8.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαΕίναι κουλτούρα η λαϊκή κουλτούρα;

Είναι κουλτούρα η λαϊκή κουλτούρα;


Της Κατερίνας Σφυράκη,

Ένα από τα ερωτήματα που απασχολούν τους σύγχρονους θεωρητικούς, ιδιαίτερα μετά την εποχή του μεταμοντερνισμού, είναι το αν η λαϊκή κουλτούρα μπορεί να θεωρηθεί κουλτούρα. Η λαϊκή κουλτούρα έχει πολλαπλές σημασίες που αποτυπώνονται στην αλληλεξάρτησή της με την υψηλή κουλτούρα, στην δυαδική αντίληψη του πολιτισμού, και στον ρόλο των υποκουλτούρων. Μπορεί να εξεταστεί, ως εναλλακτική μορφή κουλτούρας, και, από την στιγμή που η πολιτιστική αλλαγή συνδέεται με τον εκσυγχρονισμό, η λαϊκή κουλτούρα μπορεί να θεωρηθεί επίσης μέρος του εκσυγχρονισμού.

Αν θέλουμε να ορίσουμε τη λαϊκή κουλτούρα, θα πρέπει πρώτα να κάνουμε το ίδιο για τον όρο «κουλτούρα». Ο Raymond Williams (μαρξιστής θεωρητικός, ακαδημαϊκός και μυθιστοριογράφος, 1921-1988) αποκαλεί την κουλτούρα «µία από τις δύο-τρεις πιο περίπλοκες λέξεις στην αγγλική γλώσσα» και την οριοθετεί σε ένα ευρύ πλαίσιο μέσα από τρεις διαφορετικούς ορισμούς στο κείμενο «Η ανάλυση της κουλτούρας» (“The analysis of culture”). Η κουλτούρα μπορεί αρχικά να αναφέρεται σε «μια γενική διαδικασία διανοητικής, πνευματικής και αισθητικής ανάπτυξης. Υπάρχει το «ιδανικό», στο οποίο η κουλτούρα είναι µία κατάσταση ή µία διαδικασία ανθρώπινης τελειοποίησης υπό όρους συγκεκριμένων απόλυτων ή καθολικών αξιών». Μια δεύτερη χρήση του όρου πιθανόν να δηλώνει «έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωής, είτε μεμονωμένων ανθρώπων, είτε μιας περιόδου, είτε μιας ομάδας». Η κουλτούρα εδώ είναι «το σύνολο της διανοητικής και πρωτότυπης δουλειάς, στην οποία καταγράφονται µε διάφορους και λεπτομερείς τρόπους η ανθρώπινη σκέψη και εμπειρία». Τρίτον, υπάρχει ο κοινωνικός ορισμός της κουλτούρας, στον οποίο η κουλτούρα είναι μια περιγραφή ενός συγκεκριμένου τρόπου ζωής. Η κουλτούρα εδώ μπορεί να αναφέρεται «στα έργα και τις πρακτικές της διανοητικής, και ειδικότερα της καλλιτεχνικής δραστηριότητας» και είναι συνώνυμη µε αυτό που οι δομιστές και οι μεταδομιστές αποκαλούν «σημαίνουσες πρακτικές».

Σχετικά με την λαϊκή κουλτούρα, ο Williams την ορίζει ως την κουλτούρα «που αρέσει σε πολλούς ανθρώπους», που περιλαμβάνει τα «κατώτερα είδη έργων» και τα «έργα που σκόπιμα προσπαθούν να κερδίσουν την εύνοια του κόσμου». Είναι άρα η «κουλτούρα που δημιουργείται από τον κόσμο για τον εαυτό του», η κουλτούρα που αντιπαρατίθεται στην «υψηλή κουλτούρα». Η ιστορία της ενασχόλησης της πολιτισμικής θεωρίας με τη λαϊκή κουλτούρα είναι µια ιστορία των διαφόρων τρόπων που οι δύο αυτοί όροι («λαϊκός» και «κουλτούρα») έχουν συνδεθεί σε συγκεκριμένα ιστορικά και κοινωνικά πλαίσια.

