Της Κωνσταντίνας Καλλέργη,
Είναι η ευθανασία μια πράξη φόβου και πανικού ή μια πράξη γενναιότητας κι αποφασιστικότητας; Έχει ο πάσχων από κάποια ανίατη ασθένεια ή ένα κοντινό του πρόσωπο την απαραίτητη ψυχραιμία κι ωριμότητα για μια τέτοια απόφαση; Πώς επηρεάζει έναν άνθρωπο και την οικογένειά του το γεγονός ότι γνωρίζει πότε θα πεθάνει; Αυτά και άλλα ερωτήματα γύρω από τη θεματική της ευθανασίας βλέπουμε να πραγματεύεται η ταινία Blackbird.
Η ταινία, σε σενάριο Christian Torpe και σκηνοθεσία Roger Michell, με τους Susan Sarandon, Kate Winslet, Mia Wasikowska, Sam Neill, Lindsay Duncan, Rainn Wilson, Bex – Taylor Klaus και Anson Boon, προβλήθηκε πρώτη φορά τον περσινό Σεπτέμβριο στο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Ταινιών του Τορόντο, ενώ έκανε πρεμιέρα στην Αμερική, στις 18 Σεπτεμβρίου του 2020, και θεωρείται ένα remake της δανέζικης παραγωγής Silent heart.
H Lilly μετά από αρκετό καιρό μάχης με την ασθένεια της πλευρικής αμυοτροφικής σκλήρυνσης –μια σπάνια νευροεκφυλιστική διαταραχή με ταχεία πρόοδο– έχει αποφασίσει να βάλει τέλος στη ζωή της με τη βοήθεια του συζύγου της, Paul, που είναι γιατρός. Καλούν, λοιπόν, στο εξοχικό τους την οικογένειά τους –την κόρη τους Jennifer με τον σύζυγο και τον γιο της, τη μικρότερη κόρη τους Anna με τη σύντροφό της και την επί χρόνια φίλη της Lilly, τη Liz– για να περάσουν όλοι μαζί το τελευταίο Σαββατοκύριακο της Lilly.
Μέσα σε μια αντικειμενικά δύσκολη συνθήκη βλέπουμε τον τρόπο με τον οποίο ο κάθε ένας από τους χαρακτήρες προσπαθεί να διαχειριστεί την επερχόμενη απώλεια –είτε τα καταφέρνει είτε όχι– και τις διάφορες απόψεις που έχει πάνω στο θέμα, οι οποίες βγαίνουν σταδιακά στην επιφάνεια, παρά την αρχική, συλλογική προσπάθεια δημιουργίας και διατήρησης μιας αίσθησης του φυσιολογικού. Κάτω από αυτό το προσποιητό «κουκούλι» της φαινομενικής αποδοχής και ησυχίας δεν αργούν να ξεπροβάλουν οι εντάσεις.
Ανείπωτες αλήθειες, μεγάλες, δύσκολες, σκληρές αποκαλύπτονται, όταν υπό το βάρος των περιστάσεων οι μάσκες πέφτουν κι αποδεικνύεται πόσα μυστικά μπορεί να κρύβονται μέσα σε μια οικογένεια και πόσο ξένοι μπορεί να μας είναι τελικά οι πιο δικοί μας άνθρωποι.
