8.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμός«Το βιβλίο της Κατερίνας» - Αύγουστος Κορτώ

«Το βιβλίο της Κατερίνας» – Αύγουστος Κορτώ


Της Κατερίνας Σφυράκη,

«Μακάρι να μας έσωζε η δυστυχία των άλλων – μα όπως και η ευτυχία τους, τις στιγμές της μοναξιάς και της απόγνωσης, μοιάζει αδιάφορη, ξένη», μας γράφει ο συγγραφέας και η αλήθεια είναι πως δεν θα μπορούσαμε να αποδώσουμε ακριβέστερα ολόκληρη τη θεματική της ιστορίας που εκτυλίσσεται αριστοτεχνικά μέσα από τη γρήγορη, μεστή γραφή και τις μικρές δόσεις της υποβόσκουσας ειρωνικής πένας του συγγραφέα.

Το «Βιβλίο της Κατερίνας» γράφτηκε το 2013 και πρόκειται για ένα βιογραφικό αφήγημα, γραμμένο από τον Αύγουστο Κορτώ, γιο της πρωταγωνίστριας Κατερίνας. Ο Αύγουστος Κορτώ (ψευδώνυμο του Πέτρου Χατζόπουλου) είναι Έλληνας συγγραφέας και μεταφραστής. Το 1979 γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου μεγάλωσε και σπούδασε στην Ιατρική σχολή του ΑΠΘ, χωρίς να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Στο βιβλίο της Κατερίνας, μέσα από την αφήγηση σε α’ ενικό πρόσωπο, ο συγγραφέας μετουσιώνεται στη μορφή της βασανισμένης, ψυχασθενούς και προ παντός καταθλιπτικής μητέρας του και μας περιγράφει τη ζωή της.

Η αφήγηση ξεκινά από το τέλος της ιστορίας, από τον τραγικό θάνατο, την αυτοκτονία της Κατερίνας. Ένα τελείωμα που ο συγγραφέας αναφέρει ως το τέλος τόσο της μάνας του όσο και δικό του. Πριν η Κατερίνα φύγει, μοιράζεται μαζί μας στιγμές από τη ζωή της. Ξεκινά με την ιστορία των προπάππων και των γονιών της και φτάνει στο δικό της σήμερα. Περιγράφει τη στιλπνή αλήθεια της, που δεν στοχεύει στο να μας τρομάξει και να μας απελπίσει, ή τουλάχιστον όχι μόνο εκεί, αλλά στο να μας καταστήσει ομοτράπεζους στη δική της οπτική. Σκοπός είναι να γνωρίσουμε την κατάθλιψη από το σκληρό και συνάμα τόσο πραγματικό της πρόσωπο, να προβληματιστούμε και να αναλογιστούμε τον δεσπόζοντα ρόλο που πρέπει να έχει η ψυχική υγεία στη ζωή μας.

Η Κατερίνα ήταν κόρη της κυρα-Ρήνης από τη Σαμψούντα ή Αμισό, όπως αρχαιοπρεπώς αναφέρεται στο κείμενο του Κορτώ, και του Μηνά από τα Άγραφα της ορεινής Καρδίτσας. Η μητέρα της Κατερίνας είναι μια γυναίκα ταλαιπωρημένη από τις αρρώστιες και τις κακουχίες, βασανισμένη και ταυτόχρονα μυημένη στον υλιστικό τρόπο ζωής που ικανοποιούσε ο άντρας και πατέρας των παιδιών της. Ο άντρας που ποτέ δεν ερωτεύτηκε, παρά μόνο έμαθε να αγαπά στην πορεία, σαν αγγαρεία, ο Μηνάς. Αποδίδεται ως ένας βαθύτατα συμπλεγματικός και οξύθυμος άνθρωπος, γεμάτος ζήλο και πάθος μονάχα για να μειώνει τους πάντες, καθώς τους θεωρεί υποτελείς του. Το πρόσωπο του πατέρα αλλάζει μόνο όταν η κόρη του αποκτά τον μοναχογιό της, τον Πέτρο.

Η Κατερίνα είναι η μικρότερη από τα τέσσερα εναπομείναντα αδέλφια της οικογένειας Χωριανού, καθώς η μητέρα τους στέλνει τον πρωτότοκο γιο της στην Ελβετία σε άσυλο για παιδιά, θεωρώντας το παιδί «κουσουρλίδικο», ενώ ο τρίτος κατά σειρά γιος της, Κωστάκης, πεθαίνει λίγο μετά τη γέννησή του από κοκίτη. Τα υπόλοιπα τρία αδέλφια (ο Μύρων, ο Άγης και η Κλειώ) παρουσιάζουν παρόμοιες ψυχοπαθητικές συμπεριφορές με την πρωταγωνίστρια, αδερφή τους, κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Η ζωή στο σπιτικό των Χωριανών κυλά κάθε άλλο παρά ήσυχα, με τον πατέρα να απουσιάζει ολημερίς λόγω δουλειάς και τη μητέρα να αφοσιώνεται εξολοκλήρου στο να κακομαθαίνει τον μεγάλο γιο, για τον οποίο τρέφει φοβερή αδυναμία. Ο Μύρωνας και η Κλειώ επικεντρώνονται στο να μετατρέπουν τη ζωή της μικρής τους αδερφής σε ανθρώπινο κολαστήριο, ενισχύοντας και ταυτόχρονα δημιουργώντας της φοβίες και νευρώσεις, σε αντίθεση με τον Άγη, που λατρεύει τη μικρή Κατερίνα περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη γυναίκα στη ζωή του. Την οικογένεια έρχεται να συμπληρώσει η Ζωή, ανιψιά της κ. Ειρήνης, που αρχικά αντιμετωπίζεται από τη θεία της ως ψυχοκόρη και στη συνέχεια ως το πιο υποβαθμισμένο «δουλικό». Η Ζωίτσα, παρά την αγάπη που έχει στερηθεί, μοιράζει απλόχερα τρυφερότητα και στοργή, παίρνοντας σταδιακά τη θέση της μάνας στην καρδιά του Άγη και της Κατερίνας.

