Του Νίκου Μαρκοβίτη,
Όπως αναφέρει και ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά του, όταν εξετάζουμε ένα ζήτημα πρώτα θα πρέπει να δούμε το όλον και μετά το μέρος. Εν προκειμένω, μετά την πάροδο της Ευρωπαϊκής Συνόδου, και τα συμπεράσματα των κρατών μελών, μόνο παρά ηρεμία δεν επικρατεί. Επί του πεδίου έχουμε τους δυο στόλους παραταγμένους στην Ανατολική Μεσόγειο, με ύστατο στόχο την επίτευξη διερευνητικών επαφών. Στο σημείο αυτό παρατηρούμε της ευκαιρίας που δράττεται ο πρόεδρος Ερντογάν, με το κενό στην περιοχή, λόγω των Αμερικανικών εκλογών και όχι μόνο, μέχρι και την πιθανή επανεκλογή Trump. Οι διάφορες προκλήσεις που εμφανίζονται ίσως είναι μια λογική δημιουργίας ενός status quo, μια κατάστασης, δηλαδή, πολυμετωπικής και με τετελεσμένα, ώστε να οδηγηθεί στο τραπέζι του διαλόγου. Όμως προς την κατεύθυνση αυτή, ποιοι είναι οι «παίκτες-κλειδιά» που θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό μια πρόοδο ή μια στασιμότητα;
Στη συλλογιστική μας πορεία δεν θα πρέπει να λησμονούμε και τα μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ανέκαθεν ήταν καταλυτικά στη λήψη αποφάσεων, αλλά και στην ενωσιακή πορεία. Αρχικά, λοιπόν, θα πρέπει να αναφερθούμε στον διαμεσολαβητικό ρόλο της Γερμανίας. Στο εξάμηνο της Γερμανικής προεδρίας, το Βερολίνο βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι διατηρώντας ταυτόχρονα ουδέτερη στάση. Με το πρόσφατο αίτημα της Ελλάδας για το εμπάργκο όπλων στην Τουρκία, το Βερολίνο δήλωσε πως η πολιτική του είναι συγκεκριμένη, με τις πωλήσεις στην Τουρκία να βρίσκονται σε χαμηλά νούμερα. Στην ίδια λογική, μιλώντας με νούμερα, ο Καναδάς με απόφαση Τριντό ανέστειλε την χορήγηση όπλων στην Τουρκία, αξίας 300 εκατομμυρίων, γεγονός που εξόργισε την Άγκυρα, καθώς μιλάμε για μέλη της ίδιας συμμαχίας. Η Γερμανία, λοιπόν, σαφώς δεν μπορεί ακαριαία να διακόψει σχέσεις με ένα γείτονα, όταν την ίδια στιγμή από το 2009 κατασκευάζονται έξι υποβρύχια αξίας 2,5 δις ευρώ. Σε επίπεδο κυρώσεων δεν θα πρέπει να περιμένουμε πολλά, μέχρι το ξεκαθάρισμα της γερμανικής Προεδρίας, τον επανα-προσδιορισμό του ρόλου της και την οριοθέτηση κόκκινων γραμμών.
Από την άλλη πλευρά της Μεσογείου, έχουμε και τον παράγοντα Γαλλία. Εναργέστερα, παρατηρούμε μια απόλυτη απόκλιση στρατηγικής μεταξύ Παρισιού και Άγκυρας, πόσο μάλλον όταν διακυβεύονται γαλλικά συμφέροντα στη Βόρειο Αφρική και όχι μόνο. Ίσως και το ναυτικό περιστατικό του καλοκαιριού να ήταν ένα επιπλέον έναυσμα για ευθυγράμμιση των συμφερόντων Αθήνας και Παρισιού. Ο πρόεδρος Μακρόν, πλέον σε ένα πιο ενεργό ρόλο ευρωπαϊκά, θέλει να πάρει τα ηνία της εξωτερικής πολιτικής, και λόγω της Γερμανικής διστακτικότητας και αδράνειας. Παράλληλα με τη Γερμανία, αλλά με μια αμηχανία παρακολουθεί και η Ισπανία. Το ’17 είχε κάνει εμπάργκο στην Τουρκία, λόγω των γεγονότων στη Συρία, αλλά τώρα είναι πιο μετριοπαθής, λόγω των οικονομικών της συμφερόντων στη γείτονα. Όπως ήταν φανερό στο συμβούλιο των χωρών του Νότου, υπήρχε μια γενικότερη διστακτικότητα με ξεκάθαρο παράθυρο διαλόγου από Ιταλία και Μάλτα.
Συμπερασματικά, παρατηρούμε πως υπάρχει μια συνολική αδράνεια, δίνοντας χώρο στη διπλωματία να λειτουργήσει προς επίλυση των διαφορών, αλλά και με άξονα την πιθανή ή μη εκλογή Biden. Με πρόσφατες αναφορές, ο πρόεδρος Ερντογάν έκανε λόγο για τον ρόλο της Τουρκίας, επισημαίνοντας πως είναι εξίσου σημαντικός με της Μεγάλης Βρετανίας και αξίζει δίκαιης μεταχείρισης. Εδώ, η διαφορά έγκειται στο γεγονός πως μιλάμε αφενός για ένα πρώην κράτος-μέλος και αφετέρου για μια νομικά τρίτη χώρα που επιδιώκει να απολαμβάνει προνομίων, όπως η τελωνειακή ένωση και η άρση της βίζα. Η Τουρκία ήταν και θα είναι ένας πολύ σημαντικός γείτονας και εταίρος, αλλά θα πρέπει να λειτουργεί βάσει των διεθνών κανόνων και βάσει της καλής γειτονίας. Κλείνοντας, λοιπόν, δεν πρέπει κάποιος να ξεχνά πως η οικονομική κρίση που διέπει την τουρκική κοινωνία είναι δυσβάσταχτη. Ενδεικτικό της κατάστασης είναι πως με πρωτοβουλία της κυβέρνησης, έξω από μαγαζιά θα κρέμονται ψωμιά, για όσους δεν έχουν την δυνατότητα να τα αγοράσουν.