Η λαϊκή κουλτούρα υπάρχει δηλαδή µόνο ως κατάλοιπο κειμένων και πρακτικών που απέτυχαν να ικανοποιήσουν τα κριτήρια για να προκριθούν ως υψηλή κουλτούρα; Πρόκειται για τον ορισμό της λαϊκής κουλτούρας ως κατώτερης κουλτούρας. Ο Γάλλος κοινωνιολόγος Pierre Bourdieu (1930-2002), θεωρεί ότι αυτού του είδους η πολιτισμική διάκριση χρησιμοποιείται συχνά για να υποστηρίξει ταξικές διακρίσεις. Το γούστο, που καθορίζει την κουλτούρα που ασυνείδητα ή συνειδητά ασπάζεται καθένας και καθεμία από εμάς, είναι μια δηλωμένη προτίμηση και ταυτόχρονα µια βαθιά ιδεολογική κατηγορία: Λειτουργεί ως σημάδι «τάξης». Για τον Bourdieu, η κατανάλωση κουλτούρας «έχει καθοριστεί εκ των προτέρων, συνειδητά και σκόπιμα ή µη, για να πραγματοποιήσει την κοινωνική λειτουργία της νομιμοποίησης των κοινωνικών διαφορών».

Άλλοι μελετητές ορίζουν την δημοφιλή ή λαϊκή κουλτούρα ως το σύνολο των πρακτικών, πεποιθήσεων και αντικειμένων που ενσωματώνουν τις ευρύτερα κοινές έννοιες ενός κοινωνικού συστήματος. Μια γνήσια λαϊκή κουλτούρα ενσταλάζει την αίσθηση της ιδιοκτησίας και της ενδυνάμωσης στην κοινωνία μας. Είναι εξάλλου πιθανότερο να ενεργούμε προς το συμφέρον της κοινωνίας μας, επειδή γνωρίζουμε ότι αυτά τα συμφέροντα είναι επίσης δικά μας. Προφανές σημείο εκκίνησης σε οποιαδήποτε προσπάθεια ορισμού της λαϊκής κουλτούρας είναι η έννοια της μεγάλης απήχησης. Μια τέτοια ποσοτική ένδειξη θα επικροτούνταν αδιαμφισβήτητα, καθώς οποιοσδήποτε ορισμός της λαϊκής κουλτούρας θα πρέπει να περιέχει μια ποσοτική διάσταση. Την απαιτεί το λαϊκό της λαϊκής κουλτούρας.

Στη σύγχρονη Δύση, η pop κουλτούρα αναφέρεται στα πολιτιστικά προϊόντα (μουσική, τέχνη, λογοτεχνία, μόδα, χορός, κινηματογράφος) που καταναλώνονται από την πλειοψηφία του πληθυσμού και χαρακτηρίζονται από την εύκολη προσβασιμότητα και ελκυστικότητα. Απεικονίζεται και ως «κουλτούρα των ανθρώπων», διότι καθορίζεται από τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ των ανθρώπων στις καθημερινές τους δραστηριότητες, γι’ αυτό κι ενέχει την έννοια του «λαϊκού» και άρα του λαού. Οι θιασώτες αυτής της άποψης, δεν ενστερνίζονται ότι η κουλτούρα έχει επιβληθεί εκ των άνω, αλλά δημιουργείται για να καλύψει τις ανάγκες του λαού. Προσδίδεται δηλαδή μία έννοια που συσχετίζεται με την παράδοση: Μια κουλτούρα του λαού για τον λαό.

Από τη στιγμή που γεννιόμαστε, ο λαϊκός πολιτισμός μας περιβάλλει και μας επηρεάζει. Η pop κουλτούρα διαχέεται παγκοσμίως και αναδιαμορφώνεται διηνεκώς. Είναι η αρένα της συναίνεσης  και της αντίστασης. Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι πολλές φορές η διαιώνισή της αναπαράγει μια χαμηλής αισθητικής τέχνη, ενώ ταυτόχρονα πολλαπλασιάζονται οι ελιτίστικες απόψεις που απαρνιούνται μορφές τέχνης, μόνο και μόνο επειδή εμφανίζουν μεγάλη απήχηση. Ωστόσο,  όπως υποστηρίζουν ο Stuart Hall (μαρξιστής κοινωνιολόγος και πολιτικός ακτιβιστής, 1932-2014) και ο Paddy Whannel (ακαδημαϊκός, 1922-1980), στο έργο τους «Οι Λαϊκές Τέχνες» (The Popular Arts), αντί να ανησυχούμε για τις «συνέπειες» της λαϊκής κουλτούρας, «θα έπρεπε να προσπαθούμε να εκπαιδεύσουμε ένα περισσότερο απαιτητικό κοινό».


TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κατερίνα Σφυράκη
Κατερίνα Σφυράκη
Ζει στον Βόλο και σπουδάζει στο τμήμα Γλωσσικών και Διαπολιτισμικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Μεγάλωσε στο Κιλκίς, έχοντας καταγωγή από τον Πόντο και την Κρήτη. Αγαπά τον χορό, την γραφή και τα ταξίδια. Γνωρίζει Αγγλικά και Γερμανικά.