Της Νικολίνας Σκόνδρα,
H Άννα Ιβάνοβνα γεννήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 1693 και υπήρξε αυτοκράτειρα της Ρωσίας της δυναστείας των Ρομάνοφ. Το 1710 παντρεύτηκε τον Φρειδερίκο – Γουλιέλμο (δούκα της Κουρλάνδης), όμως έγινε σύντομα χήρα μετά το γάμο της. Το 1730 (μετά το θάνατο του Πέτρου Β΄) έγινε μονάρχης με περιορισμένες εξουσίες, ύστερα από απόφαση του Ανώτατου Μυστικού Συμβουλίου. Ουσιαστικά, το Συμβούλιο επιθυμούσε τη διασφάλιση της επιρροής του επάνω στη νέα αυτοκράτειρα. Έτσι, η Άννα έπρεπε να υπογράψει μια «συμφωνία», κατά την οποία δεν θα μπορούσε χωρίς την έγκριση του Ανωτάτου Μυστικού Συμβουλίου να κηρύττει πολέμους, να συνάπτει ειρήνη και να εισάγει νέους φόρους και γενικότερα να αποφασίζει για σημαντικά θέματα. Όμως, οι υποστηρικτές της απολυταρχίας και η αριστοκρατία επιθυμούσαν την αναθεώρηση της «συμφωνίας», η οποία και πραγματοποιήθηκε. Έτσι, η Άννα ανέλαβε την εξουσία χωρίς περιορισμούς και στη συνέχεια διέλυσε το Ανώτατο Μυστικό Συμβούλιο.
Από το 1732, η Άννα είχε ήδη αποφασίσει ότι τον θρόνο πρόκειται να αναλάβει η ανιψιά της, Άννα Λεοπόλντοβνα. Βέβαια, το μέλλον επιφύλασε ένα τραγικό τέλος. Συγκεκριμένα, στις 5 Οκτωβρίου του 1740, η Άννα Ιβάνοβνα καθώς δειπνούσε έπεσε αναίσθητη, διότι έπασχε από μια πολύ επικίνδυνη ασθένεια. Το ζήτημα της διαδοχής, όμως, είχε διευθετηθεί πολύ καιρό πριν, καθώς διάδοχός της ορίστηκε ο γιος της Άννας Λεοπόλντοβνα, ο Ιβάν ΣΤ’. Η Άννα Ιβάνοβνα τελικά έφυγε από τη ζωή (σε ηλικία 48 ετών) στις 17 Οκτωβρίου (με το νεό ημερολόγιο στις 28 Οκτωβρίου) του 1740. Η ταφή της πραγματοποιήθηκε στον καθεδρικό ναό των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου στην Αγία Πετρούπολη. Μετά τον θάνατο της αυτοκράτειρας Άννας, ο γιος της Άννας Λεοπόλντοβνα και του Δούκα Αντόν Ιούρλιχ του Μπράνσβικ, ο Ιβάν ΣΤ’, ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας, όπως άλλωστε είχε προκαθοριστεί υπό την κηδεμονία του δούκα της Κυρλανδίας.