9.8 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΈχει η ανεργία γυναικείο πρόσωπο;

Έχει η ανεργία γυναικείο πρόσωπο;


Του Δημήτρη Τριανταφύλλου,

Χωρίς αμφιβολία, τις τελευταίες δεκαετίες η συμμετοχή των γυναικών στο εργατικό δυναμικό έχει αυξηθεί σημαντικά σε σχέση με παλαιότερες εποχές, αλλάζοντας το τοπίο στον χώρο των εργασιακών σχέσεων. Οι γυναίκες, σήμερα, αποτελούν περίπου το 40% του συνόλου του εργατικού δυναμικού στη χώρα μας. Ωστόσο, παρά την αναμφισβήτητη πρόοδο που έχει συντελεστεί, η αγορά εργασίας εξακολουθεί να είναι ένα ιδιαίτερα εχθρικό μέρος για τις γυναίκες.

Ακόμη και πριν από την κρίση τα ποσοστά ανεργίας των γυναικών ήταν υψηλότερα από εκείνα των ανδρών, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι η συνολική συμμετοχή των γυναικών στο εργατικό δυναμικό κυμαίνεται σε χαμηλά επίπεδα. Το 2008, για παράδειγμα, όταν το ποσοστό ανεργίας ήταν 7,7%, το ποσοστό ανεργίας των ανδρών ήταν 5,1% ενώ για τις γυναίκες ήταν, πάνω από το διπλάσιο, στο 11,4%. Με την εξέλιξη της κρίσης, τα ποσοστά των πρόσφατα ανέργων γυναικών ενίσχυσαν αυτά τα, ήδη, ανησυχητικά νούμερα. Τον Νοέμβριο του 2009, για παράδειγμα, υπήρχαν 300.000 άνεργες γυναίκες έναντι 229.000 άνεργων ανδρών. Το 2010, με την εμβάθυνση της ύφεσης και παρά τις επιπτώσεις της στις βιομηχανίες που απασχολούσαν κυρίως άνδρες, από τους 711.000 ανέργους, οι 382.000 ήταν γυναίκες και οι 329.000 ήταν άνδρες. Ειδικά η κατηγορία των νέων γυναικών ηλικίας 15-29 ετών εμφανίζει το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας συνολικά για το εργατικό δυναμικό της χώρας, με ποσοστό που αγγίζει το 38,3%.

Πηγή εικόνας: tokinima.gr

Εκτός από την ανεργία, οι γυναίκες σήμερα καλούνται να αντιμετωπίσουν και την ύπαρξη ενός σημαντικού μισθολογικού χάσματος μεταξύ των αμοιβών τους και των αμοιβών των ανδρών συναδέλφων τους.Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία του ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης), το μισθολογικό χάσμα μεταξύ των δύο φύλων στην Ελλάδα ανέρχεται σε 13 ποσοστιαίες μονάδες και είναι το 7ο μικρότερο μεταξύ των 19 πιο ανεπτυγμένων χωρών του οργανισμού και το 6ο μικρότερο μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πιο συγκεκριμένα, το μισθολογικό χάσμα στον ιδιωτικό τομέα ανέρχεται σε 21 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ στο δημόσιο τομέα τα πράγματα είναι κάπως καλύτερα, με το αντίστοιχο ποσοστό να αγγίζει τις 9 ποσοστιαίες μονάδες.

Παρ’ όλα αυτά, η  είσοδος των γυναικών στο εργατικό δυναμικό τις τελευταίες δεκαετίες, παρουσίασε μια αυξημένη δυναμική, καθώς οι γυναίκες κατέλαβαν σημαντικό μέρος των νέων θέσεων εργασίας, ενώ αυξήθηκε, ταυτόχρονα, η εκπροσώπησή τους σε επαγγέλματα και ειδικότητες που θεωρούνται παραδοσιακά ανδροκρατούμενα. Επιπλέον, οι γυναίκες σήμερα περισσότερο από ποτέ εφοδιάζονται με περισσότερες γνώσεις και επαγγελματικές δεξιότητες απ’ ότι στο παρελθόν. Σημαντικό στοιχείο είναι ότι τις τελευταίες δύο δεκαετίες ο αριθμός των γυναικών που σπουδάζουν σε διοικητικά και οικονομικά τμήματα παρουσιάζει σημαντική αύξηση και σήμερα αποτελούν περίπου το 50% του συνόλου των φοιτητών στις σχολές αυτές. Τα στοιχεία από το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών των εισαχθέντων του ακαδημαϊκού έτους 2018-2019 επιβεβαιώνουν την τάση αυτή.

