7 C
Athens
Δευτέρα, 25 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΛογισμικό: Ο διφυής χαρακτήρας και η νομική του προστασία

Λογισμικό: Ο διφυής χαρακτήρας και η νομική του προστασία


Της Μαρίας Μπουλιέρη,

Ένα ιδιαίτερο ζήτημα που έχει εγείρει ζωηρό διάλογο σε παγκόσμιο επίπεδο είναι η νομική προστασία του λογισμικού του ηλεκτρονικού υπολογιστή. Ως λογισμικό (software) ορίζεται μια συλλογή προγραμμάτων, διαδικασιών και οδηγιών χρήσης που εκτελούν ορισμένες εργασίες σε ένα σύστημα υπολογιστή, όπως τα προγράμματα, οι ιστότοποι, τα βιντεοπαιχνίδια και άλλα προγράμματα που έχουν αναπτυχθεί σε μια γλώσσα προγραμματισμού. Πώς θα προστατευθεί ο δημιουργός αυτού του αγαθού και τι αξιώσεις μπορεί να έχει, για παράδειγμα, έναντι κάποιου που αντέγραψε τη δουλειά του;

Πριν, όμως, δούμε πώς προστατεύεται ένα λογισμικό σήμερα, θα παρουσιάσουμε τη ρίζα του προβληματισμού και της δημιουργίας διαφορετικών απόψεων γύρω από το συγκεκριμένο θέμα. Το πρόβλημα, λοιπόν, ξεκίνησε από την ιδιαίτερη φύση του λογισμικού, η οποία χαρακτηρίζεται ως υβριδική. Στο παράδειγμα ενός βιβλίου, αυτό που προστατεύει ο νόμος περί πνευματικής ιδιοκτησίας είναι το κείμενό του, ως καλλιτεχνικό δημιούργημα. Από την άλλη, ένα λογισμικό είναι μεν ένα κείμενο, είναι όμως και κάτι παραπάνω από αυτό. Ο χαρακτήρας του είναι διφυής, καθώς «εκδηλώνει συμπεριφορά», κάτι που δεν συναντάμε στην περίπτωση του βιβλίου. Το λογισμικό μπορεί να θεωρηθεί ως μια μηχανή που δημιουργήθηκε μέσω κειμένου (κώδικας). Έτσι, έχει δημιουργηθεί η διχογνωμία εάν το λογισμικό πρέπει να προστατεύεται βάσει της πνευματικής ιδιοκτησίας (copyright), της ευρεσιτεχνίας (patent) ή ενός sui generis συστήματος κατά τα πρότυπα της προστασίας των βάσεων δεδομένων.

Σήμερα, επικρατέστερη μορφή προστασίας είναι αυτή που παρέχεται μέσω της νομοθεσίας σχετικά με την πνευματική ιδιοκτησία, τόσο σε εθνικό, όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο. Προστατεύονται, δηλαδή, τα λογισμικά ως copyrights. Αναλυτικότερα, η Διεθνής Σύμβαση της Βέρνης του 1971 για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων, η οποία κυρώθηκε στην χώρα μας με Ν.100/1975, το λογισμικό προστατεύεται ως έργο λόγου. Το ίδιο σκεπτικό επαναλαμβάνεται και στο άρθρο 10 (1) της Συμφωνίας TRIPs (Συμφωνία για τα Δικαιώματα Πνευματικής Ιδιοκτησίας στον Τομέα του Εμπορίου), η οποία υπογράφηκε στα πλαίσια του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και κυρώθηκε στην χώρα μας με τον Ν. 2290/1995, αλλά και στην Οδηγία 91/250/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 14ης Μαΐου 1991 για τη νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών, που κυρώθηκε στην Ελλάδα με τον Ν. 2121/1993.

Η ιδέα για την εφαρμογή των διατάξεων περί ευρεσιτεχνίας και την κατοχύρωση του λογισμικού ως πατέντα ξεκίνησε κατά βάση από την Αμερική και την Ιαπωνία, οπού εφαρμόζεται σε μεγάλο βαθμό σήμερα. Συγκεκριμένα στην Αμερική, αν και ο νόμος ρητά δεν προβλέπει τις πατέντες λογισμικού, η νομολογία του Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου και του Γραφείου Ευρεσιτεχνιών εισήγαγαν το τεστ δύο σταδίων («τεστ της Alice», από την υπόθεση Alice Corp. v. CLS Bank International) για την κατοχύρωση των λογισμικών ως ευρεσιτεχνιών. Το τεστ αυτό ορίζει ότι ακόμα και αν σε πρώτο στάδιο κριθεί ότι η ιδέα είναι αφηρημένη και ως εκ τούτου απαγορεύεται να προστατευθεί με πατέντα, το δικαστήριο σε ένα δεύτερο στάδιο θα κρίνει αν οι αξιώσεις περιλαμβάνουν κάποια εφευρετική ιδέα, κάτι δηλαδή περισσότερο από μία απλή εφαρμογή της αφηρημένης ιδέας, ένα στοιχείο ή ένα συνδυασμό στοιχείων που θα μπορούσε να εκπληρώσει τις προϋποθέσεις της κατοχύρωσης ως πατέντας του λογισμικού.

