14.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΟι αρχικές βλέψεις του Χίτλερ για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης

Οι αρχικές βλέψεις του Χίτλερ για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης


Της Παναγιώτας Χριστοδουλοπούλου,

Η 30η Ιανουαρίου του έτους 1933 ήταν η ημέρα ανάδειξης του Καγκελάριου Αδόλφου Χίτλερ στην εξουσία της Γερμανίας. Μία ημέρα που σήμανε την αρχή του τέλους του μεγαλείου της δημοκρατίας και των προνομίων της. Οι εκπρόσωποι του ναζιστικού κόμματος, διαπνεόμενοι από εθνικιστικά αισθήματα, προέβησαν σε καταπάτηση κάθε είδους ανθρώπινου δικαιώματος. Προκειμένου να πετύχουν τους σκοπούς τους, επεδίωξαν τη δημιουργία μίας «λαϊκής κοινότητας», η οποία θα ένωνε όλες τις κοινωνικές τάξεις και τις γερμανικές περιοχές. Ωστόσο, η κοινότητα αυτή σύντομα εξελίχθηκε σε ένα αστυνομικό κράτος, στο οποίο πραγματοποιούνταν αυθαίρετες συλλήψεις και φυλακίσεις σε όποιον δεν «ευθυγραμμιζόταν» με τις ναζιστικές πολιτικές. Ο φιλόδοξος Χίτλερ, με την άνοδό του στην εξουσία, θέλησε να απομακρύνει «τους εχθρούς του κράτους» από την κοινωνία, καθώς αποτελούσαν ένα μεγάλο «αγκάθι» για εκείνη και την πρόοδό της. Για να επιτύχει τον στόχο του, προέβη στη δημιουργία ενός συστήματος στρατοπέδων συγκέντρωσης, αρχικά για τον εγκλεισμό, κι ύστερα για την εξόντωση των ανθρώπων αυτών.

Το σύστημα των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης, ή αλλιώς των «φυλακών», ξεκίνησε, αρχικά, ως ένα σύστημα καταπίεσης των αντιπάλων του κράτους και των ανεπιθύμητων προς το γερμανικό κράτος ατόμων. Από το 1933 μέχρι το 1945, δημιουργήθηκαν περίπου 20.000 στρατόπεδα, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για διαφορετικούς σκοπούς. Στο σύνολό τους, επρόκειτο για χώρους καταναγκαστικής εργασίας. Ωστόσο, κάποια χαρακτηρίζονταν ως «προσωρινά κέντρα κράτησης», ενώ άλλα ήταν αποκλειστικά προορισμένα για τη διενέργεια μαζικών εξοντώσεων. Η ονομασία τους αποδίδεται στο γεγονός ότι τα άτομα που φυλακίζονταν στις εγκαταστάσεις αυτές ήταν «συγκεντρωμένα» σε μία τοποθεσία.

Κρατούμενοι σε στρατόπεδο συγκέντρωσης

Η πλειοψηφία των κρατουμένων, στα πρώτα στρατόπεδα συγκέντρωσης, ήταν Γερμανοί κομμουνιστές, σοσιαλιστές και σοσιαλδημοκράτες, οι οποίοι αμφισβητούσαν την εξουσία του Αδόλφου Χίτλερ, τις ιδέες του κόμματός του και τις τακτικές που ακολουθούσε. Εκεί, μεταφέρονταν και Ρομά (Τσιγγάνοι), οι οποίοι κατοικούσαν στη γερμανική επικράτεια και είχαν βιώσει κάθε είδους διάκριση, δεδομένου ότι ανήκαν στην κατηγορία των «μη Αρείων». Κατά τη διάρκεια της ναζιστικής εξουσίας, πολλές οικογένειες Ρομά συνελήφθησαν και υποχρεώθηκαν να ζουν σε καταυλισμούς υπό αστυνομική παρακολούθηση. Οι μάρτυρες του Ιεχωβά ήταν, επίσης, θύματα των Ναζί. Φυλακίζονταν όχι μόνο λόγω της καταγωγής τους αλλά και εξαιτίας των πιστεύω τους (δεν συμμετείχαν στον στρατό και δεν υποτάσσονταν σε καμία κυβέρνηση με τον χαιρετισμό της σημαίας ή με τον χιτλερικό χαιρετισμό). Ούτε οι ομοφυλόφιλοι ξέφυγαν από τις απάνθρωπες πράξεις των Ναζί. Κατηγορούνταν για λόγους συμπεριφοράς, καθώς, σύμφωνα με τους υπερασπιστές των ναζιστικών πεποιθήσεων, οι ομοφυλοφιλικές σχέσεις ήταν «άνανδρες» και «αφύσικες», αφού δεν διαιώνιζαν το γερμανικό έθνος. Επρόκειτο, λοιπόν, για χώρους συγκέντρωσης ατόμων με αποκλίνουσα και αντικοινωνική συμπεριφορά, σύμφωνα με τους εμπνευστές τους. Γύρω στο 1935, το ναζιστικό κόμμα ξεκίνησε να φυλακίζει και άτομα που θεωρούσε κατώτερα από φυλετικής ή βιολογικής απόψεως, κυρίως τους Εβραίους.

