17.1 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΤο βαρύ παράπτωμα του δωρεοδόχου

Το βαρύ παράπτωμα του δωρεοδόχου


Της Χαράς Αναστασιάδου,

Η δωρεά, ως έννομη σχέση, περιλαμβάνει ως υποκείμενά της τον δωρητή και τον δωρεοδόχο. Ο πρώτος είναι αυτός που παρέχει το πράγμα της δωρεάς, ενώ ο δεύτερος αυτός που το δέχεται. Το ενδιαφέρον του νομοθέτη εντοπίζεται στο να προστατευτεί ο δωρητής στην περίπτωση όπου ο δωρεοδόχος φέρεται κατά τρόπο που δεν προσιδιάζει σε έναν κοινωνό του δικαίου.

Σαφέστερα, όταν ο δωρεοδόχος χαρακτηρίζεται από έλλειψη συναισθήματος ευγνωμοσύνης προς τον δωρητή, όταν είναι δηλαδή αχάριστος, κάτι που εκδηλώνεται με βαριά υπαίτια και αντικοινωνική συμπεριφορά ή διαγωγή του δωρεοδόχου, παρέχεται, βάσει ΑΚ 505, στον δωρητή το δικαίωμα να ανακαλέσει τη δωρεά, θέτοντας τη σύμβαση εκ ποδών, δηλαδή καταργώντας αυτό που τους συνδέει με αναδρομική ενέργεια (ex tunc). Περισσότερες λεπτομέρειες δίνουν τα άρθρα 507 επ., όπου ορίζεται ότι η ανάκληση είναι μονομερής δικαιοπραξία, απευθυντέα προς τον αποδέκτη αυτής και κάνοντας λόγο για τα σχετικά με τον αδικαιολόγητο πλουτισμό μέσω του δικαιώματος για εκατέρωθεν επιστροφή των παροχών.

Στο παρόν κείμενο, το ενδιαφέρον θα επικεντρωθεί στην έννοια και εξειδίκευση της αχαριστίας. Η αχαριστία συνιστά αδιαφορία για την τύχη του δωρητή, όταν ο τελευταίος έχει ανάγκη για περίθαλψη. Επιπλέον, η διάπραξη ποινικών αδικημάτων αναμφίβολα αποδοκιμάζεται, αφού προσκρούει σε επιταγές του δικαίου. Ειδικότερα, η συκοφαντική δυσφήμιση, η εξύβριση, η κλοπή, η απάτη, η άρνηση βοήθειας και η απόπειρα θανάτωσης είναι μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις αχαριστίας.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει το ότι η αντικοινωνική διαγωγή πρέπει να προσβάλει τα αγαθά του δωρητή ή κάποιου στενού συγγενή του και αντανακλαστικες ενέργειες συμπεριφοράς του δωρεοδόχου δεν αρκούν για την ανάκληση της δωρεάς. Εδώ, είναι σημαντικό να αναφερθεί το παράδειγμα όπου αν ο δωρεοδόχος διέπραξε βαρύ ποινικό παράπτωμα που στρέφεται κατά τρίτου, αυτό δεν είναι ικανό για να θεωρηθεί δικαιολογημένη η ανάκληση της δωρεάς. Για να είναι έγκυρη η ανάκληση της δωρεάς, απαιτείται η αιχμή να προκύψει κατά του δωρητή ή κατά στενού συγγενή του.

Δεν αρκεί απλώς το ότι επιδεικνύεται μια αντικοινωνική συμπεριφορά, καθώς αυτή θα πρέπει να οφείλεται σε υπαιτιότητα του και να μπορεί να καταλογιστεί στον δωρεοδόχο. Απαιτείται δόλος του δωρεοδόχου, δηλαδή το γνωστικό και βουλητικό στοιχείο ότι δύναται να βλαβεί αγαθό του δωρητή. Βέβαια, σε μερικές περιπτώσεις αρκεί και αμέλεια (ενσυνείδητη ή άνευ συνειδήσεως), αν αυτή μαρτυρεί επαρκή αδιαφορία για την κατάσταση του δωρητή.

