Της Σοφίας Καμπύλη,
Ολοένα και περισσότερες χώρες της αφρικανικής ηπείρου έχουν καταφέρει τις τελευταίες δεκαετίες να θέσουν τις οικονομίες τους σε τροχιά ανάπτυξης, προχωρώντας σε μεταρρυθμίσεις, προκειμένου να κατορθώσουν να μεγεθύνουν τις οικονομίες τους. Μολαταύτα, τροχοπέδη σε αυτή την ομολογουμένως αξιοσημείωτη προσπάθεια για ανάπτυξη που καταβάλλει το σύνολο των αφρικανικών χωρών συνιστούν η ανισότητα των φύλων που επικρατεί και μάλιστα σε μεγάλο βαθμό λόγω της ύπαρξης παραδοσιακών κανόνων και πολιτιστικών αξιών, καθώς και οι διακρίσεις λόγω φυλής, σεξουαλικού προσανατολισμού, θρησκείας κλπ.
Ξεκινώντας από τον σεξισμό, οι κανόνες που χαρακτηρίζονται ως κινητήρια δύναμη της ανισότητας των φύλων συχνά αποτελούνται από ένα σύνολο άγραφων κανόνων και πεποιθήσεων που επηρεάζουν και διαμορφώνουν τις προσδοκίες και τις συμπεριφορές των οικονομικών παραγόντων (και ανδρών και γυναικών) σε μια χώρα ή κοινότητα. Στην πράξη, αυτοί οι κανόνες και οι πεποιθήσεις τείνουν να περιορίζουν τις γυναίκες ως προς τα «επιτρεπτά όρια», επιφορτίζοντάς τες με μια πρόσθετη υπευθυνότητα ως προς την κοινωνία και καθορίζοντας τα χαρακτηριστικά των «αποδεκτών» συμπεριφορών με βάση το φύλο. Μερικές από αυτές τις «αποδεκτές» συμπεριφορές περιλαμβάνουν κανόνες σχετικά με τον ρόλο των γυναικών ως νοικοκυρές, μητέρες και ως τα άτομα που είναι επιφορτισμένα με τη φροντίδα της οικογένειας, νόμιμους περιορισμούς της κινητικότητάς τους για προστατευτικούς λόγους, χαμηλότερη ηλικία γάμου, που μπορεί μακροπρόθεσμα να επηρεάζουν τη διαπραγματευτική δύναμη των γυναικών στο νοικοκυριό και την αποδοχή των διαφορών μισθών ως πραγματικότητα. Παρά την αυξημένη δέσμευση πολλών κυβερνήσεων για βελτίωση της θέσης της γυναίκας σε κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό επίπεδο, η πρόσβαση των γυναικών σε οικονομικές ευκαιρίες συνεχίζει να είναι περιορισμένη και ως εκ τούτου η συνολική συμβολή τους στην οικονομική ανάπτυξη σε εθνικό επίπεδο είναι μικρότερη του επιθυμητού.
Φυσικό δρόμο για την οικονομική χειραφέτηση των γυναικών αποτελεί η εκπαίδευση προκειμένου να επιτευχθεί αύξηση της γυναικείας κεφαλαιακής προσφοράς. Είναι ενδιαφέρουσα και αξίζει να αναφερθεί η αντίθεση μεταξύ των πλούσιων σε φυσικούς πόρους περιοχών και των περιοχών που έχουν κυρίως αγροτικές οικονομίες. Οι αγροτικές οικονομίες έχουν χαμηλότερο εκπαιδευτικό χάσμα σε σχέση με τις πλούσιες σε φυσικούς πόρους χώρες, μολονότι οι πρώτες απολαμβάνουν κατά μέσο όρο χαμηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα. Η εξήγηση αυτής της διαφοράς είναι αρκετά απλή: στις αγροτικές οικονομίες οι γυναίκες προσφέρουν ουσιαστικά στο οικογενειακό εισόδημα και ως εκ τούτου αποκτούν ισχυρότερη «φωνή» στο εσωτερικό της οικογένειας και απολαμβάνουν σε μεγαλύτερο βαθμό το δικαίωμα να έχουν πρόσβαση στην εκπαίδευση. Εκτός από το ότι οι γυναίκες της Αφρικής δεν έχουν τόσο εύκολη πρόσβαση στην εκπαίδευση, στερούνται και της δυνατότητας να αποκτούν γη στο όνομά τους και να απολαμβάνουν οι ίδιες τους καρπούς της σκληρής δουλειάς που καταβάλλουν στον αγροτικό τομέα. Πρόσφατη έρευνα σε 5 χώρες της Αφρικής έδειξε ότι οι γυναίκες στην αφρικανική ήπειρο, αν και παράγουν περίπου το 80% των βασικών προϊόντων διατροφής, λαμβάνουν περίπου 10% αναγνώριση των κόπων τους με το συντριπτικό υπόλοιπο ποσοστό να αποδίδεται στους άντρες ιδιοκτήτες. Ακόμη, έχει υπολογιστεί ότι, αν οι γυναίκες είχαν άμεση πρόσβαση στην απόκτηση τίτλων ιδιοκτησίας γης και πηγών, όπως οι σπόροι, προκειμένου να ξεκινήσουν τις καλλιέργειές τους χωρίς να χρειάζονται έναν άντρα να τις εκπροσωπεί, η ετήσια αύξηση της παραγωγής του πρωτογενούς τομέα θα μπορούσε να φτάσει το συντριπτικό ποσοστό του 20%!
