13.4 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΤο ιστορικό του εμπορίου σκλάβων από την Αφρική

Το ιστορικό του εμπορίου σκλάβων από την Αφρική


Της Μαρίλιας Πλατσά,

Από τα μέσα του 15ου αιώνα, αναπτύχθηκαν ιδιαίτεροι δεσμοί μεταξύ της Ευρώπης και της Αφρικής, οι οποίοι οδήγησαν, αντίστοιχα, στην ευημερία και την εξαθλίωση. Καρπός της σχέσης αυτής ήταν η εξάπλωση του κυκλώματος σκλαβεμπορίου Αφρικανών πολιτών από την πατρίδα τους με προορισμό την Αμερική και την Ευρώπη, το οποίο διήρκησε ως και τα τέλη του 19ου αιώνα. Χαρακτηρίζεται ως το μεγαλύτερο κύμα μετανάστευσης στην ιστορία.

Κάτοικοι της Αφρικής έφθαναν ως σκλάβοι μέσω της Σαχάρας στην Ευρώπη, ενώ, παράλληλα, μέσω του Ινδικού Ωκεανού και της Βόρειας Αφρικής, σε άλλες τοποθεσίες. Με την ανακάλυψη της Αμερικής από τους Ευρωπαίους αναδύθηκε η ανάγκη για επιπλέον δυναμικό, δεδομένου ότι το ήδη υπάρχον -αποτελούμενο από Ευρωπαίους και Αμερικανούς- κρίθηκε ανεπαρκές. Την επέκταση της δουλείας στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού εγκαινίασε η Πορτογαλία τον 15ο αι. και αλλά Ευρωπαϊκά βασίλεια, που πλέον διέθεταν τον κατάλληλο εξοπλισμό και τις γνώσεις, για να ανοιχτούν στη θάλασσα και να φτάσουν στην Αφρική. Οι Πορτογάλοι ήταν οι πρώτοι που έκλεβαν Αφρικανούς από τη δυτική ακτή της ηπείρου και τους μετέφεραν ως δούλους στην Ευρώπη, με αποτέλεσμα, στις αρχές του 16ου αι., περίπου το 10% του πληθυσμού της Λισαβόνας να έχει αφρικανικές ρίζες. Από την άλλη, οι πρώτοι Αφρικανοί αιχμάλωτοι κατέφθασαν στην Αμερική, το 1503, με παρέμβαση των Ισπανών, ενώ, από το 1518, αναπτύχθηκε απευθείας θαλάσσια σύνδεση των δύο ηπείρων (Αφρικής–Αμερικής). Το ταξίδι αυτό είναι γνωστό ως «Πέρασμα του Ατλαντικού» (Middle Passage).

Οι απόψεις που έχουν υποστηριχτεί από τους ιστορικούς αναφορικά με τα αίτια της έξαρσης του φαινομένου της δουλείας με επίκεντρο την Αφρική διίστανται. Ανάμεσα στα πολλαπλά Αφρικανικά βασίλεια ανέκυπταν αντιπαλότητες και διαρκείς συρράξεις εξαιτίας διαφοροποιήσεων στο πεδίο της γλώσσας, της θρησκείας και της εθνικότητας. Το δουλεμπόριο, επομένως, στην Αφρική, την εν λόγω εποχή, ήταν ήδη διαδεδομένο, η αυξημένη ζήτηση από την Ευρώπη οδήγησε μόνο στην περαιτέρω οργάνωσή του. Αντικείμενο εκμετάλλευσης ήταν οι νέοι και υγιείς Αφρικανοί, ενώ οι ανήμποροι και ασθενέστεροι παρέμεναν πίσω. Προτιμούνταν, επίσης, τα παιδιά, που αποτελούσαν το 26% των δούλων, λόγω της περιορισμένης χωρητικότητας των πλοίων. Για τους πιο απελπισμένους επρόκειτο για μια επωφελής λύση, δεδομένου ότι, σε κάποιες περιπτώσεις, οι σκλάβοι είχαν δικαιώματα, που τους παραχωρούσαν οι ευρωπαίοι κύριοι, όπως δική τους ιδιοκτησία.

