Της Βασιλικής Σέμκου,
Ξεκινώντας με ένα τέτοιο ερώτημα ήδη από τον τίτλο, σίγουρα προκαταβάλλεται κάθε αναγνώστης να διαβάσει ένα κείμενο, στο οποίο «ρίχνω» διαδοχικά πυρά σε όσους τυχόν ανυπάκουους αγνοούν τους νόμους και την ισχύ τους. Πάντα μου άρεσε να λειτουργώ ως παρατηρητής σε όποια μέρη ή συζητήσεις τύχει να είμαι παρούσα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι εγώ είμαι αλάνθαστη και υπεράνω άλλων. Κάθε άλλο παρά σωστό θεωρώ τον οποιονδήποτε άνθρωπο. Όλοι σφάλλουν, μαζί και εγώ. Οπότε σε ό,τι αναφέρω, είμαι κι εγώ μέρος του συνόλου. Προτιμώ, ωστόσο, να επωφελούμαι από την κοινωνία στην οποία είμαι πολίτης, καθώς και από τα γεγονότα της που τυχαίνει να διαδραματίζονται μπροστά μου.
Έτσι και σε αυτήν την περίπτωση, οι λίγες έξοδοι που έκανα σε τοπικά μαγαζιά της περιοχής στην οποία διαμένω, μού έδωσε πολύ υλικό για να προβληματιστώ για κάποια ζητήματα που ανέκαθεν με «ενοχλούσαν», αλλά δεν ήταν και τόσα έντονα, ώστε να τα σκεφτώ όσο τώρα.
Γενικότερο πλάνο πάντα των όσων περιγράφω είναι ο τόπος και η εποχή στην οποία γίνονται. Με δεδομένη την έξαρση του ιού αυτού, που πλέον είναι γνωστότερος και από τον πιο διάσημο άνθρωπο, και την Ελλάδα ως βάση των συλλογισμών μου, παρατηρώ τους ανθρώπους, τις καταστάσεις και τα όσα γίνονται με έντονο ενθουσιασμό και πολλές φορές με περίσσεια επίκριση, γεγονός που άλλοτε μου βγαίνει σε καλό και άλλοτε όχι. Σε κάθε περίπτωση κέρδος το θεωρώ. Δεν μακρηγορώ για να αποφύγω να μπω στο θέμα, μάλλον προσπαθώ και εγώ να το βάλω σε μια τάξη πριν το αναλύσω.
Βρισκόμαστε λοιπόν όλοι σε μια εποχή και κατάσταση, κατά την οποία το δεύτερο κύμα του ιού προελαύνει και κάθε κράτος μαζί και οι κυβερνήσεις και οι πολίτες αυτών προσπαθούν να περισώσουν όσα προλαβαίνουν, πριν τα σαρώσει όλα στο διάβα του. Έτσι και στην ελληνική περίπτωση, τα μέτρα που λαμβάνει η κυβέρνηση είναι σπασμωδικά και αποσκοπούν στην έγκαιρη πρόληψη της περαιτέρω μετάδοσης της νόσου και την προστασία του εθνικού συστήματος υγείας, το οποίο κοντεύει να «βυθιστεί» στη δίνη της πανδημίας.
Με τα δεδομένα αυτά, οι νόμοι που ψηφίζονται γίνονται ολοένα και αυστηρότεροι, οι αστυνομικές δυνάμεις είναι πλέον παρούσες σε κάθε γωνιά των πόλεων όχι, ωστόσο, για να τις κοσμούν, αλλά για να επιβλέπουν την τήρηση των νέων μέτρων και κυρίως να τιμωρούν τους παραβάτες αυτών με πολύ μεγάλα πρόστιμα. Στο τελευταίο έγκειται και ο δικός μου προβληματισμός. Πριν καν το γενικό lockdown που θα αναστείλει όπως και να ‘χει την λειτουργία όλων των καταστημάτων εστίασης, είδα μαγαζιά να κλείνουν το ένα μετά το άλλο και ιδιοκτήτες ή και θαμώνες να χρεώνονται πρόστιμα για την μη τήρηση των μέτρων που είναι ήδη γνωστά σε όλους κατόπιν δημοσίευσης τους από τις αρμόδιες αρχές. Είδα επίσης την αστυνομία σχεδόν σε κάθε γωνιά και τους αστυνομικούς να επιτελούν το έργο τους σαν ψυχροί δήμιοι έτοιμοι για εκτέλεση. Σε καμία περίπτωση δεν εκφράζω άποψη. Σχολιάζω απλώς τις παρατηρήσεις που έχω κάνει. Αναρωτήθηκα λοιπόν, τι άλλαξε;
Ποιος ο λόγος που έχουν γίνει τόσο ασφυκτικά τα μέτρα και οι «ποινές» που επιβάλλονται; Για ποιόν λόγο ως τώρα όλοι λειτουργούσαν απρόσκοπτα και με τη σκέψη «έλα μωρέ σιγά δεν μας κάνουν κάτι» και μόλις εμφανιστούν στη στροφή οι κύριοι και κυρίες, με τα μπλε ενδύματα και τα εθνόσημα, γουρλώνουν μάτια και παριστάνουν τους νομοταγείς πολίτες; Εδώ μάλλον βγήκε η επίκριση! Και καταλήγω λοιπόν στην προ-κορωνοϊου εποχή και σε κάποια μεμονωμένα περιστατικά, κατά τα οποία ο νόμος παραβλέπεται και αυτές τις ημέρες. Γιατί δεν υπακούμε στους νόμους;
