδιαιτέρως υψηλές, δεδομένου ότι θα κληθεί να ηγηθεί των συζητήσεων εντός και εκτός Ευρώπης, αναλαμβάνοντας το ρόλο του συντονιστή και διαμεσολαβητή μεταξύ αντικρουόμενων συμφερόντων.

Οι μνηστήρες για την θέση της καγκελαρίου μέχρι στιγμής είναι τέσσερις. Πολλοί υποστηρίζουν ότι ο νέος αρχηγός του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU), που θα αναδειχθεί μέσα από το έκτακτο συνέδριο του κόμματος στις 25 Απριλίου, θα είναι κατά πάσα πιθανότητα και ο επόμενος καγκελάριος της Γερμανίας. Υποψήφιοι για την προεδρία του CDU είναι ο συντηρητικός, Friedrich Merz, ο πρωθυπουργός της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, Armin Laschet και ο Norbert Röttgen, επικεφαλής της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Bundestag. Εκτός από τους υποψήφιους προέδρους του CDU, σημαντικές είναι οι αναφορές και στο πρόσωπο του Markus Söder, πρωθυπουργού της Βαυαρίας και αρχηγού των Χριστιανοκοινωνιστών (CSU), του αδελφού κόμματος του CDU, ο οποίος έχει καταφέρει να δώσει μια «κεντρώα πνοή» στο CSU. Ωστόσο, η υποψηφιότητα του παραμένει αμφίρροπη, διότι αφενός ο ίδιος έχει δηλώσει ότι «ο ρόλος του είναι στην Βαυαρία και όχι στο Βερολίνο» και αφετέρου, διότι δεν αποτελεί πρόσωπο από τον κύκλο CDU.

Το σχέδιο ανάκαμψης 750 δισεκατομμυρίων από την κρίση του Covid-19, που ανακοινώθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση στις 21 Ιουλίου του 2020, θεωρείται από πολλούς ως ένα φιλόδοξο βήμα για την επανάκαμψη των κρατών μελών από την υγειονομική κρίση, λειτουργώντας παράλληλα προληπτικά προς την επικείμενη οικονομική κρίση, που επρόκειτο να επιφέρει η πανδημία στους κρατικούς και μη προϋπολογισμούς. Είναι, ωστόσο, αυτό το σχέδιο ικανό να καλύψει το μεγάλο οικονομικό χάσμα μεταξύ Ευρωπαϊκού Βορρά και Νότου; Μάλλον όχι… Το εθνικό χρέος των νότιων κρατών της Ευρώπης επιδεινώθηκε σημαντικά, με την Ιταλία, την Ισπανία, τη Γαλλία και την Ελλάδα να πρωταγωνιστούν για άλλη μία φορά στη λίστα των πιο επιβαρυμένων και εύθραυστων οικονομιών της Ευρώπης. Ενδεικτικά, το χρέος της Ιταλίας προς το ΑΕΠ εκτινάχθηκε από το 134% σε 155%, ενώ και στη Γαλλία η αύξηση κυμάνθηκε περίπου στο 20%, από 98% σε 115%.

German Chancellor Angela Merkel, right, speaks with French President Emmanuel Macron, center, during a round table meeting at an EU summit in Brussels, Monday, July 20, 2020. Weary European Union leaders are expressing cautious optimism that a deal is in sight on their fourth day of wrangling over an unprecedented budget and coronavirus recovery fund. (John Thys, Pool Photo via AP)

Η απόκλιση των νότιων και των βόρειων οικονομιών της Ευρώπης αποτελούσε ανέκαθεν δαμόκλειο σπάθη για τη σταθερότητα και την ενότητα του Ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Η επερχόμενη επιδείνωση, αλλά και αυξανόμενη ανισότητα μεταξύ των κρατών-μελών πρόκειται να επαναφέρει τις συζητήσεις σχετικά με το μέλλον της Ευρωζώνης, καθώς και να προκαλέσει ένα νέο κύμα ευρωσκεπτικισμού. Η Γερμανία θα βρεθεί στο μάτι του κυκλώνα, καλούμενη να λάβει δραστικές αποφάσεις, λειτουργώντας ως δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ των νότιων οικονομιών που επιδιώκουν την οικονομική στήριξη των υπόλοιπων κρατών-μελών, αλλά και των βόρειων οικονομιών, όπως η Αυστρία και η Ολλανδία, που μοιάζουν απρόθυμες να συμμετέχουν σε ένα νέο σενάριο διάσωσης της οικονομίας. Η ενότητα της Ευρώπης θα τεθεί πάλι υπό αμφισβήτηση, με τη Γερμανία, το κύριο βιομηχανικό κέντρο της Ευρώπης, και το νέο καγκελάριο να αναλαμβάνει το ρόλο του διασώστη ή του εκτελεστή της ευρωπαϊκής οικονομίας.