Εισχωρώντας στο ηλικιακό και ψυχολογικό φάσμα της εφηβείας, η Κατερίνα παρουσιάζει ατίθαση συμπεριφορά τόσο στην οικογένεια όσο και στο σχολείο, «αριστερίζει επικίνδυνα», όπως διαρκώς τονίζουν οι γονείς της, και ξαφνικά βρίσκεται ερωτευμένη κι έγκυος στα δεκαέξι της από τον, κατά πολύ μεγαλύτερό της ηλικιακά, 48άρη αρχιτέκτονα Ανδρέα. Η εγκυμοσύνη αυτή διακόπτεται ασυζητητί με μια συνταρακτική ευκολία από την τρομοκρατημένη Κατερίνα και τη βοήθεια της διπλωματικής πρότασης του Ανδρέα για μια σχεδόν ανώδυνη και παντελώς ακίνδυνη επέμβαση από έναν γυναικολόγο φίλο του.

Φτάνοντας στο 1972, που περιγράφεται ως «σωτήριο έτος», η Κλειώ έχει παντρευτεί για δεύτερη φορά και έχει αποκτήσει δύο παιδιά, τα οποία η Κατερίνα αγαπά και φροντίζει απεριόριστα. Στην πολυκατοικία αυτή, μόλις έναν όροφο πάνω από το διαμέρισμα της Κλειούς, διαμένει ο Τάσος. Ο μελλοντικός σύζυγος και πατέρας του γιου της, Πέτρου, η πρώτη πραγματική αγάπη της Κατερίνας. Η Κλειώ αρχικά παρουσιάζει την Κατερίνα στον Τάσο ως ξένη νταντά των παιδιών, εξαιτίας της ζήλειας που ακόμη νιώθει απέναντι στο πρόσωπο της μικρής της αδερφής. Ο Τάσος, φοιτητής Οδοντιατρικής με καταγωγή από την Βέροια, ερωτεύεται την Κατερίνα και περνούν μαζί, ή μάλλον χώρια, την περίοδο της χούντας. Η Κατερίνα αποβάλει λίγους μήνες πριν τον γάμο τους, παλεύει με την κατάθλιψη που την χτυπά άλλοτε περισσότερο κι άλλοτε λιγότερο, δεν αναγκάζεται ποτέ να δουλέψει και το 1979 αυτή και ο σύζυγός της αποκτούν τον Πέτρο.

Η γέννηση του γιου της θα σημάνει την ταυτόχρονη γέννηση μιας ψυχικά διαταραγμένης και ανισόρροπης μεταξύ τους σχέσης, ενός οιδιπόδειου συμπλέγματος με την Κατερίνα να κρέμεται μεταφορικά και κυριολεκτικά πάνω στον Πέτρο, να ανησυχεί μονίμως για την ανάπτυξή του και την ερωτική του φύση, καθώς ο ίδιος σε νεαρή ηλικία της εκφράζει τα ομοφυλοφιλικά του αισθήματα, να τον πιέζει προκειμένου να αριστεύσει παντού, με το πρόσχημα της αγάπης, ή ορθότερα με αιτία την αγάπη της γι’ αυτόν. Και πράγματι, πέρα από τις άλογες σκέψεις που την οδηγούν σε ακραίες και βεβιασμένες κινήσεις (όπως στο να ανατρέφει ένα υπέρβαρο παιδί, λόγω των ορεξιογόνων που του έδινε, φοβούμενη ότι είναι λιποβαρής), η Κατερίνα φροντίζει να γαλουχήσει ένα παιδί με αξίες και πάθη. Καλλιεργεί τον εσωτερικό του κόσμο με μουσική, βιβλία, ταξίδια και θεατρικές παραστάσεις.