Η ύπαρξη του νομικού πλαισίου βασίζεται στη λογική της επιτήρησης της κάθε κοινωνίας, η οποία αποτελείται από προσωπικότητες ελεύθερες σε δράση, σκέψη και αντίδραση γεγονός που χωρίς την ύπαρξη του θα οδηγούσε σε σκηνές ταινιών, όπου καθείς κάνει ότι θέλει σε βάρος άλλων και προς όφελος δικό του. Ανάλογα τις εθνικές απαιτήσεις υπάρχει και το ανάλογο νομικό σύστημα το οποίο επιβάλλει νόμους ισοδύναμους των πράξεων και ανάκληση των όποιων προνομίων έχει ο καθένας ως πολίτης αφού παρανομήσει. Αν κλέψεις θα μπεις φυλακή, αν δεν φοράς ζώνη θα σου αφαιρέσουν το δίπλωμα, αν σκοτώσεις θα καταδικαστείς κ.ο.κ. Μόνο που τα παραδείγματα που ανέφερα είναι έσχατες ποινές, που όλοι σίγουρα φοβούνται και αποφεύγουν. Γιατί, όμως, κάποιος να υπακούσει ή να μην υπακούσει έναν νόμο;
Ας πάρουμε για παράδειγμα τον αντικαπνιστικό νόμο. Τέθηκε σε ισχύ ήδη από το 2010 και επανήλθε ως ζήτημα τον Οκτώβρη του 2019, όπου με τον νόμο 4633/2019 απαγορεύεται το κάπνισμα σε μια σειρά χώρων με πιο συχνούς τους εσωτερικούς. Μια γρήγορη βόλτα μέσα σε κλειστούς χώρους μπορεί να αποδείξει πως ακόμα και με τον δημοσιευμένο νόμο, επιχειρήσεις και πελάτες δεν συμμορφώνονται και κυρίως απειλούν τη δημόσια υγεία και την υγεία συμπολιτών τους. Το ζήτημα είναι απλό. «Σιγά που θα βγει ο καρκινοπαθής έξω και θα τον πειράξει το τσιγάρο μου, ας κάτσει σπίτι», «Ε τώρα εμάς θα πιάσουν; Όλοι καπνίζουν». Έκθεση του Ινστιτούτου Δημόσιας Υγείας παρουσιάζει ότι 94,6% του πληθυσμού εκτίθεται σε παθητικό κάπνισμα. Δεκάδες επιχειρήσεις πληρώνουν αδρά το πρόστιμο της μη εφαρμογής των νόμων.
Κι αν αυτό το παράδειγμα είναι πολύ αδύναμο, ας επικαλεστούμε το ζήτημα της οδηγικής συμπεριφοράς. Μη τήρηση του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, οδήγηση με ιλιγγιώδεις ταχύτητες και υπό την επήρεια αλκοόλ συνιστούν μια κατάσταση παραπάνω από σοβαρή. Έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ παρουσιάζει ότι το 2018 από το σύνολο 17.985 οδηγών, 13.849 ήταν παθόντες, 12.422 ελαφρά τραυματισμένοι, 727 βαριά τραυματίες και 700 άνθρωποι έχασαν την ζωή τους από οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ. Ενδεικτικά αναφέρω το παραπάνω παράδειγμα, υπάρχουν, ωστόσο, πολλές περισσότερες συνθήκες.
Για μένα τα παραδείγματα αυτά έστω και με πλάγιο τρόπο παρουσιάζουν την απάντηση. Εάν θεωρείται ο νόμος υπερβολικός, γελοίος, δεν εξυπηρετεί συμφέροντα και -κυρίως- θεωρείται ότι δεν αφορά τον συγκεκριμένο άνθρωπο, δεν θα τηρηθεί. Όσο η επιτήρηση και η επιβολή της δικαιοσύνης είναι ελαστική, ο νόμος δεν θα τηρηθεί. Όσο ο καθένας ασχολείται με τη δική του προσωπική ευημερία και το δικό του κέρδος, ο νόμος δεν θα τηρηθεί. Ο νόμος για πολλούς είναι εργαλείο ή και διέξοδος από καταστάσεις. όταν όμως η αυστηροποίηση των νόμων και της επιβολής αυτών εντείνεται, τότε ο νόμος δεν συμφέρει. Άρα, θα τηρηθεί εφόσον αναγκαστεί ο καθένας να πληρώσει. Και πολλές φορές πληρώνει πολύ ακριβά. Όπως αναφέρει και ο Αριστοτέλης «σε τίποτα δεν διαφέρει το να μην υπάρχουν νόμοι, από το να μην εφαρμόζονται οι νόμοι». Οι νόμοι δεν υπάρχουν στο βασίλειο των ζώων. Ζουν ελεύθερα και υπακούν χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια στους νόμους της φύσης που είναι άγραφοι και που δεν έχουν την λογική να τους κατανοήσουν. Απλά υπάρχουν. Ποιο είναι, λοιπόν, το πρόβλημα των ανθρώπων και τηρούν γραπτούς νόμους, τους οποίους εξαρχής κατανοούν, μόνο την ώρα που πρέπει να προσέλθουν για να πληρώσουν το πρόστιμο;