Γιατί, όμως, το ζήτημα της ευθανασίας να είναι τόσο αμφιλεγόμενο και να εγείρει αντιδράσεις ανά τα χρόνια αλλά και τις χώρες; Τι είναι αυτό στη φύση αυτής της διαδικασίας ή της ιδέας και μόνο που τόσο πολύ ξενίζει στους ανθρώπους και σχεδόν τους τρομοκρατεί;
Ίσως η επιβολή του ανθρώπου πάνω στη φύση του ή η διατάραξη της «φυσικής πορείας» των πραγμάτων και του κύκλου ζωής–θανάτου; Είναι πραγματικά εντυπωσιακό το πόσο αποδιοργανωμένοι μπορεί να αισθανθούν οι άνθρωποι γύρω από μια τέτοια συνθήκη και πώς ο φόβος του θανάτου –που αποτελεί ίσως την κεντρικότερη πηγή των φοβιών μας αλλά και της ίδιας της ύπαρξής μας ως άνθρωποι– κατά μία έννοια αντιστρέφεται• ενώ το βασικότερο χαρακτηριστικό του θανάτου, που προκαλεί το μεγαλύτερο υπαρξιακό άγχος στους ανθρώπους, είναι το απρόβλεπτο της φύσης του, το ότι δεν μπορείς ποτέ να ξέρεις εκ των προτέρων ακριβώς πότε και πώς θα πεθάνεις, στην περίπτωση της ευθανασίας, η αντιστροφή αυτής της εξίσωσης προκαλεί φοβερή σύγχυση. Ακριβώς το γεγονός ότι γνωρίζουμε πότε θα πεθάνει κάποιος μας φέρνει αντιμέτωπους με το εφήμερο και της δικής μας ζωής και το τυχαίο του δικού μας θανάτου• όλη η προσπάθεια που κάνει καθ΄ όλη τη διάρκεια της ζωής του ο πολιτισμένος άνθρωπος για να μη σκέφτεται τον θάνατό του, αλλά και τον θάνατο των άλλων, κατεδαφίζεται μπροστά στα μάτια του στην απόφαση της ευθανασίας. Κάτι αντίστοιχο βλέπουμε και στην ταινία, όταν αρκετές φορές η μικρή κόρη της Lilly, η Anna, αναρωτιέται γιατί η μητέρα της πήρε μια τέτοια απόφαση και γιατί δεν είναι διατεθειμένη να περιμένει λίγο ακόμα, ώσπου η ασθένειά της να χειροτερέψει, ενώ αναφέρει και το πόσο την τρομάζει το γεγονός ότι γνωρίζει τον ακριβή τρόπο και χρόνο που θα πεθάνει η μητέρα της, γιατί «υποτίθεται πως αυτά τα πράγματα δεν πρέπει να τα ξέρεις», όπως λέει.
Η έννοια της ευθανασίας, η έννοια του θανάτου κι ο φόβος είναι μία πλευρά στο μετέωρο νόμισμα της ύπαρξής μας κι ο θάνατος των δικών μας ανθρώπων είναι μια άλλη, εντελώς διαφορετική. Το μεγαλύτερο «πρόβλημα» είναι πως ποτέ δεν ξέρουμε από ποια μεριά τελικά θα πέσει αυτό το νόμισμα…
Ο θάνατος των κοντινών μας ανθρώπων (οικογένεια, φίλοι, συγγενείς) μοιάζει να μας αφορά πιο πολύ απ’ οποιονδήποτε άλλον, ακόμα κι από τον δικό μας, κι αυτό, όχι μονάχα γιατί μας επιβεβαιώνει τους φόβους και τις ανασφάλειές μας για τον θάνατο ή γιατί μας κάνει πλέον αισθητή την παρουσία του ως μόνης βέβαιης κατάληξης της ζωής, αλλά κυρίως γιατί μας φέρνει αντιμέτωπους με τη ζωή, τη ζωή που θα πρέπει να συνεχίσουμε να ζούμε, αφότου οι δικοί μας άνθρωποι έχουν πεθάνει. Ποιος θα μπορούσε να αμφισβητήσει την τραγικότητα του «η ζωή συνεχίζεται» -που όλως περιέργως χρησιμοποιούμε ως παρηγοριά-, όταν κανείς έχει χάσει αυτόν ή αυτούς που αγαπά; Μετά από ένα τέτοιο γεγονός μοιάζει κανείς να παγιδεύεται σε έναν φαύλο κύκλο, όπου η ψυχική και συναισθηματική συντριβή από τον θάνατο ενός αγαπημένου προσώπου του δημιουργεί ενοχές και φόβο για τη ζωή που «συνεχίζεται», ενώ ταυτόχρονα το «μούδιασμά» του και η απροθυμία του προς αυτή τη ζωή τον φέρνει κάποια στιγμή αντιμέτωπο με την αξία ή μη του δικού του θανάτου. Αυτός, εξάλλου, είναι κι ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους ο άνθρωπος είναι έτσι ψυχοπνευματικά «κατασκευασμένος» ώστε να λησμονεί κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της ύπαρξης τον επερχόμενο θάνατο, απλά και μόνο για να μπορέσει να συνεχίσει να ζει• γι’ αυτό τον λόγο, όταν ο θάνατος έρθει πιο κοντά μας –με την απώλεια κάποιου δικού μας ανθρώπου– μας βάζει σε θέση να αναρωτηθούμε την αξία της ζωής μας. Ένας τέτοιος θάνατος είναι περισσότερο δική μας υπόθεση παρά του ίδιου του θανόντα• αυτό δείχνει και η στάση της Anna στην ταινία, όταν δηλώνει πως είναι διατεθειμένη να σταματήσει αυτό που θέλει να κάνει η μητέρα της, γιατί «δεν είναι έτοιμη να τη χάσει ακόμα».