Τα αρχικά αυτά στρατόπεδα συγκέντρωσης απέκτησαν ενιαίο έλεγχο σε σύντομο χρονικό διάστημα και μέχρι το 1939 είχαν τεθεί σε λειτουργία έξι από αυτά: το Νταχάου (1933), το οποίο ιδρύθηκε πάνω στα απομεινάρια ενός εργοστασίου πυρομαχικών του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και αποτέλεσε το πρώτο στρατόπεδο που τέθηκε σε λειτουργία από τους Ναζί και συγκέντρωνε πολιτικούς κρατούμενους. Το Σάξενχαουζεν (1936), στο οποίο κατέληγαν Εβραίοι, αντιφρονούντες και αιχμάλωτοι πολέμου από άλλες χώρες. Το Μπούχενβαλντ (1937), το οποίο περιλάμβανε κρατούμενους που αποτελούσαν το εργατικό δυναμικό των εργοστασίων παραγωγής στρατιωτικών εξοπλισμών. Το Φλόσενμπεργκ (1938), που ενσωμάτωνε κρατούμενους που εργάζονταν σε λατομεία. Το Μαουτχάουζεν (1938), στο οποίο κρατούνταν και εργάζονταν οι αντιτιθέμενες προς το γερμανικό καθεστώς κοινωνικές ομάδες και τέλος το Ράβενσμπρικ (1939), το οποίο προοριζόταν σχεδόν αποκλειστικά για κρατούμενες γυναίκες.

Μαουτχάουζεν

Κατά τη διάρκεια της λειτουργίας των στρατοπέδων συγκέντρωσης, καταπατήθηκαν όλα τα δικαιώματα των ανθρώπων, υποβιβάστηκε η σημασία της ανθρώπινης ζωής και αφαιρέθηκε κάθε είδους ελευθερία. Αμφισβητήθηκαν οι αρχές και οι αξίες της δημοκρατίας, για την κατοχύρωση των οποίων είχαν δοθεί στο παρελθόν αιματηροί αγώνες σε κάθε γωνιά της οικουμένης. Παρόλα αυτά, τα φρικτά γεγονότα, που συνέβησαν πριν αλλά και κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κυριαρχίας, δεν αποτέλεσαν σημείο αναφοράς, ώστε να αποφευχθούν οι απάνθρωπες πρακτικές του παρελθόντος, γεγονός που αποδεικνύεται από την επαναλειτουργία των στρατοπέδων συγκέντρωσης μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Πιο συγκεκριμένα, κατά τη χρονική περίοδο 1945-1950, στην περιοχή της Ανατολικής Γερμανίας, οι Σοβιετικές δυνάμεις έθεσαν και πάλι σε λειτουργία τα στρατόπεδα, με σκοπό τη φυλάκιση των πολιτικών τους αντιπάλων.

Συνοψίζοντας, διαφαίνεται ότι τα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης δικαίως έχουν χαρακτηριστεί ως «κολαστήρια». Το «πρόσωπο» του ναζισμού αποκαλύφθηκε με όλο του το μεγαλείο μέσα από τα ασύλληπτα εγκλήματα, που διαπράχθηκαν εκεί ήδη πριν από το ξέσπασμα του πολέμου. Οι ναζιστικές πολιτικές, αφενός, αποτελούν αδιάψευστο πειστήριο για το ότι η έλλειψη δημοκρατικών αρχών οδηγεί τους ανθρώπους σε εγκληματικές ενέργειες εις βάρος των συνανθρώπων τους. Αφετέρου, οφείλουν να αποτελούν παράδειγμα αποδοκιμασίας, ώστε να αποφευχθεί μία μελλοντική αμφισβήτηση των κεκτημένων της δημοκρατίας.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • United States Holocaust Memorial Museum, στο Nazi Camp System, Διαθέσιμο εδώ
  • Remembering Holocaust, Διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Παναγιώτα Χριστοδουλοπούλου
Παναγιώτα Χριστοδουλοπούλου
Γεννήθηκε το 2001 και ζει στην Αθήνα. Είναι προπτυχιακή φοιτήτρια στο τμήμα Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου. Μιλάει αγγλικά, ισπανικά και γερμανικά. Στο ελεύθερό της χρόνο της αρέσει να ταξιδεύει στο εξωτερικό γνωρίζοντας έτσι νέους λαούς ενώ παράλληλα την ευαισθητοποιούν οι εθελοντικές δράσεις. Την ενδιαφέρει η σύγχρονη ιστορία και οι εξελίξεις στο χώρο της διεθνούς πολιτικής γι’ αυτό το λόγο παρακολουθεί και σχετικά επιμορφωτικά σεμινάρια.