Η δουλεία, επιπροσθέτως, συνιστούσε είδος τιμωρίας για εγκλήματα που είχαν διαπράξει, καθώς χρησιμοποιούταν και ως μέσο απόσβεσης ενός οικογενειακού χρέους. Συνηθέστερα οι δούλοι ήταν προηγουμένως αιχμάλωτοι πολέμου. Για τους εγχώριους διακινητές -εμπόρους και ευκατάστατους ηγεμόνες- η διακίνηση δούλων αποτελούσε ιδιαίτερα επικερδής επιχείρηση καθώς οι Ευρωπαίοι προσέφεραν σε αντάλλαγμα εμπορεύσιμα αγαθά, όπλα και πυρίτιδα. Ως απόρροια αυτού, συχνό φαινόμενο ήταν Αφρικανοί να σκλαβώνουν συμπατριώτες τους απαγάγωντας τους μάλιστα, ίσως χωρίς αναστολές, δεδομένης της έλλειψης διαμόρφωσης ακόμα κοινής αφρικανικής ταυτότητας.

Συνολικά περισσότεροι από 25 εκατομμύρια Αφρικανοί διακινήθηκαν βιαίως και ακουσίως ως σκλάβοι έως την οριστική απαγόρευση του δουλεμπορίου. Στην Αμερική έφτασαν με αυτή την ιδιότητα πάνω από 11 εκατομμύρια. Από αυτούς λιγότερο των 9,6 εκατομμύρια ατόμων επιβίωναν του υπερατλαντικού ταξιδιού εξαιτίας των απάνθρωπων συνθηκών. Επρόκειτο για ένα ταξίδι 8.000 χλμ. με υπερπληρότα στο πλοίο, παντελής απουσία στοιχειωδών συνθηκών υγιεινής, με ανυπόφορη ζέστη και χαμηλά επίπεδα οξυγόνου. Οι δούλοι τοποθετούνταν στρυμωγμένοι στα χαμηλοτάβανα αμπάρια των πλοίων, που το ύψος δεν τους επέτρεπε να σταθούν όρθιοι ή να μετακινηθούν. Στο κατάστρωμα είχαν δικαίωμα να βγουν για ελάχιστες ώρες καθημερινά, διότι οι διακινητές φοβόντουσαν πιθανή εξέγερση τους. Η πρόσβαση σε τροφή και νερό ήταν ισχνή ενώ ακόμα υπάρχουν μαρτυρίες για σεξουαλική κακοποίησή τους.

Ούτε, όμως, το προγενέστερο ταξίδι τους -από τα διάφορα μέρη της Αφρικής μέχρι τις ακτές, για να επιβιβαστούν στο πλοίο- ήταν ευκολότερο. Για 485 χλμ., κατά μέσο όρο, οι δούλοι ήταν δεμένοι ανά ζευγάρια με αλυσίδες στον αστράγαλο και έπειτα όλοι μαζί σφιχτά δεμένοι με σχοινιά τυλιγμένα γύρω από τον λαιμό τους. Όσοι επιβίωναν του ταξιδιού προορίζονταν για εργάτες σε φυτείες κυρίως, για παράδειγμα ζάχαρης, καπνού ή βαμβακιού. Κατά την επιστροφή τους, τα πλοία μετέφεραν τα προϊόντα αυτά, καθώς, επίσης, ρούμι και άλλα πολυτελή αγαθά, που θα διοχετεύονταν, στη συνέχεια, στις ευρωπαϊκές αγορές για κατανάλωση. Αξίζει να σημειωθεί πως τα επίπεδα θνησιμότητας ανάμεσα στους εργάτες στις φυτείες αυτές ήταν υψηλά, με ανώτατο όριο ζωής τα 7 χρόνια.

