Της Μαρίας Καλαμπόκα,
Στις 28 Οκτωβρίου 1940, το Γενικό Επιτελείο Στρατού (ΓΕΣ) προέβη σε πολεμικό ανακοινωθέν, ανακηρύσσοντας στον ελληνικό λαό την ιταλική εισβολή. Πιο συγκεκριμένα: «Αι ιταλικαί στρατιωτικαί δυνάμεις προσβάλλουν από της 5:30 π.μ. σήμερον τα ημέτερα τμήματα προκαλύψεως της ελληνοαλβανικής μεθορίου. Αι ημετέραι δυνάμεις αμύνονται του πάτριου εδάφους». Η σημασία του ελληνοϊταλικού και ελληνογερμανικού πολέμου (28 Οκτωβρίου 1940-31 Μαΐου 1941) θεωρείται αναμφιβόλως από τις σπουδαιότερες στιγμές της ελληνικής ιστορίας, διότι συνέβαλλε αποφασιστικά στην έκβαση του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και, επιπλέον, αποδείχθηκε η αποφασιστικότητα και η ενότητα των Ελλήνων για την προάσπιση της πατρίδας. Ήδη από το 1939, διαφαίνονταν τα επεκτατικά σχέδια του Μουσολίνι, καθώς ιταλικά στρατεύματα είχαν καταλάβει την Αλβανία, ανατρέποντας την πολιτική και στρατιωτική ισορροπία στα Βαλκάνια. Όσα σύμφωνα είχε προσυπογράψει η Ελλάδα δεν υλοποιήθηκαν, ακόμη και το Βαλκανικό Σύμφωνο του 1934, που όριζε την πολιτική και στρατιωτική συμμαχία (μεταξύ Ελλάδας, Τουρκίας, Γιουγκοσλαβίας και Ρουμανίας) για τη μη ανατροπή του εδαφικού καθεστώτος, μετά την λήξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, και στρέφονταν εναντίον της Βουλγαρίας.
Ενώ η Ελλάδα παρακολουθούσε τα επεκτατικά σχέδια των Ιταλών, έχοντας υιοθετήσει την ουδετερότητα, ο Ι. Μεταξάς δεν δίστασε να εναντιωθεί στα σχέδια της φασιστικής Ιταλίας. Αξίζει να αναφερθεί πως, καθ’ όλη τη διάρκεια των ιταλικών προκλήσεων και εξάρσεων βίας εις βάρος των Ελλήνων, η ελληνική κυβέρνηση προσπαθούσε να μην βρεθεί σε διένεξη με την Ιταλία, εν τούτοις καταβάλλονταν προσπάθειες για την ισχυροποίηση απαραίτητων στρατιωτικών μέσων και την εξύψωση του εθνικού φρονήματος, σε περίπτωση ιταλικής εισβολής. Επί παραδείγματι, στις 15 Αυγούστου 1940, το ελαφρύ καταδρομικό «Έλλη» τορπιλίστηκε από το ιταλικό υποβρύχιο «Ντελφίνο» στο λιμάνι της Τήνου. Παρά το γεγονός της ύπαρξης αποδεικτικών στοιχείων για ιταλική ευθύνη, η ελληνική κυβέρνηση προέβη σε δηλώσεις ανακοινώνοντας την άγνωστη ταυτότητα της επίθεσης.
Τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου, ο Ιταλός πρεσβευτής, Emanuele Grazzi, επισκέφθηκε το αρχοντικό του Ι. Μεταξά, για να μεταφέρει το τελεσίγραφο του Μουσολίνι, απαιτώντας την είσοδο του ιταλικού στρατού στα ελληνικά εδάφη για την ανακατάληψη στρατηγικών θέσεων. Ο Έλληνας πρωθυπουργός απάντησε με τη σειρά του: «λοιπόν, έχουμε πόλεμο» (“Alors, c’ est la guerre”, καθώς μιλούσαν στα γαλλικά). Την επομένη, στα ελληνοαλβανικά σύνορα, η ιταλική επίθεση ξεκίνησε, πέφτοντας νεκρός ο πρώτος Έλληνας στρατιώτης, Βασίλειος Τσιαβαλιάρης. Τα ιταλικά στρατεύματα τάχθηκαν στην Ήπειρο και την Πίνδο, διατηρώντας, συνάμα, ισχυρή αμυντική στάση στην περιοχή της βορειοδυτικής Μακεδονίας. Στις περιοχές αυτές, τοποθετήθηκε ισχυρή στρατιωτική παρουσία, αναχαιτίζοντας τις ιταλικές δυνάμεις, καθώς απέτυχαν στην προσπάθεια εισβολής στις τοποθεσίες Ελαία, Καλαμά στην Ήπειρο και στο Μέτσοβο. Οι ελληνικές δυνάμεις με αποφασιστικότητα και πυγμή συγκέντρωσαν τις μεραρχίες. Απόρροια αυτής της στρατηγικής ήταν η γενική αντεπίθεση από τα Γιουγκοσλαβικά σύνορα μέχρι και το Ιόνιο Πέλαγος. Οι επιτυχίες και η ταχύτατη αντίδραση του ελληνικού στρατού ανέτρεψαν τα ιταλικά σχέδια μειώνοντας την αυτοπεποίθησή τους σε συνδυασμό με την απώλεια επαρκών δυνάμεων. Ο Ιταλικός Στρατός αποδιοργανώθηκε και αναγκαστικά μετέπεσε σε άμυνα.
