Της Πέννυς Πανούση,
Ήρθε η ώρα. Η ώρα να σημάνει το τέλος αυτής της φαρσοκωμωδίας. Αυτό το εκτόπισμα τέχνης που θεώρησες αρκετά τρανό και άξιο να ενώσει ξανά την ήδη σκορπισμένη σου τέχνη και να ανάψει το παγωμένο και ξεχασμένο στην άκρη της καρδιάς σου φυτίλι.
Εν αρχή ην το χάος. Εν αρχή ην τραγωδία. Εν αρχή το τίποτα. Ένα τίποτα, που συντροφεύει τις πιο βαθιές σκοτεινές σου λέξεις, βρέθηκε ξάφνου αναζωπυρωμένο από ένα στιγμιαίο πυροτέχνημα και έδωσε πνοή σε όσα ερμητικά κλειστά είχες φυλακίσει μέσα σου. Είναι όμως δυνατό ένα τυχαίο πυροτέχνημα να ανάψει τόσες πολλές φωτιές; Από εκείνες που μετά βίας σβήνουν και απανθρακώνουν οτιδήποτε ζωντανό υπάρχει στον ορίζοντα; Από εκείνες που δεν σε ζεσταίνουν, αλλά σε λιώνουν; Κι όμως ναι. Είναι δυνατό. Να καείς από κάτι ασήμαντο, τυχαίο, απρόοπτο. Να καείς και να πασχίζεις ύστερα να επουλώσεις τα ανοιχτά εγκαύματα, όσο ήδη το μέσα σου αιμορραγεί.
Τρέχεις, τρέχεις, μα δεν φτάνεις. Δεν ξέρεις τι να πρωτομαζέψεις. Σκόνη και θρύψαλα σκορπισμένα τριγύρω. Οι παλμοί ανεβαίνουν και το πρώτο ξέσπασμα δεν αργεί να εμφανιστεί. Αλλά την επίμαχη στιγμή, εσύ βρίσκεις τη δύναμη και κοντοστέκεσαι. Σιωπάς. Κάνεις ένα βήμα πίσω. Γυρίζεις διστακτικά το βλέμμα σου και όλος με καημό παρατηρείς αυτή τη βιβλική καταστροφή. Αδυνατώντας να αντιδράσεις, έχοντας ήδη ανοιχτές πληγές και μια θολωμένη κρίση, καταπίνεις τη βροντερή κουβέντα που στο τσακ ήσουν να ξεστομίσεις. Κατεβάζεις τα χέρια κάτω, ψιθυρίζεις ένα «την άλλη φορά» για να το ακούσει ο τσαλακωμένος εγωισμός σου για την ακρίβεια και χάνεσαι αστραπιαία.
Αναρωτιέσαι το γιατί, το πώς και το πότε. Πότε ξεκίνησε όλο αυτό, πώς άρχισε και γιατί άρχισε; Όλα ξεκίνησαν από εκείνο το πυροτέχνημα. Από εκείνο που απρόοπτα σε βρήκε και απρόοπτα μοίρασε στάχτη και θειάφι στον κήπο σου. Όσο σιγοκλαίς πάνω από τα απομεινάρια του σπασμένου σου εγωισμού, το δεύτερο πυροτέχνημα παραφυλά. Πριν έρθει για ακόμα μια φορά και τα διαλύσει όλα, κάνε την αρχή εσύ. Την αλλαγή. Την ανατροπή.
Λίγο πριν έρθει το τέλος, βγες μπροστά και αντιμετώπισέ το. Μην πεις ξανά «την άλλη φορά», γιατί μια παλίρροια που έπεται μετά από μία ανεξέλεγκτη φωτιά εστί μηδέν σωτηρία.
Αν πάλι, ψάχνεις το πώς να τελειώσεις το πορτραίτο του εαυτού σου και δυσκολεύεσαι στις τελευταίες πινελιές, μην βιάζεσαι και μην προτρέχεις. Αν επιθυμείς να βάλεις κάποιες ποιοτικές πινελιές, θα χρειαστεί να περιμένεις. Αν πάλι δεν το βρίσκεις και τόσο απαραίτητο, τότε να είσαι έτοιμος να κάνεις κάποιες εκπτώσεις ως προς την ποιότητα του πορτραίτου σου. Να είσαι έτοιμος να δεχθείς μια άλλη τεχνική προσέγγιση, η οποία γνωρίζεις κατά βάθος ότι δεν αναλογεί στις δικές σου αναλογίες. Αν, τέλος, επιθυμείς να πουλήσεις την ήδη διαμοιρασμένη τέχνη σου, να περιμένεις να συλλέξεις πολλές στάχτες σου. Κι αν ακόμα αναρωτιέσαι πού είναι το πρόβλημα στον περισσότερο απ’ τον ήδη υπάρχοντα ξεπεσμό, θα σου απαντήσω πως με τον έναν ξέρεις πού βαδίζεις, ενώ με τον άγνωστο βαδίζεις σε σκοτεινά μονοπάτια με σήμα αδιέξοδου στο τέλος του δρόμου.