Στην Ευρώπη, η νομοθεσία σχετικά με το τι μπορεί και τι όχι να κατοχυρωθεί ως πατέντα είναι αρκετά σαφής. Το άρθρο 52 παρ. 2 της Σύμβασης του Μονάχου για τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας ορίζει ρητά ότι τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών δεν δύνανται να προστατευθούν ως πατέντες. Και στην εθνική νομοθεσία αντίστοιχα, το άρθρο 5 παρ. 2γ’ του Ν. 1733/1987 ορίζει ότι «δεν θεωρούνται εφευρέσεις τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών». Ωστόσο, καθώς οι νόμοι διαμορφώνονται προς εξυπηρέτηση των αναγκών της κοινωνίας και εξελίσσονται, το Ευρωπαϊκό Γραφείο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας, παρακολουθώντας τις νέες τάσεις σε παγκόσμιο επίπεδο εισήγαγε την ιδέα της «υλοποιήσεως εφευρέσεως σε υπολογιστή» ως εναλλακτικής στις πατέντες λογισμικού και για να μην υπάρχει σύγκρουση με τη νομοθεσία.

Στην περίπτωση αυτή δεν προστατεύεται το λογισμικό «αυτό καθ’ αυτό» (us such), αλλά η καινοτομία που φέρει το λογισμικό αυτό και πώς αυτή εφαρμόζεται στον τεχνολογικό τομέα. Για να προστατευθεί με Δίπλωμα Ευρεσιτεχνίας, θα πρέπει με απλά λόγια το λογισμικό που χρησιμοποιεί η εφεύρεση να τρέχει στον υπολογιστή επιλύοντας ένα τεχνικό πρόβλημα ή να επιφέρει ένα τεχνικό αποτέλεσμα πέραν του αυτονόητου και βασικού σκοπού του, την λειτουργία του υπολογιστή.  Αυτό που θα προστατεύεται εν τέλει ως πατέντα δεν θα πρέπει να είναι μια αφηρημένη έννοια, καθώς κάτι τέτοιο θα εμπόδιζε τον ελεύθερο ανταγωνισμό στη βιομηχανία της πληροφορικής και θα δημιουργούσε μονοπώλια.

Το ζήτημα της νομικής προστασίας του λογισμικού είναι αρκετά περίπλοκο και είτε ταχθούμε υπέρ της λύσης των πνευματικών δικαιωμάτων, είτε της πατέντας, το μόνο σίγουρο είναι πως το λογισμικό ως αγαθό είναι εξαιρετικά πολύτιμο, τόσο από οικονομικής όσο και τεχνολογικής άποψης, καθώς είναι το κομμάτι που δίνει νόημα στην ύπαρξη του υλικού ηλεκτρονικών υπολογιστών και η σωστή εκμετάλλευσή του μπορεί να επιφέρει μεγάλα κέρδη στον δημιουργό του. Σε κάθε περίπτωση, το λογισμικό αποτελεί εμπορικό μυστικό (trade secret) από την ίδρυσή του, και για όσο αυτό κρατείται πράγματι κρυφό, και μπορεί να προστατευθεί ως τέτοιο, ανεξάρτητα από το αν πληροί τις προϋποθέσεις για την προστασία του βάσει των άλλων δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας.


Πηγές

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Μαρία Μπουλιέρη
Μαρία Μπουλιέρη
Γεννήθηκε το 1997 στην Αθήνα, όπου και ζει μόνιμα. Είναι ασκούμενη δικηγόρος και μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο ΠΜΣ «International & European Legal Studies» με ειδίκευση «Private Law & Business Transactions» στο τμήμα Νομικής του ΕΚΠΑ, όπου ολοκλήρωσε και τις προπτυχιακές της σπουδές. Τρέφει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το εμπορικό δίκαιο και συγκεκριμένα το δίκαιο βιομηχανικής ιδιοκτησίας. Σε προπτυχιακό επίπεδο φοίτησε για ένα εξάμηνο στο Πανεπιστήμιο της Λιμόζ στη Γαλλία. Εκεί, σε ακαδημαϊκό επίπεδο εστίασε στο δίκαιο του περιβάλλοντος και πήρε μέρος σε πολλές εθελοντικές δράσεις.