Τα στοιχεία αυτά μπορεί με την πρώτη ματιά να φαίνονται ενθαρρυντικά για την επαγγελματική εξέλιξη των γυναικών. Ωστόσο, συχνά οι γυναίκες απασχολούνται σε θέσεις εργασίας που χαρακτηρίζονται από έλλειψη σταθερότητας και μειωμένες προοπτικές εξέλιξης. Δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο να καθηλώνονται σε εισαγωγικές χαμηλόμισθες θέσεις εργασίας ή θέσεις μερικής απασχόλησης. Άλλες φορές πάλι, η εργασία των γυναικών εκλαμβάνεται απλά σαν ένα «συμπλήρωμα» στην εργασία των ανδρών, κάτι που αντανακλάται άμεσα και στο μισθολογικό χάσμα που παρατηρείται μεταξύ των μέσων αμοιβών των δύο φύλων.

Όσο για τα εφόδια που προσφέρει η εκπαίδευση, τις περισσότερες φορές μένουν αναξιοποίητα. Οι γυναίκες απόφοιτοι των οικονομικών και διοικητικών σχολών που τελικά καταλαμβάνουν διοικητικές θέσεις σε διάστημα 5 ως 10 ετών μετά την ολοκλήρωση των σπουδών τους είναι πολύ λιγότερες σε σχέση με τους άνδρες συναδέλφους τους και επιπλέον οι θέσεις αυτές είναι μικρότερης ισχύος. Το «αόρατο» αυτό φράγμα που εμποδίζει την εξέλιξη των γυναικών πέρα από κάποιο σημείο έχει επικρατήσει διεθνώς να ονομάζεται «Γυάλινη Οροφή». Ο υπολογισμός του εύρους της Γυάλινης Οροφής, ουσιαστικά αποτυπώνει αυτό το βαθμό δυσκολίας των γυναικών στην προσπάθειά τους να προωθήσουν την σταδιοδρομία τους σε επίπεδα αντίστοιχα με αυτά των ανδρών.

Πηγή εικόνας: cretalive.gr

Στο σύνολό τους οι γυναίκες υπολογίζεται ότι αποτελούν το 40% του παγκόσμιου εργατικού δυναμικού. Σε παγκόσμιο επίπεδο παρατηρείται η τάση οι γυναίκες να συγκεντρώνονται σε επαγγέλματα και κλάδους που παραδοσιακά θεωρούνται ότι αρμόζουν περισσότερο σε γυναίκες. Χαρακτηριστικά παραδείγματα ο κλάδος της νοσηλευτικής και οι θέσεις διδασκαλίας. Αυτό αποτελεί μια ακόμη απόδειξη της ύπαρξης οριζόντιου εργασιακού διαχωρισμού. Επίσης, οι γυναίκες τείνουν να συγκεντρώνονται σε χαμηλότερες θέσεις και κατηγορίες εργασιών σε σχέση με τους άνδρες.

Οι θέσεις εργασίας που καταλαμβάνουν οι γυναίκες είναι σε σχέση με τους άνδρες περισσότερο ευάλωτες, λιγότερο δημιουργικές, ενώ το σημαντικότερο είναι ότι έχουν μικρότερο μισθό και μειωμένες προοπτικές εργασιακής εξέλιξης. Ιδιαίτερα ως προς τις διοικητικές θέσεις στο σύνολο, κατά μέσο όρο οι γυναίκες υπολογίζονται ότι κατέχουν το 20% με 40%, ανάλογα με την χώρα και τον κλάδο οικονομικής δραστηριότητας. Σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Εργασίας, οι γυναίκες στις ανώτατες διοικητικές θέσεις παγκοσμίως αποτελούν μόλις το 5%. Στην Βόρειο Αμερική, την Ευρώπη και την Αυστραλία τα ποσοστά είναι υψηλότερα, στη συνέχεια ακολουθούν η Νότιος Αμερική, κατόπιν η Νότιος και Ανατολική Ασία, ενώ στις τελευταίες θέσεις βρίσκονται οι γυναίκες της Μέσης Ανατολής .Τέλος, ως προς το μισθολογικό χάσμα, οι γυναίκες κερδίζουν περίπου τα 2/3 του αντίστοιχου μισθού των ανδρών ομολόγων τους.

Η συνολική εικόνα που προκύπτει από τα παραπάνω, συμπίπτει με την εικόνα που επικρατεί και στην Ελλάδα. Η Γυάλινη Οροφή υπάρχει και κάνει αισθητή την παρουσία της σε όλες τις χώρες με μερικές διακυμάνσεις, ενώ παράλληλα φαίνεται να αντέχει στο πέρασμα του χρόνου.


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Δημήτρης Τριανταφύλλου
Δημήτρης Τριανταφύλλου
Γεννήθηκε το 2000 στην Αθήνα. Είναι φοιτητής στο τμήμα Οικονομικής Επιστήμης του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, με ειδίκευση στα οικονομικά των επιχειρήσεων και τα χρηματοοικονομικά. Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για θέματα επιχειρηματικότητας και καινοτομίας, ενώ στον ελεύθερό του χρόνο ασχολείται ενεργά με τον εθελοντισμό.