Της Δέσποινας Κάντα,
Τουρκία, Ρωσία και πλέον Αζερμπαϊτζάν φαίνεται να θεωρούν πως η ένοπλη σύγκρουση αποτελεί μια ασφαλή μέθοδο για την εξασφάλιση των κυριαρχικών τους απαιτήσεων στη Μέση Ανατολή. Ήδη, χάρη στην εμπλοκή των δύο πρώτων, το Αζερμπαϊτζάν μπορεί σήμερα να μιλάει για «νίκη», αφού κατέκτησε επτά επαρχίες γύρω από το Ναγκόρνο Καραμπάχ, εδάφη, τα οποία είχε χάσει στον πρώτο πόλεμο. Με την υπογραφή της ειρηνευτικής συμφωνίας μεταξύ Ερεβάν και Μπακού, ο Τούρκος ΥπΕξ έσπευσε -προφανώς- να συγχαρεί το Αζερμπαϊτζάν για «την ανάκτηση των εδαφών που βρίσκονταν υπό την κατοχή της Αρμενίας εδώ και 30 χρόνια». Γεγονός που καμία εντύπωση δεν θα έπρεπε να προκαλεί, αφού μέχρι και η Γενοκτονία των Αρμενίων, δεν είναι αναγνωρισμένη από την τουρκική πλευρά, η οποία αντιθέτως υποστηρίζει πως η Τουρκία είναι το θύμα της υπόθεσης. Η σκληρή πραγματικότητα για την Αρμενία είναι ότι γεωγραφικά βρίσκεται μεταξύ Σκύλλας και Χάρυβδης και πως αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει εξ αιτίας τόσο της γενικότερης αδιαφορίας της Δύσης, όσο και εξαιτίας της ανάληψης του διαμεσολαβητικού ρόλου που υιοθέτησε η Ρωσία, υπό την αιγίδα της οποίας υπεγράφη και η συμφωνία. Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε αν όντως δεν υπήρξαν ουσιαστικές «προσπάθειες εκεχειρίας» από τη ρωσική πλευρά στην ένοπλη σύρραξη μεταξύ Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάν, όπως υποστηρίχθηκε. Αυτό που είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε είναι πως -από αρχαιοτάτων χρόνων- η περιοχή του Ναγκόρνο Καραμπάχ βρισκόταν ουσιαστικά υπό το καθεστώς «διαφιλονικούμενων συνόρων», και πως ανέκαθεν η Ρωσία φαίνεται να είχε ισχυρό λόγο για τη μοίρα των εδαφών, που τόσο διεκδικήθηκαν από Αρμένιους και Αζέρους. Με τη συνθήκη που υπογράφηκε φυσικά και ενισχύονται οι σχέσεις εξάρτησης της Αρμενίας προς τη Ρωσία και αυτή είναι η μεγάλη νίκη της «Αρκούδας».
Όσο για την Ε.Ε., παραμένει μια ένωση πρωτίστως οικονομική. Θυμόμαστε ότι μερικά μόνο κράτη-μέλη στήριξαν εμπράκτως την Ελλάδα, τόσο στον υποκινούμενο από την τουρκική Κυβέρνηση, υβριδικό πόλεμο, όσο και τώρα που το Αιγαίο παραμένει περιοχή αναβρασμού, λόγω της τουρκικής προκλητικότητας. Ο Τούρκος Πρόεδρος έχει αποφασίσει ότι η χώρα του λόγω γεωγραφικής έκτασης -και όχι οικονομικής ισχύος- θα πρέπει να αποκτήσει ένα κυρίαρχο ρόλο στο σταυροδρόμι μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Δυστυχώς, τόσο η Μέση Ανατολή, όσο και η Ευρώπη φαίνεται να είναι καταδικασμένες για πολλά χρόνια, ακόμα να έρχονται αντιμέτωπες με βίαιες εξάρσεις που πηγάζουν είτε από ακραίες θρησκευτικές πεποιθήσεις είτε από επεκτατικές τάσεις. Για να μπει ουσιαστικό «φρένο» στη στρατιωτική δράση της Τουρκίας, η Ε.Ε. πρέπει να αποφασίσει να αναθεωρήσει τη στάση της σχετικά με την κοινή εξωτερική πολιτική της και να αποκτήσει στρατιωτική σύμπνοια. Οι πιθανότητες για μια γενικευμένη πολεμική σύρραξη μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας είναι μηδαμινές, όχι γιατί ο Ερντογάν είναι διατεθειμένος να καθίσει στο τραπέζι του διαλόγου, αλλά γιατί τη δεδομένη στιγμή ένα τέτοιο σενάριο θα ήταν ολέθριο και για τις δύο χώρες. Εξάλλου, οι επιλογές του ίδιου έχουν αποδείξει ότι η Τουρκία δεν θα μπει σε συζητήσεις, με τους όρους που θέτει η ελληνική πλευρά.