Δε λείπουν, βέβαια, από την ταινία και οι βασικότερες απόψεις υπέρ της ευθανασίας, όπως το τέλος των βασάνων και της ταλαιπωρίας αυτού που νοσεί, το δικαίωμά του να αποφασίζει τόσο για τη ζωή όσο και για τον θάνατό του, αλλά και ο σεβασμός που οι υπόλοιποι οφείλουν να δείξουν σε αυτή την απόφαση. Η ευθανασία, μάλιστα, ως πράξη αυτοεκτίμησης κι αυτοσεβασμού, ως ενέργεια αγάπης προς τη ζωή –την αληθινή, ποιοτική ζωή– κι ως μέθοδος ελέγχου, κυριαρχίας, εξουσίας επάνω στη ζωή και τον θάνατο είναι ιδιαίτερα αισθητή στην ταινία κι απόλυτα ταιριαστή ως άποψη στην περίπτωση και την ιδιοσυγκρασία της Lilly.
Πέρα, βέβαια, από την προσωπική απόφαση του πάσχοντος και τον σεβασμό που οφείλουν οι γύρω του να δείξουν, ανεξαρτήτως των προσωπικών τους απόψεων, σε πιο «επίσημη» κλίμακα υπάρχει κι ο προβληματισμός της ιατρικής πάνω στο θέμα, όπου αναπόφευκτα σχεδόν εμπλέκεται και η ηθική –ατομική και συλλογική. Κατά τον Βρετανό φιλόσοφο, Francis Bacon, «η ιατρική οφείλει να απαλύνει από τους σωματικούς πόνους». Επομένως, κύριος στόχος της δεν είναι η διατήρηση της ζωής με κάθε κόστος προς τον ασθενή, αλλά η ανακούφιση του ατόμου και η βοήθεια ώστε αυτό να μην υποφέρει• άποψη που αποτελεί έναν από τους βασικούς λίθους της υπέρ της ευθανασίας επιχειρηματολογίας.
Στο «καθήκον» αυτό της ιατρικής και του επιστήμονα ιατρού έχουν στηρίξει τις αποφάσεις τους και οι λίγες ως τώρα χώρες που έχουν προχωρήσει στην αποποινικοποίηση της ευθανασίας υπό όρους ή και όχι. Ανάμεσα σε αυτές είναι η Ολλανδία, το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο, η Δανία, η Αλβανία και λίγες ακόμη ευρωπαϊκές χώρες που έχουν εισάγει στο σύνταγμά τους νομοσχέδια περί ευθανασίας με αρκετά συγκεκριμένους όρους και υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Αυτό, βέβαια, που θα έπρεπε να μας προβληματίζει είναι πως όλες οι επίσημες κρατικές αποφάσεις επάνω στο ζήτημα στηρίζονται αποκλειστικά στο θέμα της υγείας, της ανίατης ασθένειας, του αφόρητου πόνου, χωρίς πουθενά να γίνεται λόγος για το δικαίωμα του κάθε ανθρώπου στην αυτοκυριαρχία, διαχείριση και αυτοδιάθεση του σώματός του αλλά και της ζωής του της ίδιας, κομμάτι της οποίας είναι και ο θάνατος. Προσωπικά, αυτό με κάνει να αναρωτιέμαι πόσο είναι στ’ αλήθεια δημοκρατικός, παρά ψευδοαλτρουιστικός, ο δυτικός κόσμος… θέμα που σηκώνει σίγουρα πολλή συζήτηση.
Πριν από αυτή τη συζήτηση, όμως, μπείτε στον κόπο να παρακολουθήσετε την ταινία Blackbird και ίσως και την παλαιότερη ισπανική παραγωγή του Alejandro Amenábar, Mar adentro –που παρουσιάζει την αληθινή ιστορία του Ramon Sampedro–, και θα μπορέσετε να ανακαλύψετε ποικίλες οπτικές και προβληματισμούς πάνω στο θέμα.
Πηγές
- http://tenies-online.gr
- πληροφορίες για τις χώρες που έχουν αποποινικοποιήσει την ευθανασία αντλήθηκαν από την μεταπτυχιακή εργασία του Μαστοράκη Κ., «Η ευθανασία στα θρησκεύματα», Θεολογική Σχολή, Τομέας ηθικής και κοινωνιολογίας, ΑΠΘ, 2010
- ενδιαφέρον για περεταίρω ανάγνωση: «Sigmund Freud: η σχέση μας με το θάνατο» https://tvxs.gr/news/paideia/sigmund-freud-i-sxesi-mas-me-thanato