Η εκλογή Biden αποτέλεσε χαρμόσυνο νέο για το σύνολο των Ευρωπαϊκών κρατών και ασφαλώς της Γερμανίας. Οι σχέσεις Γερμανίας-ΗΠΑ, αν και διαταραγμένες από την εποχή Bush, επιδεινώθηκαν κατά την προεδρία Trump, με το ζήτημα της χρηματοδότησης των αμυντικών δαπανών των μελών του ΝΑΤΟ και την άρνηση της Γερμανίας να συμβάλλει με ποσό ίσο με το 2% του ΑΕΠ της να δοκιμάζουν τις αντοχές του Λευκού Οίκου. Η αλλαγή στην Προεδρία ασφαλώς και θα λειτουργήσει θετικά για τις σχέσεις των δύο κρατών, με την επιστροφή των ΗΠΑ στη Συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή να αποτελεί προτεραιότητα και για τις δύο πλευρές. Ωστόσο, ο Biden δεν προβλέπεται να αλλάξει τη στάση των ΗΠΑ πάνω στο ζήτημα των αμυντικών δαπανών του ΝΑΤΟ, καθώς το ίδιο αίτημα με τον Trump είχε θέσει στην Γερμανία και ο πρόεδρος Obama, ζητώντας της να αναλάβει τις ευθύνες και τις δαπάνες που της αντιστοιχούν.

Το εν λόγω αίτημα είναι πλέον κομβικής σημασίας, δεδομένου ότι η ανατολική και βόρεια πλευρά του ΝΑΤΟ, στην περιοχή της Βαλτικής και της Αρκτικής, είναι εξαιρετικά επιβαρυμένες εξαιτίας της αυξανόμενης στρατιωτικής δύναμης της Ρωσίας στις εν λόγω περιοχές και της αδυναμίας ελέγχου των στρατιωτικών κινήσεών της. Επιπλέον, η κρίση στην Ανατολική Μεσόγειο, όπως έχει πολλάκις δηλώσει ο πρόεδρος Macron, διαταράσσει την ενότητα της συμμαχίας, η οποία χρήζει στήριξης από το σύνολο των μελών της. Μία ακόμη αρμοδιότητα του νέου καγκελαρίου θα είναι να συμβάλλει στις διαπραγματεύσεις ΗΠΑ-Ιράν για μία νέα πυρηνική συμφωνία, με αυστηρότερες ρήτρες από την παλαιότερη συμφωνία JCPOA, προκειμένου να αποκλιμακωθεί η ένταση στην Μέση Ανατολή και στις σχέσεις Ιράν-Ισραήλ.

Τα αποκαλούμενα από πολλούς αυταρχικά κράτη καθιστούν ακόμη ένα πρόβλημα για το νέο καγκελάριο, δεδομένου ότι θα κληθεί να αντιμετωπίσει τις απρόβλεπτες κινήσεις των Putin, Erdogan και Jinping κατά τη διάρκεια της θητείας του. Η Ρωσία ανέκαθεν αποτελούσε μια χώρα-πονοκέφαλο για τη Γερμανία. Οι μυστικές δραστηριότητες της όσον αφορά τα πυρηνικά όπλα, προκαλούν ανησυχία, απειλώντας άμεσα την εθνικής της ασφάλεια, γεγονός που θέτει σε πρώτο πλάνο την επίτευξη συμφωνίας μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας για ένα νέο πλαίσιο συνθηκών ελέγχου των όπλων με στόχο την αποκλιμάκωση των πυρηνικών ενεργειών, επισημαίνοντας τις οικολογικές και οικονομικές επιπτώσεις τους.