Ωστόσο, για τις χώρες που η γεωγραφία τους εγγυάται την ασφάλειά τους και κατέχουν κυρίαρχο ρόλο στη λήψη αποφάσεων και την επιβολή κυρώσεων, αξίες που κατοχυρώνονται μέσω του διεθνούς δικαίου και μέσω των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, φαίνεται να έρχονται σε δεύτερη μοίρα, συγκριτικά με την οικονομία και τα πολιτικά… PR. Φυσικά, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το διόλου ασήμαντο γεγονός της γεωγραφικής τοποθεσίας. Ζητούμενο και διακαής πόθος της Ρωσίας ήταν ανέκαθεν η επιρροή στην ευρύτερη περιοχή της Εγγύς Ανατολής, πολύ νωρίτερα από την εμπλοκή της στο Συριακό πόλεμο. Ιδιαίτερα στην περίπτωση της Συρίας, η Ρωσία, όχι απλά εξαργύρωσε τη συμμετοχή της σε επίπεδο πολιτικής επιρροής, αλλά οι τότε συνθήκες και η έκβαση της σύγκρουσης αποτέλεσε και πρόσφορο έδαφος για την ικανοποίηση απαιτήσεων της Ρωσίας στην περιοχή, στη λογική του minimum effort – maximum result.
Μπορούν να θεωρηθούν οι Αζέροι οι «μεγάλοι νικητές»; Δύσκολο. Ήδη ως πεδίο συνεργασίας μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας ορίστηκε το Αζερμπαϊτζάν. Η Αρμενία είχε την (κακή) τύχη να επιβλέπουν την τήρηση της κατάπαυσης του πυρός δυο χώρες, εκ των οποίων η μια την τελευταία φορά που το έκανε απέδειξε ότι όχι μόνο δεν είναι στη «φύση» της να διατηρεί ισορροπίες, αλλά αντίθετα βρήκε ευκαιρία να επιτεθεί εκ νέου και να κατακρεουργήσει την εδαφική ακεραιότητα της «προστατευόμενης» χώρας, ως εξασφάλιση της υποτιθέμενης τήρησης των ισορροπιών στην περιοχή. Η Τουρκία είναι το πλέον αναξιόπιστο συμβαλλόμενο μέρος και αυτό είναι κάτι που έχει αποδείξει η ιστορία της. Η παρουσία τουρκικών δυνάμεων στην περιοχή θα μπορούσε μάλλον να ερμηνευθεί περισσότερο ως εγγύηση για τη συνέχιση των ένοπλων συγκρούσεων, όπως και στη περίπτωση του 1991-1994. Το τίμημα, ως συνήθως, θα το πληρώσουν οι μειονότητες.
Ο πόλεμος των 44 ημερών θεωρείται γενικευμένος; Λάθος. Δεν πραγματοποιήθηκε επιστράτευση στην Αρμενία και αυτό δεν έγινε, επίσης, υπό τον φόβο της καθολικής Τουρκικής εμπλοκής. Σε τέτοια περίπτωση, μάλιστα, η Ρωσία θα ήταν υποχρεωμένη να στηρίξει και στρατιωτικά την Αρμενία, σε αντίθεση με τις παρούσες συνθήκες που επέβαλαν την ανάγκη μόνο διπλωματικών ενεργειών, σε όποιο βαθμό και αν υπήρξαν αυτές.