Το ζήτημα αν η καταδεικνύουσα την αχαριστία συμπεριφορά ή διαγωγή του δωρεοδόχου συνιστά ή όχι βαρύ παράπτωμα αυτού, κρίνεται από τον δικαστή, ο οποίος, ως λειτουργός της δικαιοσύνης, για τη διαμόρφωση της κρίσης του εκτιμά τη συμπεριφορά αυτή με βάση αντικειμενικά κριτήρια, λαμβάνοντας υπόψη και τον βαθμό της υπαιτιότητας του δωρεοδόχου και τυχόν συντρέχον πταίσμα του δωρητού ή του συζύγου ή στενού συγγενούς του και αποφαίνεται αν η υπ` αυτού γενόμενη δεκτή, ως εμπίπτουσα κατ’ αντικειμενική κρίση στις νομικές έννοιες του βαρέος παραπτώματος και της αχαριστίας, συμπεριφορά του δωρεοδόχου συνιστά στη συγκεκριμένη περίπτωση βαρύ παράπτωμα και αχαριστία. Η κρίση αυτή του δικαστηρίου της ουσίας ελέγχεται αναιρετικώς (σε δεύτερο βαθμό) όχι ως προς το εάν έλαβαν χώρα τα πραγματικά περιστατικά, αλλά ως προς την περαιτέρω αξιολόγηση αν τα περιστατικά πληρούν ή όχι το πραγματικό των νομικών εννοιών του βαρέος παραπτώματος και της αχαριστίας και κατά συνέπεια δικαιολογούν ή αποκλείουν την εφαρμογή του άρθρου 505 Α.Κ.

Περαιτέρω, κατά το άρθρο 505 ΑΚ «η ανάκληση αποκλείεται αν ο δωρητής έδωσε συγγνώμη στο δωρεοδόχο ή αν πέρασε ένα έτος, αφότου ο δωρητής, έχοντας δικαίωμα να ανακαλέσει, πληροφορήθηκε το λόγο της ανάκλησης». Κατά την έννοια της τελευταίας διατάξεως, η ετήσια αποσβεστική προθεσμία προς ανάκληση της δωρεάς δεν εκκινεί, εφόσον τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν το λόγο της αχαριστίας είναι διαρκή και φθάνουν μέχρι την πράξη ανάκλησης της δωρεάς, η οποία μπορεί να λήγει και με την άσκηση της αγωγής ανάκλησης, διότι στην περίπτωση τα ανωτέρω περιστατικά θεωρούνται και λαμβάνονται υπόψη ως ενιαίο σύνολο οπότε η προθεσμία προς ανάκληση αρχίζει από την τέλεση του τελευταίου παραπτώματος.