Η Έκθεση Ανθρώπινης Ανάπτυξης της Αφρικής για το 2016, στα πλαίσια του Προγράμματος Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών, υποστηρίζει ότι το κλείσιμο του χάσματος μεταξύ των φύλων θα αποτελούσε ευλογία για τις οικονομικές και κοινωνικές προοπτικές της ηπείρου. Ωστόσο, οι γυναίκες σήμερα κερδίζουν λιγότερα χρήματα από τους άντρες για αμειβόμενη εργασία, ενώ και οι βλαβερές παραδοσιακές πρακτικές επηρεάζουν την υγεία τους και ορισμένα πολιτιστικά πρότυπα λειτουργούν ως εμπόδιο στις γυναίκες που προχωρούν στην κοινωνία.
Δε μπορούμε, όμως, να μην αναγνωρίσουμε και τα βήματα προόδου που έχουν γίνει προς τη σωστή κατεύθυνση από κάποιες αφρικανικές χώρες. Πρόσφατη έκθεση του McKinsey Global Institute καταδεικνύει ότι 1 στα 4 μέλη ΔΣ εταιρειών στην Αφρική είναι γυναίκες, την ώρα που ο μέσος όρος παγκοσμίως ανέρχεται σε 17%, που σημαίνει ότι η αφρικανική ήπειρος είναι πάνω από τον μέσο όρο. Ο δρόμος για τη γυναικεία επιχειρηματικότητα, όμως, δεν είναι καθόλου εύκολος. Οι επίμονοι διαρθρωτικοί περιορισμοί που σχετίζονται με τις αλυσίδες εφοδιασμού, τις υπηρεσίες υποστήριξης και τη χορηγία μεταξύ άλλων περιοχών σημαίνουν ότι γυναίκες επιχειρηματίες συναντούν ποικίλα εμπόδια στην πορεία τους. Αυτός ο θεσμικός σεξισμός σε πολλές περιπτώσεις καταδικάζει τις ταλαντούχες και εργατικές γυναίκες επιχειρηματίες να παραμείνουν σε ένα βασικό επίπεδο διαβίωσης, αδυνατώντας να κάνουν το άλμα σε μεγαλύτερες επιχειρήσεις. Μια μελέτη της Αφρικανικής Αναπτυξιακής Τράπεζας δείχνει ότι το χρηματοδοτικό κενό για τις γυναίκες εξακολουθεί να υπερβαίνει τα 20 δισεκατομμύρια δολάρια. Οι κυβερνήσεις της αφρικανικής ηπείρου θα πρέπει να προχωρήσουν σε δραστικές μεταρρυθμίσεις προκειμένου να δοθούν περισσότερες ευκαιρίες στις γυναίκες, μια ισχυρή και ανεκμετάλλευτη οικονομική δύναμη, οι οποίες μπορούν να συνδράμουν αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση των αναπτυξιακών προκλήσεων της ηπείρου .
Οι διακρίσεις εν γένει επηρεάζουν το ΑΕΠ των χωρών και ως εκ τούτου έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομία και την αναπτυξιακή τους πορεία. Με άλλα λόγια ο ρατσισμός, όπως είπε και ο Φρίντμαν, κοστίζει σε όλους. Οι διακρίσεις στην αγορά εργασίας οδηγούν σε μισθολογικές διαφορές μεταξύ εργαζομένων που έχουν τα ίδια προσόντα λόγω προκαταλήψεων που απορρέουν από τη φυλή στην οποία ανήκουν, τη θρησκεία, τις σεξουαλικές τους προτιμήσεις κλπ. Επομένως, οι επιχειρήσεις και οι κρατικοί οργανισμοί στερούνται των ταλέντων που πέφτουν θύματα ρατσισμού και ως εκ τούτου μειώνονται οι Ρυθμοί Ανάπτυξης των αφρικανικών χωρών. Η μείωση των Ρυθμών Ανάπτυξης αποφέρει με τη σειρά της τη μείωση του ΑΕΠ από χρονιά σε χρονιά και κατ’ επέκταση τη μείωση του εισοδήματος των Αφρικανών πολιτών.