Η μαζική διακίνηση και μετανάστευση Αφρικανών σε άλλες ηπείρους είχε σημαντικές επιπτώσεις. Ο πληθυσμός της Αφρικής, αρχικά, από το 1500–1900, παρέμεινε είτε στάσιμος ή μειώθηκε. Ως φυσικό επακόλουθο ήρθε, επίσης, η υπανάπτυξη της ηπείρου και η οικονομική της εξαθλίωση, αφού οι νεότεροι, που θα οικοδομούσαν τη δική τους οικογένεια, και οι γυναίκες, που ήταν σε γόνιμη ηλικία, υποδουλώνονταν. Τα παραπάνω διευκόλυναν την αποικιοποίησή της από τις ευρωπαϊκές δυνάμεις και την άνιση σχέση, που αναπτύχθηκε μεταξύ τους. Την ίδια στιγμή που η Ευρώπη παγίωνε το καπιταλιστικό μοντέλο και ευημερούσε, η Αφρική υπέφερε. Η πρακτική του δουλεμπορίου από την Αφρική στην Ευρώπη και την Αμερική στηρίχθηκε στον φυλετικό ρατσισμό και πιο συγκεκριμένα στην πεποίθηση ότι οι μαύροι ήταν εγγενώς κατώτεροι από τους λευκούς ευρωπαίους. Παρ’ όλα αυτά, τόσο ορισμένοι Αφρικανοί ισχυροί ηγεμόνες όσο και οι ίδιοι οι σκλάβοι αντιστάθηκαν σφοδρά στο φαινόμενο της δουλείας. Απόδειξη αυτού είναι ότι στο 1 από τα 10 πλοία γίνονταν ανταρσίες, ενώ πολλοί αρνούνταν να φάνε ή πηδούσαν στη θάλασσα ως ένδειξη διαμαρτυρίας. Ακόμα και όταν έφταναν στην Αμερική, οργάνωναν επαναστάσεις στα αστικά κέντρα, διεκδικώντας την ελευθερία, που τους είχαν στερήσει.

Από τα μέσα του 19ου αι., το δουλεμπόριο άρχισε να εξασθενεί, μέχρι που οριστικοποιήθηκε με νόμο η απαγόρευσή του. Πρώτη η Αγγλία, το 1833, ψήφισε νόμο για την κατάργηση της δουλείας, επεκτείνοντας την εφαρμογή του σταδιακά και στις αποικίες της. Στους κατόχους, μάλιστα, φυτειών στις Δ. Ινδίες προέβη σε αποζημιώσεις ύψους 20 εκατομμυρίων. Μαζί με την Ισπανία, επίσης, υπέγραψαν και σχετική συνθήκη. Αργότερα, ακολούθησε η Γαλλία, το 1848, και στη συνέχεια, το 1888, η Βραζιλία. Στο μεταξύ, ο πρόεδρος των Η.Π.Α., Αβραάμ Λίνκολν, το 1862, εισηγήθηκε την απελευθέρωση των σκλάβων, με έναρξη ισχύος από 1η Ιανουαρίου 1863. Η τελεσίδικη απαγόρευση, όμως, επήλθε με την 13η τροπολογία του Αμερικανικού Συντάγματος το 1865. Προς την ίδια κατεύθυνση, τέλος, τα νεοσύστατα Ηνωμένα Έθνη υιοθέτησαν την παγκόσμια Διακήρυξη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που περιλάμβανε σχετική διάταξη.


ΒIΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • BBC, Africa and the Transatlantic Slave Trade, Διαθέσιμο εδώ
  • British Library, The slave trade-a historical background, Διαθέσιμο εδώ
  • Britannica, Transatlantic slave trade, Διαθέσιμο εδώ
  • The New York Times, The 1619 Project, Διαθέσιμο εδώ
  • Δίκτυο Έρευνας Κοινωνικών Επιστημών, The Slave Trade and Conflict in Africa, 1400-2000 σελ. 6, Διαθέσιμο εδώ
  • Reuters, CHRONOLOGY-Who banned slavery when?, Διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Μαρίλια Πλατσά
Μαρίλια Πλατσά
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 2001. Είναι φοιτήτρια στην Νομική σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Είναι κάτοχος ανωτάτου πτυχίου της αγγλικής και γαλλικής γλώσσας. Έχει συμμετάσχει στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα Euroscola. Στον ελεύθερο της χρόνο ασχολείται με την άθληση και την ανάγνωση βιβλίων.