Θα έπρεπε να προβληματίζει σημαντικά τη διεθνή κοινότητα, τόσο το γεγονός της εγκατάστασης Ρωσίας-Τουρκίας στα εδάφη του Αζερμπαϊτζάν, όσο και οι απειλές του Τούρκου ΥπΕξ, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, ο οποίος φροντίζει για τη διασφάλιση της ειρήνης στην περιοχή εξαπολύοντας (ήδη) απειλές προς την Αρμενία σχετικά με μη τήρηση της κατάπαυσης του πυρός. Οι δυνάμεις που εγκαταστάθηκαν στα Αζέρικα -πλέον- εδάφη, έδωσαν και συνεχίζουν να δίνουν ξεκάθαρο μήνυμα υποστήριξης, μεροληπτώντας υπέρ του Αζερμπαϊτζάν. Υπάρχει εγγύηση προς την Αρμενία, σε περίπτωση μη τήρησης της κατάπαυσης του πυρός από την αζέρικη πλευρά; Αν η απάντηση είναι ναι και εννοείται/προσδοκάται η ρωσική παρέμβαση, τότε μάλλον δεν έχουν τελειώσει τα βάσανα για την Αρμενία, καθώς υπενθυμίζεται ότι κατακτήθηκαν επαρχίες του Ναγκόρνο Καραμπάχ, αλλά όχι η πρωτεύουσά του. Η διατήρηση της πρωτεύουσας οφείλεται εν μέρει σε ρωσικές διαπραγματευτικές ενέργειες. Πολλοί θεωρούν ότι χωρίς τη Ρωσία, οι Τούρκοι (και οι Αζέροι) θα έκαναν «παρέλαση» μέσα στο Ερεβάν. Υπό αυτά τα δεδομένα, μάλιστα, ο Πρωθυπουργός της Αρμενίας, Nikol Pashinyan, προχώρησε και στην υπογραφή της συμφωνίας, καθώς η κατάληψη της πρωτεύουσας του Ναγκόρνο Καραμπάχ θα άλλαζε σημαντικά το διαπραγματευτικό χάρτη της χώρας. Έπρεπε να υπάρξει συνθηκολόγηση; Δεδομένων των συνθηκών δεν υπήρχε άλλη επιλογή. Για τις τουρκικές “εγγυήσεις” περί ειρήνης στην περιοχή θεωρείται πως είναι περιττό να μιλάμε. Αν ούτε η επιβεβαίωση του Συμβουλίου των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ δεν πείθει για το γεγονός ότι η Τουρκία στρατολόγησε στρατιώτες από τους συμμάχους που διατηρεί στη Συρία για τη στήριξη του Αζερμπαϊτζάν στο Άνω Καραμπάχ, τότε το επικοινωνιακό παιχνίδι της Τουρκίας πιάνει τόπο για τα δεδομένα της Μ. Ανατολής.
Όσο για την ελληνική πλευρά, ας μη θεωρούμε δεδομένο ότι θα υπάρξει κάποιο θερμό επεισόδιο και είναι λάθος να συγκρίνουμε την ελληνική με την αρμένικη περίπτωση ως προς αυτό. Έλληνες, Πόντιοι, Κύπριοι και Αρμένιοι μοιράζονται ένα κοινό: την τουρκική επιθετικότητα. Ο Ερντογάν φαίνεται περισσότερο να «παίζει» με την υπομονή των ελληνικών δυνάμεων, γνωρίζοντας πως πραγματικά κερδισμένος θα βγει μόνο και μόνο αν η πρώτη κρούση προέλθει από ελληνικά πυρά. Και αυτό, γιατί και εδώ σημαντικό ρόλο έχει η Ε.Ε., η υποστήριξη που έχει λάβει ήδη η Ελλάδα από κάποια κράτη-μέλη της και η γεωγραφική τοποθέτηση της χώρας μας. Δυστυχώς, η Μ. Ανατολή έχει και θα έχει για καιρό ακόμα σημαντικά, ζωτικής σημασίας προβλήματα, από τα οποία θα συνεχίσουν να προκύπτουν θερμά επεισόδια και ένοπλες συγκρούσεις. Αυτή τη στιγμή το ενδιαφέρον της Ευρώπης είναι στραμμένο στη διασφάλιση του υψίστου αγαθού: Την υγεία. Σε σταθερή θέση, συγκριτικά πάντα με την υγεία, βρίσκεται και η οικονομία. Αναφορικά με τη Μ. Ανατολή, το πρόβλημα που έχουν να αντιμετωπίσουν οι Ευρωπαίοι ηγέτες είναι οι τρομοκρατικές επιθέσεις. Η πραγματικότητα είναι πως όλα τα άλλα έπονται.