Όσον αφορά την Τουρκία, οι συνεχείς κυρώσεις εις βάρος της και οι πιέσεις της Γαλλίας για συλλογική περιθωριοποίηση της από πλευράς των κρατών μελών έχει φέρει την Γερμανία σε δύσκολη θέση. Είναι γνωστό ότι ο πρόεδρος Ερντογάν επικοινωνεί συχνά με τη Γερμανίδα καγκελάριο, υπολογίζοντας τη γνώμη και τις νουθετήσεις της, εξαιτίας των παραδοσιακών οικονομικών και εμπορικών σχέσεων των δύο κρατών. Η καγκελάριος, ωστόσο, έχει πολλάκις κατηγορηθεί από τα υπόλοιπα κράτη μέλη για την ουδέτερη στάση της έναντι των εντάσεων στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο, προκαλώντας την έντονη δυσαρέσκειά τους. Ο νέος καγκελάριος θα κληθεί να διαχειριστεί όχι μόνο τις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας, αλλά και των προέδρων Erdogan και Macron, οι οποίες βρίσκονται σε τεντωμένο σκοινί εξαιτίας των τρομοκρατικών επιθέσεων που δέχεται η Γαλλία το τελευταίο διάστημα, αλλά και της κατάστασης που επικρατεί στη Λιβύη. Θα συνεχίσει ο νέος καγκελάριος την πολιτική ουδετερότητας της Merkel ή θα συνδράμει μέσω αποφασιστικών-οικονομικών ενεργειών στον περιορισμό των κινήσεων της Τουρκίας;

Οι σχέσεις Γερμανίας-Κίνας βρίσκονται επίσης σε τεντωμένη σκοινί αυτήν την περίοδο. Η καγκελάριος Merkel κατά τη διάρκεια της θητείας της απέφευγε να ασκήσει σκληρή κριτική στην ασιατική υπερδύναμη, δεδομένης της βιομηχανικής δραστηριότητας γερμανικών κολοσσών στην επικράτεια της. Μάλιστα, η ίδια προσπάθησε να καλλιεργήσει τις σχέσεις της Κίνας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, αποβλέποντας σε έναν νέο εταίρο για την Ευρώπη. Ωστόσο, οι παραβιάσεις κατά της δημοκρατίας με τις αυταρχικές πρακτικές της κυβέρνησης και οι προσπάθειες για σύναψη επενδυτικών συμφωνιών, για χάραξη μιας κοινής πολιτικής για την κλιματική αλλαγή και για την ανάπτυξη της Αφρικής μεταξύ Ε.Ε. και Κίνας έχουν πέσει μέχρι στιγμής στο κενό, ενώ το μέλλον τους προβλέπεται δυσοίωνο, με πολλούς να υποστηρίζουν ότι η αποχώρηση της Merkel από την καγκελαρία θα σημάνει την αυστηροποίηση της γερμανικής πολιτικής έναντι της Κίνας.

Ο νέος καγκελάριος μαζί με τα νέα του καθήκοντα θα αναλάβει και έναν κομβικό ρόλο στην διεθνή πολιτική σκηνή. Το αν θα είναι ανάλογος των περιστάσεων θα κρίνει το μέλλον των διπλωματικών σχέσεων του συνόλου των κρατών, αλλά και τη θέση της Γερμανίας, σε μία εποχή που η ιδέα της αναδιάταξης δυνάμεων μοιάζει πιο κοντά από ποτέ.


TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Σωτηρία Γιαννακοπούλου
Σωτηρία Γιαννακοπούλου
Γεννήθηκε το 1997 στη Δράμα. Από μικρή ηλικία είχε έντονο ενδιαφέρον για την πολιτική, το οποίο έμελλε να καθορίσει και την επιλογή των σπουδών της. Σήμερα είναι απόφοιτη του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ. Έχει δουλέψει ως ασκούμενη στο Υπουργείο Εξωτερικών και σε εταιρεία δημοσκοπήσεων, ενώ έχει συμμετάσχει σε προσομοιώσεις πολιτικών θεσμών τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα και ενδιαφέροντα της αποτελούν οι διεθνείς σχέσεις και η πολιτική ανάλυση με την οποία φιλοδοξεί να ασχοληθεί και  σε μεταπτυχιακό επίπεδο.