Από τη μια, η αγάπη την κάνει να δίνεται ολοκληρωτικά στον γιο της, να πασχίζει να καλλιεργεί τον εαυτό της για να μπορέσει να καλλιεργήσει και το πνεύμα του γιου της κι, από την άλλη, η ψυχική ασθένεια άλλοτε της τρώει το σαράκι και την βυθίζει στον πυθμένα της απόγνωσης κι άλλοτε την καθιστά παντοδύναμη κι ακούραστη, με αποτέλεσμα να πεισμώνει και να εκδηλώνει ακόμη περισσότερο την αγάπη της αυτή. Είναι περίεργη η φύση της κατάθλιψης κι, αν κάτι εκλαμβάνουμε από αυτό το βιβλίο, είναι το πόσο εύκολα αυτή βγαίνει στην επιφάνεια όσο κι αν προσπαθεί κανείς να την κλειδώσει κι ύστερα να την θάψει κάτω απ’ το χώμα. Δεν νεκρώνεται η κατάθλιψη αν δεν θεραπευτεί κι αν νεκρώνεται ολοένα κι ανασταίνεται.

Με την πλήρη αυτή αφοσίωση στον Πέτρο (που αποκτά αργότερα το ψευδώνυμο του Αύγουστου, όταν ξεκινά η ενασχόλησή του με τη συγγραφή και την ποίηση), ο ίδιος καταφέρνει να αριστεύει παντού, να μιλά τα γαλλικά σχεδόν σαν πρώτη του γλώσσα και να εισαχθεί στην Ιατρική Θεσσαλονίκης. Η Κατερίνα παραμελεί, ωστόσο, πλήρως τον σύζυγό της, τον οποίο αποκαθηλώνει ολοένα και περισσότερο από το πατρικό πρότυπο, ήδη από τη νηπιακή ηλικία του παιδιού τους. Και, παρά τη δική της επιλογή να απομακρυνθεί από τον Τάσο, η άρρωστη ψυχοσύνθεση της Κατερίνας οργιάζει. Τον φαντάζεται να την απατά με άλλες γυναίκες, υστεριάζει και αποπειράται πολλές φορές να αυτοκτονήσει με τη βοήθεια των ψυχοφαρμάκων που της χορηγούνται και του αλκοόλ, με το οποίο έχει σχέση πολύ στενότερη απ’ ότι με τον σύζυγό της. Κάπως έτσι εξάλλου χάνει και την αγέννητη κόρη της, στον έκτο μήνα της εγκυμοσύνης της, με σοβαρές επιπτώσεις και για την ίδια. Την προλαβαίνουν ο γιος κι ο άντρας της, πηγαίνοντάς την συνεχώς σε νοσοκομεία για να κάνει πλύσεις στομάχου με τελική ευθεία τη νοσηλεία της στη ψυχιατρική κλινική στον Τρίλοφο, όπου υπερήφανα, όπως η ίδια θεωρεί, καταφέρνει να δώσει τέλος στη ζωή της, καταναλώνοντας περίπου τετρακόσια χάπια. Το επόμενο πρωί, ο γιος της την βρίσκει νεκρή, ξαπλωμένη γυμνή στο δωμάτιο του ψυχιατρείου.

Το βιβλίο του Κορτώ αναμφίβολα δίχασε τους αναγνώστες του. Από τη μία, υπήρξαν και υπάρχουν άνθρωποι που αγκάλιασαν τον συγγραφέα και την ηρωίδα για τα βιώματά τους, ενώ από την άλλη ο συγγραφέας σχολιάστηκε ακόμη κι ως «ο κανίβαλος που θησαύρισε από τη νεκρή του μάνα». Η ιστορία αφενός προκάλεσε συγκίνηση και αφετέρου προβλημάτισε ιδιαίτερα στα σημεία που περιγράφεται η «παθολογική», όπως λένε, σχέση μάνας-γιου. Προσωπικά θεωρώ ότι το μεγαλύτερο επίτευγμα του συγγραφέα δεν είναι οι υπεράριθμες πωλήσεις του βιβλίου, αλλά το γεγονός ότι έθεσε στη βάση του στοχασμού των αναγνωστών το ζήτημα της ψυχικής υγείας και της ύψιστης σημασίας της. Ο συγγραφέας κατέθεσε την ψυχή του ίδιου και της μητέρας του, μετατρέποντας το ιδιαίτερο αυτό αφήγημα σε παρακαταθήκη πολιτισμού για το ελληνικό κοινό. Η Κατερίνα μας αφηγείται την ιστορία της χωρίς ενδοιασμούς και φόβους. Ακόμη κι αν εσείς έχετε ενδοιασμούς και φόβους για το τι θα διαβάσετε, αξίζει να δώσετε μια ευκαιρία σε ένα βιβλίο που θα κλονίσει σίγουρα τον ψυχισμό σας, αλλά θα σας γεμίσει και με προβληματισμούς, θα σας καλέσει να κάνετε μια ενδοσκόπηση για τα δικά σας πατήματα και πάνω απ’ όλα θα αντικρίσετε την κατάθλιψη από τη ρίζα της. Δοσμένη αληθινά.


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κατερίνα Σφυράκη
Κατερίνα Σφυράκη
Ζει στον Βόλο και σπουδάζει στο τμήμα Γλωσσικών και Διαπολιτισμικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Μεγάλωσε στο Κιλκίς, έχοντας καταγωγή από τον Πόντο και την Κρήτη. Αγαπά τον χορό, την γραφή και τα ταξίδια. Γνωρίζει Αγγλικά και Γερμανικά.