Του Αυγέρη Αυγέρη,
Το ανθρώπινο είδος έχει, στο πέρασμα των αιώνων, αναπτύξει τις πολεμικές του δεξιότητες εντυπωσιακά. Ο πόλεμος, εξάλλου, φαίνεται να είναι, όπως θα έλεγε κάποιος σκληρός ρεαλιστής, συνυφασμένος με την ίδια μας την ύπαρξη. Προσαρμόζεται στις νέες συνθήκες και εκμεταλλεύεται την πρόοδό μας. Στην εποχή μας, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς να προκαλείται ένας τεραστίων διαστάσεων συμβατικός πόλεμος, αυτό, όμως, σε καμιά περίπτωση δεν σημαίνει ότι η «δυτική φούσκα», στην οποία ζούμε, εξασφαλίζει ειρηνικές συνθήκες διαβίωσης για όλους. Παρά το γεγονός ότι δεν ακούμε πολεμοχαρείς ιαχές και τυμπανοκρουσίες, εκεί έξω υπάρχουν σκοτεινές δυνάμεις, που προκαλούν αναταραχή. Πολλές από αυτές, μάλιστα, ιδεολογικά τέκνα της δύσης. Ας μιλήσουμε, λοιπόν, για την περιβόητη C.I.A., την αιματηρή της ιστορία και την τρομακτική επιρροή που ασκεί στη λήψη αποφάσεων της αμερικανικής ηγεσίας.
Η ιστορία μας αρχίζει στα τέλη του πιο θανατηφόρου πολέμου, του Β΄ Παγκοσμίου, και στις αρχές μιας νέας σύγκρουσης. Τότε, και συγκεκριμένα το 1947, όταν οι Αμερικανοί αντιγράφοντας το βρετανικό παράδειγμα σχημάτισαν μια νέα οργάνωση, για να αντιμετωπίσουν τον νέο, τον «κόκκινο» εχθρό. Ιδρύθηκε, έτσι, η Central Intelligence Agency (aka C.I.A.), με σκοπό να συλλέγει, να αναλύει και να αξιολογεί πληροφορίες για ξένες δυνάμεις, όπως και να ενορχηστρώνει μυστικές αποστολές σε ξένα εδάφη.
Στα πρώτα χρόνια δραστηριότητας της υπηρεσίας, είχε ξεκινήσει μια μεγάλη διαμάχη σχετικά με το ποιες αποστολές ανήκουν στη δικαιοδοσία της κοινότητας πληροφοριών και ποιες ανήκουν στο στράτευμα. Το πλαίσιο ήταν ο «ξεχασμένος» πόλεμος της Κορέας στη δεκαετία του 1950. Μια απάντηση στο ζήτημα αναδύθηκε, όταν ο Μοχάμματ Μοσάντεχ εξελέγη δημοκρατικά πρωθυπουργός του Ιράν με μια απλή ατζέντα: την εθνικοποίηση της πιο κερδοφόρας βιομηχανίας στη χώρα, της πετρελαϊκής. Τα ιρανικά πετρέλαια ανήκαν σε εταιρείες Βρετανικών, κυρίως, συμφερόντων. Όταν ο Μοσάντεχ ξεκίνησε να εφαρμόζει τις εξαγγελίες του, άρχισε να καταστρώνεται το σχέδιο απομάκρυνσής του από τη C.I.A. και τη βρετανική MI6. Ένα coup d’état. Ένα πραξικόπημα κατά της θέλησης του ιρανικού λαού. Η επιχείρηση “Ajax” ενέπλεκε τον χρηματισμό πολιτικών, την όξυνση των κοινωνικών εντάσεων και τη συνεργασία με βαρόνους της νύχτας. Ήταν φθηνότερη από συμβατικό πόλεμο και έδινε στους Αγγλοαμερικάνους την κάλυψη της «λαϊκής επανάστασης». Στις 19 Αυγούστου 1953, ο Μοσάντεχ εξέπεσε από την εξουσία δίνοντας στον φιλοδυτικό Σάχη την ευκαιρία να σφίξει τα λουριά και να εγκαθιδρύσει ένα υβρίδιο καθεστώς με τον ίδιο στο επίκεντρο. Το σημαντικό, ωστόσο, ήταν ότι τα πετρέλαια έμειναν κάτω από δυτικό έλεγχο.
