Της Ελπίδας Καλαμαράκη,
Στις 30 Ιουνίου 2020, ψηφίστηκε ομόφωνα στο Χονγκ Κονγκ ο νόμος «περί εθνικής ασφάλειας» από τη μόνιμη επιτροπή του Εθνικού Λαϊκού Κογκρέσου της Κίνας, παρά τις έντονες διαμαρτυρίες των πολιτών. Μετά την ψήφιση του νέου νόμου, καθορίζονται τα τέσσερα νέα αδικήματα: της αποσχιστικής δραστηριότητας, της υπονόμευσης του κράτους, της τρομοκρατικής δραστηριότητας και της αθέμιτης σύμπραξης με ξένες δυνάμεις, η παραβίαση των οποίων μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε ισόβια κάθειρξη.
Το νέο αυτό νομοσχέδιο θεσπίστηκε με στόχο να επηρεάσει πολλούς τομείς της κοινωνίας του Χονγκ Κονγκ, με την εκπαίδευση να αποτελεί έναν από τους βασικότερους. Το Σεπτέμβριο του 2020, ανακοινώθηκαν από το Υπουργείο Παιδείας της Κίνας, και τέθηκαν σε ισχύ, οι νέοι κανονισμοί και οι απαγορεύσεις του εκπαιδευτικού συστήματος της ημιαυτόνομης περιοχής.
Αναλυτικότερα, το νέο εκπαιδευτικό πρόγραμμα έχει ως βασικούς στόχους την ενίσχυση της εθνικής ταυτότητας, την κατανόηση της κινέζικης κουλτούρας και την εκμάθηση του Συντάγματος, καθώς και όλων των πτυχών του νέου νόμου περί εθνικής ασφάλειας. Για την επίτευξη των παραπάνω στόχων πάρθηκαν ορισμένα μέτρα. Αρχικά, στα σχολεία είναι πλέον απαραίτητο να ψάλλεται ο εθνικός ύμνος και να υψώνεται η Κινέζικη σημαία σε σημαντικές ημερομηνίες, όπως η Πρωτοχρονιά και η επέτειος της παράδοσης της πόλης, την 1η Ιουλίου. Σε περίπτωση κατάχρησης ή προσβολής του ύμνου το πρόστιμο ανέρχεται στα 50.000 HK $ (6.450$) και προβλέπεται φυλάκιση τριών ετών. Επιπλέον, οι βιβλιοθήκες των σχολείων υποχρεώθηκαν να αφαιρέσουν από τους καταλόγους τους όλα τα βιβλία που υποστηρίζουν πράξεις ή δραστηριότητες που ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια. Τέλος, στα σχολεία τοποθετήθηκαν αφίσες με τίτλο «Η ελευθερία έρχεται με συνέπειες».
Οι άνωθεν περιορισμοί προκάλεσαν πολλούς προβληματισμούς σε δασκάλους και διδάκτορες σχετικά με τον τρόπο διδαχής ορισμένων μαθημάτων. Η κινέζικη ιστορία, για παράδειγμα, ένα μάθημα που είναι πλέον υποχρεωτικό στα γυμνάσια, έχει προβληματίσει πλήθος καθηγητών διότι ανησυχούν για το πώς και αν θα πρέπει να αναφέρουν και να συζητήσουν ορισμένα επίμαχα θέματά της. Ακόμη, στα Πανεπιστήμια, το μάθημα των Φιλελεύθερων Σπουδών του Τμήματος των Πολιτικών Επιστημών, είναι απαραίτητο να υποστεί πολλούς ελέγχους και περιορισμούς, προκειμένου να συνεχίσει να διδάσκεται και η πλειονότητα των διδακτόρων φοβάται να το αναλάβει.
Από την άλλη πλευρά, το Πεκίνο ισχυρίζεται ότι οι αλλαγές αυτές στην εκπαίδευση πρόκειται να διδάξουν στους μαθητές μια πιο ισορροπημένη και αμερόληπτη πλευρά της ιστορίας της Κίνας, αντί να την καταπνίγουν μέσα στη συζήτηση. Υποστηρίζει δε, ότι η ακαδημαϊκή ελευθερία της πόλης θα παραμείνει ανέγγιχτη, τονίζοντας βέβαια ότι η ελευθερία του λόγου έρχεται με περιορισμούς. «Δε μπορείτε απλώς να επιτρέπετε στους καθηγητές να μιλούν και να επιβάλλουν τις απόψεις τους, δωρεάν για όλους», δήλωσε η Regina Ip, μέλος του Υπουργικού Συμβουλίου και ταυτόχρονα ηγέτης ενός κόμματος υπέρ του Πεκίνου στη νομοθετική εξουσία. «Η κριτική σκέψη δεν σημαίνει να εκπαιδεύουμε τους ανθρώπους να ασκούν κριτική ή να επιτίθενται» προσέθεσε.
Η αντίδραση και η αντίσταση των καθηγητών, των γονέων και των μαθητών του Χονγκ Κονγκ είναι τεράστια. Περισσότεροι από 20.000 πολίτες συμμετείχαν σε μια εκστρατεία διαμαρτυρίας μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, αποκαλώντας τα νέα μέτρα «πολιτική καταστολή». Πάνω από 3.000 έφηβοι έχουν συλληφθεί κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων, ενώ το ποσοστό αποχής από τα σχολεία και μετανάστευσης για εκπαιδευτικούς σκοπούς είναι μεγαλύτερο από ποτέ.
Εν κατακλείδι, οι πολίτες και δη οι εκπαιδευτικοί και οι μαθητές του Χονγκ Κονγκ φαίνονται ιδιαίτερα αγανακτισμένοι με τη στάση της Κίνας σχετικά με το εκπαιδευτικό σύστημα. Ορισμένοι καθηγητές αναζητώντας νέους τύπους εκπαίδευσης, αποφάσισαν να δημοσιεύσουν δωρεάν εναλλακτικό εκπαιδευτικό υλικό στο διαδίκτυο, να εκδώσουν βιβλία, και να οργανώσουν ομάδες/συνδικάτα στα οποία θα συζητούν χωρίς φόβο, όσα θέματα και γεγονότα που αδυνατούν να αναφέρουν και να σχολιάσουν στις αίθουσες. «Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε τώρα, είναι να αναζητήσουμε τρόπους ώστε οι μαθητές μας να μη χάσουν την κριτική τους σκέψη και την πραγματική τους ταυτότητα» δηλώνουν.