Της Κατερίνας Σφυράκη,
Από τη στιγμή της γέννησής μας και καθ’ όλη τη διάρκεια της ανήλικης και ενήλικης ζωής μας, η ύπαρξη των γονιών μας είναι για εμάς δεδομένη. Τι συμβαίνει, όμως, όταν χάνει κανείς τους γονείς του αναπάντεχα ή κι αναμενόμενα; Τι συμβαίνει, όταν η Μαρίνα χάνει τη μητέρα της και αποφασίζει να κρατήσει τις στάχτες της μέσα σε μια τεφροδόχο; Η ταινία μικρού μήκους “The Ashes” (Οι Στάχτες) έρχεται να απαντήσει στο ερώτημα αυτό. Ή μήπως έρχεται για να εγείρει ακόμη περισσότερα ερωτήματα;
Η ταινία “The Ashes”, σε σκηνοθεσία της Αναστασίας Αναγνωστοπούλου και σενάριο του Βαγγέλη Παπαδάκη και της ίδιας, έχει ως κεντρικό θέμα της μία νεαρή κοπέλα, τη Μαρίνα, η οποία χάνει τη μητέρα της και μαζί την γη κάτω από τα πόδια της. Παρά τη συναισθηματική της κατάρρευση, αποφασίζει να κρατήσει τις στάχτες της μητέρας και έχει την τεφροδόχο μαζί της στο σπίτι. Ο θάνατος της μητέρας φαίνεται τόσο να την συνθλίβει όσο και να την αποδεσμεύει από την παθογένεια της μεταξύ τους σχέσης. Η πρωταγωνίστρια παρουσιάζεται κυρίως σιωπηλή, χωρίς μεγάλες φαινομενικά διακυμάνσεις στην ψυχολογία της. Η συνεχής «παγωμένη» έκφραση που αντικρίζουμε στο πρόσωπο της Μαρίνας καθιστά εύληπτη την ολοένα και πιο έντονη θλίψη της, καθώς και την ηρεμία που την διακατέχει σε αντιδιαστολή με την στεναχώρια. Πενθεί τη νεκρή της μάνα με έναν τρόπο που σκοτώνει σταδιακά και τον ψυχισμό της ίδιας.
Πρόκειται για ένα αντιφατικό συναισθηματικό συνδυασμό. Από τη μία, θλίψη για τον χαμό του ανθρώπου που την έφερε στον κόσμο και από την άλλη λύτρωση. Η μελαγχολική Μαρίνα φαντάζεται καταστάσεις αβάσιμες στον ύπνο της. Ξυπνά τρομαγμένη, σαν να πνίγεται στη θάλασσα των φόβων και των ψυχικών ενδοιασμών της. Αναθεωρεί τα λάθη και τα σωστά, το καλό, το κακό και κυρίως το ηθικό.
Η Μαρίνα, πέρα από τον χαμό της μητέρας της, του ανθρώπου που εξαφανίστηκε από τη ζωή της, έχει να αντιμετωπίσει κι ανθρώπους που εμφανίζονται ξαφνικά. Στην προσπάθειά της να συνεχίσει ατάραχη την καθημερινή ζωή της, συναντά τον Πέτρο, έναν άνδρα που φαίνεται να την τρομάζει και ταυτόχρονα να την γοητεύει με την ασυμβατότητά τους. Ο εγκλωβισμός της δεν συνίσταται μόνο στην επαφή της με τον ωμό Πέτρο, αλλά και στα πιεστικά τηλεφωνήματα του εργοδότη της με τις επιτακτικές επαγγελματικές του οδηγίες και… στη γνωριμία με ένα ζευγάρι. Δυο παράνομοι εραστές που με το ερωτικό τους ειδύλλιο την συναρπάζουν και την αφήνουν να ξεχαστεί και να ξεφύγει από το δικό της δράμα. Ή μήπως την εγκλωβίζουν ακόμη παραπάνω μέσα στο κλουβί των ηθικών της αναστολών, σε έναν λαβύρινθο ανασφάλειας και τρόμου;
Η Μαρίνα είναι μια τραγική φιγούρα, σαν αυτές τις αρχετυπικές μορφές της αρχαιότητας, των αρχαιοελληνικών δραμάτων. Η περίληψη της ταινίας την παρομοιάζει τόσο με την Αντιγόνη του Σοφοκλή όσο και με τον τυραννικό Κρέοντα. Η σκηνοθέτρια, μάλιστα, μας γράφει: «Το θεματικό μοτίβο του έργου είναι η ψυχική παγίδευση. Η κεντρική ηρωίδα ζει σε ένα κλειστό και άχαρο περιβάλλον και κινείται με γνώμονα τον αυτοέλεγχο». Έρχεται αντιμέτωπη με ψυχικά διλήμματα, ενδοιασμούς και απόκρυφους φόβους που ξετυλίγονται σαν κουβάρι με αποκορύφωμα την επιθυμία της για τον θάνατο.