Αυτό ήταν το πρώτο πετυχημένο πραξικόπημα που σχεδιάστηκε από αμερικανικά μυαλά. Θα ερχόντουσαν πολλά ακόμα. Από το Ιράν στη Νικαράγουα, στο Τσαντ και στη Βραζιλία, η εμπλοκή της C.I.A. ήταν δεδομένη. Κάτω από το κάλυμμα του «κομμουνιστικού κινδύνου», της εξάπλωσης δηλαδή της σοβιετικής σφαίρας επιρροής, οι Η.Π.Α. οργάνωσαν πάμπολλες βίαιες αλλαγές καθεστώτων κατά βούληση. Πολλά, μάλιστα, από αυτά τα καθεστώτα ήταν εκλεγμένα δημοκρατικά. Η αμερικανική αποστολή της «εξάπλωσης της Δημοκρατίας» ήταν, και εξακολουθεί να είναι, μια τραγική και αιματηρή φάρσα.
Η δεκαετία του 1970 ήταν ταραχώδης για τις Η.Π.Α. Τεράστιες κοινωνικές αναταραχές, οικονομική στασιμότητα και, για τη C.I.A., μια κρίση ταυτότητας. Είναι, φυσικά, σχεδόν οξύμωρο να κάνουμε λόγο για ταυτότητα σε μια οργάνωση που δραστηριοποιείται σε πάρα πολλά πεδία και προσαρμόζει τον τρόπο λειτουργίας της στον εχθρό που αντιμετωπίζει. Τότε, όμως, ανατράπηκε και μια αρχή την οποία η υπηρεσία είναι υποχρεωμένη νομικά να ακολουθεί: δραστηριοποιήθηκε εντός της αμερικανικής επικράτειας και βρέθηκε στο επίκεντρο ενός βρώμικου πολιτικού σκανδάλου.
Το 1968, ο Richard Nixon εξελέγη Πρόεδρος. Ο 37ος Πρόεδρος ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής ανάμεσα στα άτομα που θεωρούσε τη βάση του και σε κάθε περίπτωση δαιμονοποιημένος από τους πολιτικούς του εχθρούς. Για τον Nixon λέγεται ότι ήταν πολύ παρανοϊκός και αυτό τον ώθησε να «μισθώσει» τη C.I.A., για να κατασκοπεύει τους αντιπάλους του, με σκοπό να εξασφαλίσει μια εύκολη νίκη στις εκλογές του 1972. Το συναρπαστικό σκάνδαλο Watergate, που άρχισε να ξετυλίγεται μετά τις εκλογές, δεν οδήγησε μόνο στην παραίτηση του Προέδρου, αλλά και στην αμαύρωση της φήμης της υπηρεσίας πληροφοριών. Το ίδιο συμβάν προκάλεσε, επίσης, ριζική αναδιάρθρωση στο προσωπικό της και αισθητή μείωση του προϋπολογισμού της. Η δεκαετία του 1970 δεν ήταν καλή για τη C.I.A. Θα καταφέρει, όμως, να επιστρέψει δριμύτερη στο έργο της αργότερα. Όταν θα αναλάβει την εισβολή σε μια αυτόνομη χώρα.
Οι πληροφορίες που έχουμε για το Αφγανιστάν είναι, ήταν και θα είναι περιορισμένες και περιτυλιγμένες σε μυστήριο και μύθους. Ένα κράτος νομάδων, φυλών και συγκρούσεων. Μια χώρα με πλούσια ιστορία. Το μέρος όπου οι «αυτοκρατορίες» έρχονται, για να πεθάνουν. Ένα τοπίο αφιλόξενο και όμως το μέρος όπου οι «τρομοκράτες» (αν είναι ή όχι κανείς δεν φαίνεται να μπορεί ή να θέλει να το αποδείξει) έχουν βρει καταφύγιο. Η δραστηριότητα της C.I.A. στη χώρα ξεκίνησε το μακρινό 1979 και δεν διακόπηκε έκτοτε. Δεν θα γενικολογήσουμε όμως. Θα συγκεντρωθούμε στο 2001, όταν η υπηρεσία πληροφοριών πήρε προαγωγή και ανέλαβε να σχεδιάσει την αμερικανική εισβολή στη χώρα.