Σημειώνεται πως η ως άνω ανάκληση των επίδικων συμβάσεων δωρεάς, να γίνει εντός της ετήσιας προθεσμίας, που θέτει το άρθρο 510 εδ.α’ ΑΚ, καθόσον αποδείχτηκε ότι τα περιστατικά, που συνιστούν τον λόγο αχαριστίας υπήρξαν, κατά τα ανωτέρω εκτιθέμενα, και ως εκ τούτου λαμβάνονται υπόψη ως ενιαίο σύνολο. Κατόπιν τούτων, σύμφωνα και με όσα προεκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας, η αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη, και να αναγνωριστεί: α) ότι είναι σχετικώς άκυρη ως εικονική η συναφθείσα δυνάμει του υπ’ αριθμόν συμβολαίου της συμβολαιογράφου…δικαιοπραξία μεταβίβασης λόγω πώλησης από τον ενάγοντα προς την εναγομένη ποσοστού 4/5 εξ αδιαιρέτου της ψιλής κυριότητας του εκεί περιγραφόμενου ακινήτου, καθώς και ότι είναι έγκυρη η υποκρυπτόμενη αυτής σύμβαση μεταβίβασης του ως άνω ποσοστού εξ αδιαιρέτου της ψιλής κυριότητας της εκεί περιγραφόμενης οριζόντιας ιδιοκτησίας, λόγω δωρεάς εν ζωή υπό τον τρόπο της ισόβιας περιποιήσεως, φροντίδας και περιθάλψεως του ενάγοντος από την εναγομένη, β) ότι οι αναφερόμενες στο σκεπτικό της παρούσας δωρεές ποσοστών εξ αδιαιρέτου ψιλής κυριότητας ακινήτου έχουν ανακληθεί, καθώς και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να αναμεταβιβάσει την ψιλή κυριότητα του ως άνω περιγραφόμενου ακινήτου στον ενάγοντα, καθότι μετά την προαναφερθείσα ανάκληση έχει λήξει η νόμιμη αιτία των επίδικων μεταβιβάσεων λόγω δωρεάς, σε περίπτωση δε άρνησης της, να αποβληθεί σε καταδίκη δήλωσης βούλησης προς τούτο κατ’ άρθρο 949 ΚΠολΔ.

Η δήλωση αυτή, που συνιστά άσκηση διαπλαστικού δικαιώματος του δωρητή, επιφέρει τα έννομα αποτελέσματά της από την περιέλευσή της στο δωρεοδόχο και εφόσον ο λόγος της ανάκλησης είναι αληθινός και μπορεί να δικαιολογήσει την ανάκληση. Εάν ο δωρεοδόχος αμφισβητεί τα πραγματικά περιστατικά που επικαλείται ο δωρητής ή το γεγονός ότι αποτελούν λόγο ανάκλησης, λύση μπορεί να δοθεί δικαστικά με άσκηση αναγνωριστικής αγωγής εκ μέρους του δωρητή, που φέρει το βάρος της απόδειξης. Παράλληλα, μπορεί να σωρεύσει και αίτημα για αναζήτηση του δωρηθέντος. Η αγωγή αυτή είναι ενοχική.

Εν κατακλείδι, είναι ιδιαίτερης βαρύτητας η σύννομη συμπεριφορά του δωρεοδόχου και η μη μεταστροφή της συμπεριφοράς του απέναντι στον δωρητή, αφού λάβει το πράγμα της δωρεάς. Έχει λοιπόν σημασία να μην μεταβληθεί αυτή η εσωτερική κατάσταση, γιατί σε αντίθετη περίπτωση ο δωρεοδόχος δεν είναι άξιος προστασίας και μπορεί να χάσει το αντικείμενο της δωρεάς.


Πηγές
  • Εφ Θεσσ 2350/91
  • ΜΠρ Θεσσ 1579/86
  • ΑΠ 917/15, ΑΠ 1025/98, ΑΠ 849/94, ΑΠ 530/91
  • Γενικό Ενοχικό Δίκαιο, Γεωργιάδης, 2η έκδοση
  • Ειδικό Ενοχικό Δίκαιο, Γεωργιάδης
  • Γενικό Ενοχικό Δίκαιο, Σταθόπουλος

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Χαρά Αναστασιάδου
Χαρά Αναστασιάδου
Γεννήθηκε το 2000 στην πόλη της Καστοριάς, όπου διέμενε μέχρι να μετακομίσει στην Αθήνα για σπουδές. Διανύει το τρίτο έτος των σπουδών της στο τμήμα της Νομικής και ο τομέας δικαίου που την ενδιαφέρει περισσότερο, είναι αυτός του Ιδιωτικού Δικαίου. Από μικρή ηλικία , ασχολείται με τον αθλητισμό και ειδικότερα με την κωπηλασία. Της αρέσει να ταξιδεύει, να κάνει νέα πράγματα και να κυνηγά τα όνειρά της.