Η Μαρίνα ενσαρκώνεται από τη Μαίρη Μηνά, η οποία τιμήθηκε με το βραβείο της καλύτερης ηθοποιού στο 6ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Μπανγκόκ. Η ίδια είναι και πρωταγωνίστρια της φετινής καθημερινής τηλεοπτικής σειράς «Αγγελική». Τον Πέτρο υποδύεται ο Τάσος Νούσιας, ενώ η Τζωρτζίνα Χρυσκιώτη και ο Γιώργος Παπανδρέου έχουν τους ρόλους των παράνομων εραστών. Τέλος, η Αλίκη Ζαχαροπούλου ενσαρκώνει τη νόμιμη σύζυγο του Γιώργου Παπανδρέου.
Η ταινία προβλήθηκε, εκτός από το 6ο Φεστιβάλ της Μπανγκόκ, στο 14ο Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Θεσσαλονίκης, που φέτος πραγματοποιήθηκε διαδικτυακά. Η ταινία δεν είναι δυστυχώς διαθέσιμη ακόμη στο Διαδίκτυο, καθώς δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη η «φεστιβαλική» της διαδρομή. Αξίζει, όμως, αδιαμφισβήτητα να ακολουθήσετε τη σελίδα τους The Ashes στο Facebook, προκειμένου να γνωρίσετε όλους τους συντελεστές που συμμετείχαν στην παραγωγή της ταινίας, να ενημερώνεστε για μελλοντικές προβολές αλλά και γενικότερα νέα για την πορεία της ταινίας.
Πρόκειται, εμφανώς, για μια ταινία μικρού μήκους αλλά μεγάλου νοήματος. Στα πρώτα λεπτά της πλοκής, η πρωταγωνίστρια απευθυνόμενη στον Πέτρο δηλώνει με πλήρη απολυτότητα ότι έχει βαρεθεί τους κυνικούς ανθρώπους. Η φράση αυτή έμεινε στο μυαλό μου μέχρι το τέλος της ταινίας σαν μία αίσθηση λεπτής ειρωνείας, καθώς το σενάριο αποδίδει στυγνά, ωμά κι αληθινά την ψυχοσύνθεση της ηρωίδας. Παρακολουθώντας την ταινία, προκύπτουν, όπως προανέφερα, διάφορα ερωτήματα που μας κάνουν να αναρωτηθούμε για το τι είναι ζωή και τι θάνατος, για το πώς πενθεί κανείς πραγματικά, για το αν ποτέ ξεχνάμε αυτούς που φεύγουν. Το να κρατάμε τις στάχτες των ανθρώπων μας είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το ότι θέλουμε να τους κρατήσουμε στη ζωή ή μας δίνει την αίσθηση ότι έχουμε πλέον την κυριότητα πάνω τους και μπορούμε να τους μεταχειριζόμαστε, όπως εμείς θέλουμε; Παρακολουθήστε την ταινία και θα βρείτε τις δικές σας απαντήσεις.
Θα ήθελα να ευχαριστήσω την κ. Ειρήνη Καραγκιοζίδου για την όλη επικοινωνία μας και εξυπηρέτησή της.