Πριν από κάτι λιγότερο από είκοσι χρόνια η C.I.A. αναβαθμίστηκε σημαντικά, αφού έφερε εις πέρας μια αποστολή τυπικά στρατιωτική. Δεν περιορίστηκε, για να το θέσουμε ξεκάθαρα, στο κομμάτι των πληροφοριών (πώς συμπεριφέρεται ο εχθρός, ποιοι είναι οι σύμμαχοι στην εμπόλεμη ζώνη κ.ο.κ.), αλλά κατέστρωσε ένα πλήρες σχέδιο εισβολής. Αυτό από μόνο του λέει πολλά για την εξέλιξη της υπηρεσίας, αλλά και για τη νέα μορφή πολέμου, που προέκυψε και στηρίχθηκε με την ανάπτυξη της τεχνολογίας. Η C.I.A. δεν είναι πλέον μια οργάνωση που έχει στραμμένα τα μάτια της στον Κόκκινο Εχθρό, μια οργάνωση που κατασκοπεύει και συμβουλεύει το στράτευμα. Φαίνεται να αντικαθιστά το στράτευμα. Δεν είναι το δεξί χέρι του Nixon, αλλά εισβάλλει στο Αφγανιστάν. Δεν είναι μια ρομαντική κατασκοπευτική νουβέλα, αλλά είναι κομμάτι του Military-Industrial complex, ενός εκτρώματος, την ανάδυση του οποίου πολύ φοβόταν ο πρόεδρος Eisenhower.
Όσα είδαμε παραπάνω (πολύ συνοπτικά, οφείλω να παραδεχτώ) φανερώνουν ότι παρά το γεγονός ότι η ίδια η C.I.A. αλλάζει μορφή, προτεραιότητες και τακτικές, η επιρροή που ασκεί όχι μόνο στη λήψη αποφάσεων της ηγεσίας των Ηνωμένων Πολιτειών αλλά και στη διαμόρφωση του σημερινού κόσμου, δε μοιάζει να εξαντλείται. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι οι πληροφορίες που συλλέγει η C.I.A. και η Intelligence Community (IC) στο σύνολό τους παίζουν κεντρικό ρόλο στις καθημερινές ενημερώσεις του Προέδρου. Η δύναμη των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών είναι, ομολογουμένως, τεράστια.
Μάλιστα, παρά το γεγονός ότι δεν έχουν όλοι οι Πρόεδροι τις ίδιες σχέσεις με τη συγκεκριμένη κοινότητα, και δη με την ίδια τη C.I.A. (για παράδειγμα, ο Donald Trump έδειχνε να μην μπορεί να εμπιστευτεί τις υπηρεσίες πληροφοριών, μιας και πίστευε ότι προσπαθούν να τον υπονομεύσουν), οι πληροφορίες τους πάντα θα φτάνουν στα αυτιά του προέδρου. Αυτό από μόνο του παρέχει μεγάλη «νομιμοποίηση» στο έργο της και της δίνει μεγάλα περιθώρια αυτόνομης δράσης. Γεγονός που από μόνο του φέρνει πολλές αντιδράσεις.
Η C.I.A. μοιάζει να δραστηριοποιείται μονίμως σε μια γκρίζα ζώνη. Στα όρια της νομιμότητας και της ανομίας. Στα όρια της «ηθικότητας» που επικαλείται η αμερικανική ηγεσία και της προσωποποίησης του «Αμερικανικού Διαβόλου», που εδώ και δεκαετίες ταλανίζει τις μεσανατολίτικες χώρες. Είναι δριμεία και εκτενής η κριτική που μπορεί να ασκήσει κανείς στη C.I.A. Το μόνο σίγουρο, πάντως, είναι ότι η ισχύς της είναι ασύλληπτη και πως η επιρροή της δεν φαίνεται να πρόκειται να υποχωρήσει για πολύ καιρό ακόμη.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- The Spy Game, Dartmouth Alumni Magazine, διαθέσιμο εδώ
- How the C.I.A. Waged War in Afghanistan, VICE News (on youtube), διαθέσιμο εδώ
- Iran – Wartime and Nationalisation of Oil, Britannica, διαθέσιμο εδώ
- The Watergate Story Timeline, Washington Post, διαθέσιμο εδώ