Επιπροσθέτως, η Ιταλική Πολεμική Αεροπορία ήταν ασυντόνιστη με το Ιταλικό Πεζικό αδυνατώντας να εκμεταλλευτεί τους βομβαρδισμούς. Εν τούτοις, το Ιταλικό Πυροβολικό διέθετε μεγάλο αριθμό βλημάτων, όμως δεν κατόρθωσε να διασπάσει τις θέσεις των ελληνικών πυροβολαρχιών. Η συμβολή του Ελληνικού Πεζικού φαίνεται να ήταν καθοριστικός παράγοντας για τη διεξαγωγή του πολέμου στο μέτωπο. Οι ελληνικές μονάδες ήταν καλά εκπαιδευμένες και η ηγεσία έδρασε με διαφορετική τακτική αντίληψη, μελετώντας τις κινήσεις του αντιπάλου. Προ της περιοχής Ελαίας (Καλπακίου)-Καλαμά ποταμού, ήταν τοποθετημένη η VIII Μεραρχία με επικεφαλής τον Στρατηγό Κατσιμήτρο και η ΙΙΙ Ταξιαρχία Πεζικού. Στις αρχές του Νοεμβρίου, οι Ιταλοί διάβηκαν τον Καλαμά ποταμό, αντιμετωπίζοντας επιτυχώς την ΙΙΙ Ταξιαρχία Πεζικού, η οποία, εν συνεχεία, άλλαξε τοποθεσία εγκατεστημένη στα Όρη Σουλίου-Αχέροντας ποταμός, ενισχυόμενη διαρκώς με επιπλέον δυνάμεις, φθάνοντας στην Ηγουμενίτσα. Η ΙΙΙ Μεραρχία Τζούλια βρισκόταν στην Πίνδο, αμυνόμενη από τον Γράμμο μέχρι την Κόνιτσα, δημιουργώντας θύλακα μέχρι τη Βωβούσα, απειλώντας την αποκοπή της οδού Ιωαννίνων-Καλαμπάκας. Εκεί, ο λοχαγός Αναστάσιος Πάπας, με τον αμέριστο ηρωισμό του, επιτέθηκε αιφνιδιαστικά με τον ολιγάριθμο λόχο του, επιτυγχάνοντας την πρώτη οπισθοχώρηση των Ιταλών. Είναι αληθές το γεγονός πως ο εχθρός μάχονταν με ιδιαίτερη σκληρότητα, όπως είχε αναφέρει ο ίδιος Χαράλαμπος Κατσιμήτρος: «Το ιταλικό πεζικό υπό ικανή διοίκηση πολέμησε καλά, ο δε Ιταλός στρατιώτης κατά την άμυνα ιδίως υπό καλή διοίκηση υπήρξε πολύ καλός μαχητής»
Η αδυναμία της στρατιωτικής ηγεσίας για συντονισμό, η ελάχιστη αξιοποίηση της Ιταλικής Πολεμικής Αεροπορίας, η αισιοδοξία των Ελλήνων στρατιωτών, σε συνδυασμό με την αξιοπρόσεχτη πολεμική προετοιμασία (κυρίως η VIII Μεραρχία), η άμεση επιστράτευση, η βοήθεια των άμαχων πληθυσμών στην Ήπειρο και οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες ήταν οι βασικοί παράγοντες που συνέβαλαν αποφασιστικά στην οπισθοχώρηση των Ιταλών. Για πρώτη φορά, ο Ελληνικός Στρατός ήρθε αντιμέτωπος με στρατό μεγάλης ευρωπαϊκής ισχύος με σύγχρονα πολεμικά μέσα, τη στιγμή που η ελληνική άμυνα βρισκόταν σε μειονεκτικότερη θέση.
Το ιστορικό «ΟΧΙ» στην ιταλική εισβολή αποτυπώθηκε για πρώτη φορά αυτούσια στις 30 Οκτωβρίου 1940, από την εφημερίδα «Ελληνικό Μέλλον», ωστόσο ο Ιταλός πρεσβευτής αναφέρει στα απομνημονεύματά του πως ο Μεταξάς, αφού δήλωσε «λοιπόν, έχουμε πόλεμο», η συνέχεια του διαλόγου είναι η εξής: «Του απήντησα ότι αυτό θα μπορούσε να αποφευχθεί. Μου απήντησε «Όχι». Του πρόσθεσα ότι αν ο στρατηγός Παπάγος…, ο Μεταξάς με διέκοψε και μου είπε: «Όχι»! Έφυγα υποκλινόμενος με τον βαθύτερο σεβασμό, προ του γέροντος αυτού, που προτίμησε την θυσία αντί της υποδουλώσεως». Εν κατακλείδι, το έπος του 1940 αποτελεί ιστορία περηφάνειας, απόδειξη του υψηλού εθνικού φρονήματος, μια μεγαλοπρεπής και εμφατική νίκη εναντίον του Άξονα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Ζαφείρης, Η. (1992). Στρατιωτική Ιστορία της Ελλάδας. Από την Αρχαιότητα μέχρι το Πόλεμο 1940-41. Αθήνα: Τυπογραφείο Ελληνικού Στρατού.
- Σβολόπουλος, Κ. (2001). Η στάση του Μεταξά, άρθρο από τεύχος 106 Ιστορικά της Ελευθεροτυπίας, Η 28η Οκτωβρίου από τα ξένα αρχεία, Αθήνα
- Στρατιωτικός Κανονισμός. Η Ιστορία του Πεζικού (2014). Γενικό Επιτελείο Στρατού. Αθήνα: Τυπογραφείο Ελληνικού Στρατού.
- Mazower, Mark (2009). Inside Hitler’s Greece: The Experience of Occupation, 1941–44. London: Yale University Press