Στην Αφρική οι διάφορες διακρίσεις που βιώνουν άτομα, λόγω της φυλής στην οποία ανήκουν για παράδειγμα, με τη φυλετική πολιτική του Απαρτχάιντ που ίσχυε στη Νότιο Αφρική να είναι μεν παρελθόν και να έχει καταδικαστεί ως έγκλημα αλλά να έχει αφήσει κατάλοιπα διαχωρισμών στην αγορά εργασίας του κράτους, στερούν ευκαιρίες από πολλούς ανθρώπους τόσο στο να εισέλθουν στην αγορά εργασίας όσο και στο να ανέλθουν στον τομέα τους. Αυτός ο διαχωρισμός αποκλείει ένα μέρος του εργατικού δυναμικού από τη συμμετοχή του στην αγορά και συνεπώς από τη συμμετοχή στην ανάπτυξη του ΑΕΠ της χώρας, καθώς με τον αποκλεισμό τους από τη νόμιμη εργασία οδηγούνται στην επιλογή της παραοικονομίας, η οποία επιδρά αρνητικά ως προς την αναπτυξιακή πορεία ενός κράτους.
Εκτός από τον διαχωρισμό λόγω φυλής ή φύλου, όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, θύματα διακρίσεων πέφτουν και οι οροθετικοί, καθώς η άγνοια για τον ιό HIV και τους τρόπους μετάδοσής του καθιστά τους φορείς και νοσούντες πολλές φορές στιγματισμένους λόγω της νόσου και κατά συνέπεια αποκλεισμένους από οποιαδήποτε μορφή εργασιακής δραστηριότητας. Παρόμοια αντιμετώπιση έχουν και τα ΛΟΑΤΚΙ άτομα, τα οποία πέφτουν θύματα ρατσισμού και στον εργασιακό χώρο. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τις 72 χώρες σε παγκόσμιο επίπεδο που έχουν ποινικοποιήσει την ομοφυλοφιλία οι 32 βρίσκονται στην Αφρική, όπου οι ποινές κυμαίνονται από τη φυλάκιση έως τη θανατική ποινή σε χώρες όπως η Μαυριτανία και το Σουδάν. Όπως γίνεται αντιληπτό, οποιαδήποτε υπόνοια για διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό ενός ατόμου στην Αφρική συνεπάγεται μη ενσωμάτωσή του στο εργασιακό περιβάλλον.
Ένα άτομο, τέλος, μπορεί να πέσει θύμα εργασιακού διαχωρισμού λόγω της θρησκείας του. Η θρησκεία παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στη ζωή των Αφρικανών, με το Ισλάμ και τον Χριστιανισμό να αποτελούν τις κύριες θρησκείες που επικρατούν στην ήπειρο. Επομένως, σε μια αφρικανική χώρα στην οποία κυριαρχεί, για παράδειγμα, ο ισλαμισμός, όπως η Σενεγάλη, είναι βέβαιο ότι ένα άτομο διαφορετικής θρησκείας θα χαίρει στην καλύτερη των περιπτώσεων καχυποψίας στον εργασιακό του χώρο.
Οι φυλετικές διακρίσεις κι ο σεξισμός, εκτός του ότι είναι αδιαπραγμάτευτα καταδικαστέα, έχουν και αρνητικές επιπτώσεις για την οικονομία και την αναπτυξιακή πορεία της Αφρικής, καθώς αποκλείουν ή υπονομεύουν τις δυνατότητες ενός μεγάλου μέρους του πληθυσμού της ηπείρου, κάτι το οποίο οδηγεί σε χαμένη παραγωγικότητα, υπο-επένδυση σε ανθρώπινο κεφάλαιο και μη αποτελεσματική κατανομή των ανθρωπίνων πόρων λόγω διακρίσεων.
Ενδεικτικές Πηγές
- Augustyn Adam (2020), Apartheid, Britannica, retrieved from here
- International Labour Organization, ( 2001 January), Discrimination at Work: Africa, retrieved from here
- Horn Jessica, ( 2014, May 14th) , Confronting fundamental sexism in Africa, retrieved from here
- Allard Celine, ( 2016 June), Inequality, Gender Gaps and Economic Growth:Comparative Evidence for Sub-Saharan Africa, IMF retrieved from here
- Reines Rara, (2018, March 19th), Why women hold the keys to Africa’s future, World Economic Forum, retrieved from here
- Scofield Rupert, (2018, June 1st) , African Women Are Succeeding in Business, but Sexism Holds Them Back, FINCA, retrieved from here
- Klobuchar Amy (2013 November), The Economic Consequences of Discrimination Based on Sexual Orientation and Gender Identity.
- Hairsine Kate, (2019, December 4), Why is homosexuality still taboo in many African countries?, Deutsche Welle, retrieved from here
- Schlein Lisa, (2016, August 28th), Gender Inequality Hampers African Human Development, Economic Growth, VOA News.com, retrieved from here
- Brown Wilfred D., (2020, August 3), Racism is hurting the economic well-being of the US and its workforce — including white workers, rice.edu retrieved from here
- Ναυτικά Χρονικά, ( 2019, November 30), Αφρική: Ψήφος εμπιστοσύνης της αγοράς εργασίας στις γυναίκες, retrieved from here